H Γιούλη Αναστασοπούλου παρουσιάζει τη Θέδα Καϊδόγλου | περιοδικό ο αναγνώστης, Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2018 »»
Έγραφα αυτό το βιβλίο τρία χρόνια περίπου. Το ξεκίνησα πριν καν εκδοθεί το προηγούμενο. Σκεφτόμουν να γράψω μια ενιαία ιστορία, όπου θα πρωταγωνιστεί μια γυναίκα με συγκεκριμένο περιβάλλον, παρελθόν, παρόν, εμπειρίες. Μέχρι τότε ήμουν εστιασμένη στη μικρή φόρμα και δεν είχα δοκιμαστεί στο μυθιστόρημα. Αποτελεί ένα κολάζ εμπειριών, στοχασμών, αναζητήσεων, μύθου. Ήθελα να μιλήσω για την καταπιεσμένη επιθυμία, την εγκλωβισμένη ενέργεια, τη μοναξιά, τις αδιέξοδες σχέσεις, τον πόλεμο με τον εαυτό, τη δυναμική των αναμνήσεων, τη νοσταλγία, τη δυναστεία των φόβων, τον πόθο για ανεξαρτησία, το ανεκπλήρωτο, το ανικανοποίητο.
Η ηρωίδα των κενών καταστάσεων παραμένει πιστή στις απόψεις της όσο αντιδημοφιλείς κι αν είναι αυτές, αντιμάχεται τα παγιωμένα, περιθωριοποιείται, ωστόσο επιμένει να υπερασπίζεται τις ιδέες της σθεναρά, ενώ παράλληλα είναι ευάλωτη και γεμάτη ευαισθησίες. Διεισδύει και ερμηνεύει. Ενεργεί ριζοσπαστικά καταρρίπτοντας τα δόγματα ή τουλάχιστον επιχειρεί να το κάνει. Αμφισβητεί τα καθιερωμένα περί έρωτος, θηλυκότητας, επιθετικότητας, μητρότητας, φιλίας, οικογενειακών σχέσεων, επαγγελματικών στόχων, ψυχοθεραπείας, κοινωνικής καταξίωσης, προσωπικής ισορροπίας. Αναζητά το έρμα της ύπαρξης, το νόημα της καθημερινότητας, τον πυρήνα της φύσης της. Σε τούτη την ατέρμονη εσωτερική περιπλάνηση την σώζει, τραβώντας την απ’ τα μαλλιά, την ύστατη στιγμή, η χείρα της δημιουργίας. Δεν ξέρω πόσοι και πόσες μπορούν να ταυτιστούν μ’ αυτό. Ήθελα να γράψω για όσα δε συζητάμε ανοιχτά συνήθως. Για όσα με απασχολούν.
«Ποιο ήταν το όριο που έψαχνα να υπερβώ; Και πόσο εύκολα θα το τολμούσα; Σαν κάποιος να με υπνώτισε και να με οδήγησε εδώ δίχως δικό μου σθένος και παραμικρή αντίσταση, να μ’ έριξε στα πιο στενά κι ασφυκτικά περιθώρια της σκέψης και στις πιο καταχωνιασμένες στοίβες της ψυχής, να με πέταξε αβοήθητη στα πάθη και να μ’ εγκατέλειψε στο έλεος μιας μηδαμινής επιλογής. Κι όμως, όσο κι αν έμοιαζε έργο κάποιου άλλου όλο αυτό, κι εγώ μια μαριονέτα ενός τρίτου, ήμουν η μαριονέτα του εαυτού μου στην πραγματικότητα, δική μου ήταν η κάθε πράξη κι η κάθε απόφαση απ’ την αρχή ως το τέλος.»
Η συγγραφή είναι αντικοινωνική δραστηριότητα. Ο/Η συγγραφέας κάθεται σ’ ένα γραφείο που κοιτάζει τον τοίχο. Δεν μιλάει σε κανέναν. Απομονωμένος/η, κοιτάζει απ’ τα εσωτερικά παράθυρα της σκέψης του/της και πλάθει τα δικά του/της σύμπαντα. Κάποτε, εκούσια, ζητά να φύγει από τη φυλακή του/της και να επανενταχθεί. Σκέφτεται να δημοσιεύσει. Η μόνη θεραπεία του αυτισμού μοιάζει να είναι η έκδοση.
Έχω το γραφείο μου, τις σημειώσεις μου, τα βιβλία μου, το χώρο μου, την ησυχία μου, αλλά δεν θα κατεβάσω και το τηλέφωνο για να μη με διακόψουν. Ούτε θα απομονωθώ γιατί οι άλλοι απειλούν την συγκέντρωσή μου. Όταν κάθομαι να γράψω σημαίνει πως αυτό που έχω να πω είναι ξεκάθαρο, σχηματισμένο, χρωματισμένο. Στέκεται εκεί απέναντί μου. Με κοιτάζει και το κοιτάζω. Μετά θα ‘ρθει δίπλα του και θα σταθεί κάτι άλλο και πάει λέγοντας. Δεν θα καταστραφεί αν χτυπήσει το κουδούνι ή με καλέσει μια φίλη.. Έχω διαπιστώσει πως οι άλλοι είναι συχνά η αφορμή για να εμπνευστώ και όχι το αντίθετο. Μπορεί να ξεκινήσει κάτι μέσα στο λεωφορείο, στο αυτοκίνητο, στο δρόμο, ανάμεσα στον κόσμο. Ανάμεσα στους άλλους, στη βουή της ζωής, γεννιούνται αβίαστα οι πιο στιβαρές σκέψεις, οι πιο δυνατές φράσεις. Έχει τύχει να ζητήσω απ’ τη γραμματέα του γυμναστηρίου χαρτί και στυλό να σημειώσω μια ολόκληρη παράγραφο που ξεφύτρωσε στο μυαλό μου καθώς πήγαινα στο μάθημα πιλάτες. Όταν βαδίζω γρήγορα βαδίζει γρήγορα και η σκέψη μου. Όταν τρέχει το αυτοκίνητο, τρέχει κι ο νους μου μαζί του. Θέλω ταχύτητα όταν πρόκειται να εξωτερικεύσω κάτι. Θέλω ορμή. Μετά, όταν έρχεται η στιγμή να το ανοίξω, να το αναπτύξω, πρέπει να κατεβάσω ρυθμούς, να πάρω τον υπολογιστή και ήσυχα και φρόνιμα να το ολοκληρώσω.
Νομίζω η έγνοια αν θα αρέσουν τα γραπτά σου. Η σκέψη αυτή νοθεύει τον ειρμό και κατευθύνει τη γραφή σε μη γνήσια μονοπάτια. Το να σε νοιάζει τι θα πουν οι άλλοι όταν σε διαβάσουν, αν θα σε ταυτίσουν με τα πρόσωπα του βιβλίου, αν θα μπουν στη διαδικασία της κλειδαρότρυπας, αν σε αποδοκιμάσουν, λογοκρίνουν, κατακρίνουν, σε εντάξουν εδώ ή εκεί. Όταν ο συγγραφέας επηρεάζεται από τέτοια θέματα, ψάχνει οπαδούς ή προσπαθεί να αποφύγει τους αντιρρησίες, δεν μπορεί να απελευθερωθεί. Και το να μη γράφεις απελευθερωμένος είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της δημιουργικότητάς σου.
Το ζήτημα της εξωτερικής πλοκής, το πόσο επίκαιρο θεωρείται, καθώς επίσης και την πληθώρα της πληροφορίας. Την καταιγιστική αλληλουχία γεγονότων, την πολυπόθητη πλούσια και πρωτότυπη δράση. Το φορτωμένο σενάριο όπως λέμε στο σινεμά ή στο θέατρο. Όταν διαβάζω ένα βιβλίο το λιγότερο που μ’ ενδιαφέρει είναι η δράση και το πόσα γνωρίζει ο συγγραφέας. Ο γρήγορος ρυθμός μπορεί να είναι κάτι άλλο απ’ αυτό που θεωρείται αυτονόητο. Μπορεί σ’ ένα βιβλίο να συμβαίνουν ελάχιστα και να συμβαίνουν ταυτόχρονα πάρα πολλά. Μια απλή ιστορία δεν είναι απλοϊκή όταν το θέμα χτυπάει στο κέντρο της ψυχής, η εσωτερική δύναμη είναι τέτοια ώστε να κρατά το ενδιαφέρον αμείωτο, το νήμα της αφήγησης τεντωμένο και την ουσία σφιχτή και συμπαγή ως το τέλος.
«Είναι προκλητική η σκοτεινή και θαυμάσια περιπέτεια της ζωής. Επιμένω σ’ αυτήν από περιέργεια.» (Μια γυναίκα στο Βερολίνο – Ανώνυμη)
Δε γνωρίζω, αλήθεια. Ούτε είμαι καλή στη μαντεψιά. Οι άνθρωποι έγραφαν, γράφουν και θα γράφουν. Υπάρχει μια τάση συνήθως σε όλα που αλλάζει κατά καιρούς και που την ακολουθούν, συνειδητά ή μη, οι περισσότεροι. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στη συγγραφή. Είναι μόδα να γράφεις έτσι, είναι μόδα να γράφεις αλλιώς. Το ρεύμα λέει να γράψεις για το ένα θέμα ή το άλλο. Νομίζω πως στην Ελλάδα είμαστε λίγο επιρρεπείς σ’ αυτό. Στο να ακολουθούμε τις τάσεις εννοώ. Το ζητούμενο είναι να διαφοροποιηθείς, όχι για να πας κόντρα στο ρεύμα και να ξεχωρίσεις, αλλά γιατί ο καθένας φέρει μέσα του κάτι μοναδικό και καλείται να το εκφράσει με τον δικό του μοναδικό τρόπο. Αυτό εύχομαι να συμβεί στο μέλλον.
Επιθυμώ να ζω ελεύθερη. Η ελευθερία είναι θεωρώ το πολυτιμότερο αγαθό. Θα ήθελα να με δω έτσι.
Βιογραφικό: Η Θέδα Καϊδόγλου αποφοίτησε από τη Φιλοσοφική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Παράλληλα σπούδασε θέατρο. Διατηρεί προσωπικό ιστολόγιο (www.thedasworld.gr), μοιράζεται τις απόψεις της για τα βιβλία, αρθρογραφεί και συντονίζει τη δική της λέσχη ανάγνωσης.
info: Κενές καταστάσεις, εκδ. Απόπειρα.
Της ιδίας: Απολλοδώρου βιβλιοθήκη, νεοελληνική απόδοση, Εκδοτική Θεσσαλονίκης.
Το λεξικό των ανωμάλων ρημάτων μου, μικροδιηγήματα-μικροατυχήματα, Bookstars.
Πώς προέκυψε το βιβλίο;
Έγραφα αυτό το βιβλίο τρία χρόνια περίπου. Το ξεκίνησα πριν καν εκδοθεί το προηγούμενο. Σκεφτόμουν να γράψω μια ενιαία ιστορία, όπου θα πρωταγωνιστεί μια γυναίκα με συγκεκριμένο περιβάλλον, παρελθόν, παρόν, εμπειρίες. Μέχρι τότε ήμουν εστιασμένη στη μικρή φόρμα και δεν είχα δοκιμαστεί στο μυθιστόρημα. Αποτελεί ένα κολάζ εμπειριών, στοχασμών, αναζητήσεων, μύθου. Ήθελα να μιλήσω για την καταπιεσμένη επιθυμία, την εγκλωβισμένη ενέργεια, τη μοναξιά, τις αδιέξοδες σχέσεις, τον πόλεμο με τον εαυτό, τη δυναμική των αναμνήσεων, τη νοσταλγία, τη δυναστεία των φόβων, τον πόθο για ανεξαρτησία, το ανεκπλήρωτο, το ανικανοποίητο.
Η ηρωίδα των κενών καταστάσεων παραμένει πιστή στις απόψεις της όσο αντιδημοφιλείς κι αν είναι αυτές, αντιμάχεται τα παγιωμένα, περιθωριοποιείται, ωστόσο επιμένει να υπερασπίζεται τις ιδέες της σθεναρά, ενώ παράλληλα είναι ευάλωτη και γεμάτη ευαισθησίες. Διεισδύει και ερμηνεύει. Ενεργεί ριζοσπαστικά καταρρίπτοντας τα δόγματα ή τουλάχιστον επιχειρεί να το κάνει. Αμφισβητεί τα καθιερωμένα περί έρωτος, θηλυκότητας, επιθετικότητας, μητρότητας, φιλίας, οικογενειακών σχέσεων, επαγγελματικών στόχων, ψυχοθεραπείας, κοινωνικής καταξίωσης, προσωπικής ισορροπίας. Αναζητά το έρμα της ύπαρξης, το νόημα της καθημερινότητας, τον πυρήνα της φύσης της. Σε τούτη την ατέρμονη εσωτερική περιπλάνηση την σώζει, τραβώντας την απ’ τα μαλλιά, την ύστατη στιγμή, η χείρα της δημιουργίας. Δεν ξέρω πόσοι και πόσες μπορούν να ταυτιστούν μ’ αυτό. Ήθελα να γράψω για όσα δε συζητάμε ανοιχτά συνήθως. Για όσα με απασχολούν.
Βάλε μας στο κλίμα μ’ ένα μικρό απόσπασμα
«Ποιο ήταν το όριο που έψαχνα να υπερβώ; Και πόσο εύκολα θα το τολμούσα; Σαν κάποιος να με υπνώτισε και να με οδήγησε εδώ δίχως δικό μου σθένος και παραμικρή αντίσταση, να μ’ έριξε στα πιο στενά κι ασφυκτικά περιθώρια της σκέψης και στις πιο καταχωνιασμένες στοίβες της ψυχής, να με πέταξε αβοήθητη στα πάθη και να μ’ εγκατέλειψε στο έλεος μιας μηδαμινής επιλογής. Κι όμως, όσο κι αν έμοιαζε έργο κάποιου άλλου όλο αυτό, κι εγώ μια μαριονέτα ενός τρίτου, ήμουν η μαριονέτα του εαυτού μου στην πραγματικότητα, δική μου ήταν η κάθε πράξη κι η κάθε απόφαση απ’ την αρχή ως το τέλος.»
Πώς γράφεις; Είσαι ο τύπος που τα κλείνει όλα και συγκεντρώνεται;
Η συγγραφή είναι αντικοινωνική δραστηριότητα. Ο/Η συγγραφέας κάθεται σ’ ένα γραφείο που κοιτάζει τον τοίχο. Δεν μιλάει σε κανέναν. Απομονωμένος/η, κοιτάζει απ’ τα εσωτερικά παράθυρα της σκέψης του/της και πλάθει τα δικά του/της σύμπαντα. Κάποτε, εκούσια, ζητά να φύγει από τη φυλακή του/της και να επανενταχθεί. Σκέφτεται να δημοσιεύσει. Η μόνη θεραπεία του αυτισμού μοιάζει να είναι η έκδοση.
Έχω το γραφείο μου, τις σημειώσεις μου, τα βιβλία μου, το χώρο μου, την ησυχία μου, αλλά δεν θα κατεβάσω και το τηλέφωνο για να μη με διακόψουν. Ούτε θα απομονωθώ γιατί οι άλλοι απειλούν την συγκέντρωσή μου. Όταν κάθομαι να γράψω σημαίνει πως αυτό που έχω να πω είναι ξεκάθαρο, σχηματισμένο, χρωματισμένο. Στέκεται εκεί απέναντί μου. Με κοιτάζει και το κοιτάζω. Μετά θα ‘ρθει δίπλα του και θα σταθεί κάτι άλλο και πάει λέγοντας. Δεν θα καταστραφεί αν χτυπήσει το κουδούνι ή με καλέσει μια φίλη.. Έχω διαπιστώσει πως οι άλλοι είναι συχνά η αφορμή για να εμπνευστώ και όχι το αντίθετο. Μπορεί να ξεκινήσει κάτι μέσα στο λεωφορείο, στο αυτοκίνητο, στο δρόμο, ανάμεσα στον κόσμο. Ανάμεσα στους άλλους, στη βουή της ζωής, γεννιούνται αβίαστα οι πιο στιβαρές σκέψεις, οι πιο δυνατές φράσεις. Έχει τύχει να ζητήσω απ’ τη γραμματέα του γυμναστηρίου χαρτί και στυλό να σημειώσω μια ολόκληρη παράγραφο που ξεφύτρωσε στο μυαλό μου καθώς πήγαινα στο μάθημα πιλάτες. Όταν βαδίζω γρήγορα βαδίζει γρήγορα και η σκέψη μου. Όταν τρέχει το αυτοκίνητο, τρέχει κι ο νους μου μαζί του. Θέλω ταχύτητα όταν πρόκειται να εξωτερικεύσω κάτι. Θέλω ορμή. Μετά, όταν έρχεται η στιγμή να το ανοίξω, να το αναπτύξω, πρέπει να κατεβάσω ρυθμούς, να πάρω τον υπολογιστή και ήσυχα και φρόνιμα να το ολοκληρώσω.
Ποιος είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της διαδικασίας της γραφής;
Νομίζω η έγνοια αν θα αρέσουν τα γραπτά σου. Η σκέψη αυτή νοθεύει τον ειρμό και κατευθύνει τη γραφή σε μη γνήσια μονοπάτια. Το να σε νοιάζει τι θα πουν οι άλλοι όταν σε διαβάσουν, αν θα σε ταυτίσουν με τα πρόσωπα του βιβλίου, αν θα μπουν στη διαδικασία της κλειδαρότρυπας, αν σε αποδοκιμάσουν, λογοκρίνουν, κατακρίνουν, σε εντάξουν εδώ ή εκεί. Όταν ο συγγραφέας επηρεάζεται από τέτοια θέματα, ψάχνει οπαδούς ή προσπαθεί να αποφύγει τους αντιρρησίες, δεν μπορεί να απελευθερωθεί. Και το να μη γράφεις απελευθερωμένος είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της δημιουργικότητάς σου.
Τι θεωρείς υπερεκτιμημένο σ’ ένα βιβλίο;
Το ζήτημα της εξωτερικής πλοκής, το πόσο επίκαιρο θεωρείται, καθώς επίσης και την πληθώρα της πληροφορίας. Την καταιγιστική αλληλουχία γεγονότων, την πολυπόθητη πλούσια και πρωτότυπη δράση. Το φορτωμένο σενάριο όπως λέμε στο σινεμά ή στο θέατρο. Όταν διαβάζω ένα βιβλίο το λιγότερο που μ’ ενδιαφέρει είναι η δράση και το πόσα γνωρίζει ο συγγραφέας. Ο γρήγορος ρυθμός μπορεί να είναι κάτι άλλο απ’ αυτό που θεωρείται αυτονόητο. Μπορεί σ’ ένα βιβλίο να συμβαίνουν ελάχιστα και να συμβαίνουν ταυτόχρονα πάρα πολλά. Μια απλή ιστορία δεν είναι απλοϊκή όταν το θέμα χτυπάει στο κέντρο της ψυχής, η εσωτερική δύναμη είναι τέτοια ώστε να κρατά το ενδιαφέρον αμείωτο, το νήμα της αφήγησης τεντωμένο και την ουσία σφιχτή και συμπαγή ως το τέλος.
Αγαπημένο απόσπασμα ή φράση από το βιβλίο που σε καθήλωσε
«Είναι προκλητική η σκοτεινή και θαυμάσια περιπέτεια της ζωής. Επιμένω σ’ αυτήν από περιέργεια.» (Μια γυναίκα στο Βερολίνο – Ανώνυμη)
Τι θα φέρει το μέλλον στα ελληνικά συγγραφικά πράγματα;
Δε γνωρίζω, αλήθεια. Ούτε είμαι καλή στη μαντεψιά. Οι άνθρωποι έγραφαν, γράφουν και θα γράφουν. Υπάρχει μια τάση συνήθως σε όλα που αλλάζει κατά καιρούς και που την ακολουθούν, συνειδητά ή μη, οι περισσότεροι. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στη συγγραφή. Είναι μόδα να γράφεις έτσι, είναι μόδα να γράφεις αλλιώς. Το ρεύμα λέει να γράψεις για το ένα θέμα ή το άλλο. Νομίζω πως στην Ελλάδα είμαστε λίγο επιρρεπείς σ’ αυτό. Στο να ακολουθούμε τις τάσεις εννοώ. Το ζητούμενο είναι να διαφοροποιηθείς, όχι για να πας κόντρα στο ρεύμα και να ξεχωρίσεις, αλλά γιατί ο καθένας φέρει μέσα του κάτι μοναδικό και καλείται να το εκφράσει με τον δικό του μοναδικό τρόπο. Αυτό εύχομαι να συμβεί στο μέλλον.
Πού βλέπεις τον εαυτό σου, τι επιθυμείς;
Επιθυμώ να ζω ελεύθερη. Η ελευθερία είναι θεωρώ το πολυτιμότερο αγαθό. Θα ήθελα να με δω έτσι.
Βιογραφικό: Η Θέδα Καϊδόγλου αποφοίτησε από τη Φιλοσοφική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Παράλληλα σπούδασε θέατρο. Διατηρεί προσωπικό ιστολόγιο (www.thedasworld.gr), μοιράζεται τις απόψεις της για τα βιβλία, αρθρογραφεί και συντονίζει τη δική της λέσχη ανάγνωσης.
info: Κενές καταστάσεις, εκδ. Απόπειρα.
Της ιδίας: Απολλοδώρου βιβλιοθήκη, νεοελληνική απόδοση, Εκδοτική Θεσσαλονίκης.
Το λεξικό των ανωμάλων ρημάτων μου, μικροδιηγήματα-μικροατυχήματα, Bookstars.
1 σχόλιο:
Hello! I simply wish to give a huge thumbs up for the nice info you've here on this post. I can be coming back to your blog for extra soon. play casino
Δημοσίευση σχολίου