Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νίκος Μπελάνε. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νίκος Μπελάνε. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

16.4.13

Νίκος Μπελάνε: «Όταν γράφω δεν με απασχολεί τι θ’ απογίνει ο κόσμος»

Συνέντευξη στη Χρυσάνθη Ιακώβου
Vakxikon, Τεύχος #21 »»

Ένας συγγραφέας που μικρός δεν φανταζόταν ποτέ ότι θα γίνει συγγραφέας, μια γραφομηχανή που στάθηκε η αφορμή για να γράψει δεκάδες ευφάνταστες ιστορίες που μετουσιώθηκαν σιγά σιγά σε λέξεις στο χαρτί, ήρωες με τους οποίους συμπάσχουμε, ο Jack Manuel που βρίσκεται ακόμα παγιδευμένος στο μυαλό του συγγραφέα.
Ο Νίκος Μπελάνε, στο πρώτο του εκδοτικό εγχείρημα Το χαμόγελο της Πολαρόιντ (Απόπειρα), συστήνεται με μια ντουζίνα και κάτι διηγήματα και αφηγείται γλαφυρά για τη μέχρι τώρα πορεία του στο χώρο της συγγραφής.

Το 2012 εκδίδεις Το χαμόγελο της Πολαρόιντ. Τι προηγήθηκε; Πώς έφτασες στη συγγραφή του πρώτου σου βιβλίου;

Αν γυρίσω αρκετά χρόνια πίσω και κοιτάξω τον εαυτό μου θα δω ένα μικρό αγόρι, γεννημένο σε μια άχρωμη επαρχιακή πόλη, να παίζει με τις λάσπες και τα ψηλά χορτάρια στο χωριό της μάνας του, να σπάει άθελά του κεραμίδια στις στέγες των σπιτιών και να κυνηγά όνειρα με ματωμένα γόνατα. Πίσω στην πόλη δεν υπήρχαν λάσπες και οι αλάνες ήταν συνήθως κατειλημμένες απ’ τους «μεγάλους», οπότε όλα έπαιρναν τη μορφή που ήθελα με μοναδικό μέσο τη φαντασία μου, πάνω σε μια γκρι μοκέτα, μέσα σ’ ένα τετράγωνο δωμάτιο με δυο κρεβάτια και κατά μήκος των διαδρόμων ενός σπιτιού που για κάποιες ώρες της ημέρας ήταν ολότελα δικό μου. Δεν έγραφα ποτέ. Ούτε καν ημερολόγιο. Ζήλευα κάποιους φίλους που το έκαναν και μάλιστα μια φορά επιχείρησα να παραβιάσω την κλειδαριά μιας ατζέντας για να δω τι βρίσκει και γράφει εκεί μέσα ο κολλητός μου. Δεν κατάφερα να την παραβιάσω κι έμεινα τελικά με την απορία. Αυτό κράτησε μέχρι την εφηβεία μου. Τότε, κατά την διάρκεια αυτής, άρχισα να διαβάζω ξεφεύγοντας από τα βιβλία που ανήκαν στην παιδική μου βιβλιοθήκη. Άγγιξα τον Λουντέμη, τον Καζαντζάκη, τον Μίσσιο, τον Καββαδία και κάποιους ακόμη που άλλαξαν τη σκέψη μου, σαν να δημιουργήθηκε ένας νέος νους μέσα στο μικρό μου κεφάλι. Ήταν, μάλιστα, τη χρονιά που πήγαινα ακόμη στην πρώτη λυκείου που η τότε Ελευθεροτυπία δημοσίευσε μία επιστολή μου, ως πρώτη από τις υπόλοιπες και με έντονη γραμματοσειρά, και καμάρωνα που είδα τυπωμένο κάτι δικό μου. Το είχα κορνιζάρει μάλιστα. Τόση ήταν η χαρά μου. Το γιατί χάρηκα τόσο δεν μπόρεσα να το διευκρινίσω ποτέ κι ούτε ήταν αυτό που συνέβαλε ώστε να εισχωρήσει μέσα μου το μικρόβιο της γραφής. Ακόμη και μετά απ’ αυτήν τη δημοσίευση εγώ εξακολουθούσα να μη γράφω. Δεν ήμουν γραφιάς κι ούτε ήθελα να γίνω. Τις φορές που λέρωνα τα δάχτυλά μου με μελάνη ήταν όταν αλληλογραφούσα με φίλους που ζούσαν μακριά μου. Ναι, τότε έγραφα και έγραφα πολύ. Σελίδες επί σελίδων, αλλά αυτό δεν έχει να κάνει με τη συγγραφή. Δεν έχει την παραμικρή συγγένεια. Κάποια χρονική στιγμή, πολύ αργότερα – περίπου εφτά χρόνια μετά – βρέθηκα να νοικιάζω ένα διαμέρισμα στις Σέρρες, στην οδό Βενιζέλου, όπου και είχα διαμορφώσει ένα χώρο ολότελα δικό μου με τα απολύτως απαραίτητα αντικείμενα μέσα του. Ανάμεσα σ’ αυτά ήταν και μια Triumph Tippa, μια λευκή γραφομηχανή που δανείστηκα από έναν αγαπημένο μου άνθρωπο. Δεν ήξερα τι να την κάνω. Μου άρεσε και μόνο που υπήρχε στο χώρο μου. Μια μεγάλη μέρα την πήρα αγκαλιά και πήγα στην αγορά. Της έβαλα καινούρια μελανοταινία κι αγόρασα ένα πακέτο κόλλες Α4. Πίσω στο σπίτι πέρασα την πρώτη κόλλα στο γυμνό κορμί της γραφομηχανής κι άρχισα να γράφω. Έτσι απλά. Μου φάνηκε, από τη μια στιγμή στην άλλη, ότι οι λέξεις – πρώτον – κατέκλυζαν το κεφάλι μου και  – δεύτερον – η γραφομηχανή ήταν το καλύτερο μέσο για να τις γράψω. Άρχισα να γράφω ποιήματα, δύο από τα οποία δημοσιεύθηκαν σε ένα λογοτεχνικό περιοδικό με τρύπα στο κέντρο του, το Εν βρασμώ. Έπειτα έγραψα ένα μυθιστόρημα που δεν το είδε ποτέ κανένας εκδότης κι ούτε θα το δει. Το έχω πετάξει. Ήταν απαράδεκτο. Κράτησα μόνο τον τίτλο του που μου φαίνεται ακόμη και τώρα ελκυστικός. Όλο αυτό ήταν η αρχή που κάποια στιγμή με οδήγησε στο Χαμόγελο, αν εξαιρέσεις όλες εκείνες τις άκαρπες μέρες που δεν κάνω τίποτα και που βαριέμαι αφόρητα να γράψω. Προτιμώ ακόμη και σήμερα όλα αυτά που έχω στο κεφάλι μου να τα κρατώ εκεί. Είναι πολύ καλά οργανωμένα κι αυτό μου αρκεί. Ακόμη κι αν ακουστεί κλισέ, τις ιστορίες που υπάρχουν μέσα στο βιβλίο μου, αν τις ξανάγραφα, θα τις έγραφα διαφορετικά. Κάθε φορά. Ανάλογα τι σχήμα θα είχαν μέσα μου. Σχήμα που αλλάζει καθημερινά. Μόνο κάποιες εμμονές παραμένουν ίδιες κι απαράλλαχτες.

11.10.12

Νικ Μπελάνε • διαβάτες στην πόλη

Γράφει ο Νικ Μπελάνε | ιστορίες για νεράιδες και λοιπά οινοπνεύματα, Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2012 »»

Το κείμενο του Νικ Μπελάνε στην εκδήλωση για τον Ρωμανό Σκλαβενίτη-Πιστοφίδη στη Δημοτική βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης, στο πλαίσιο του κύκλου εκδηλώσεων «Νέες πένες της Θεσσαλονίκης».

Διαβάτες στην πόλη

18.7.12

Συνέντευξη του συγγραφέα Νίκου Μπελάνε στον Δημήτρη Γλυφό

Δημήτρης Γλυφός | The Ministry of Truth
18 Ιουλίου 2012 »»

Μελάνη βουτηγμένη σε ατμόσφαιρες, απλωμένη σε νύχτες και επικήδειους, με τις ταλαντεύσεις – ίδιες σταγόνες χαρμολύπης, σε χαρτί εξομολόγο, υγρό από βότκες και πρωινούς κουμπωμένους με αναλγητικά καφέδες. Ζωές μέσα από ζωή και αφηγήσεις που κοκκινίζουν μάγουλα, φλερτάρουν με την τρέλλα, το απροσδόκητο και το ημιτελές. Αυτά είναι κάποια από τα στοιχεία που συνθέτουν τις σελίδες του πρώτου βιβλίου του Νίκου Μπελάνε. Ενός συγγραφέα που παραθέτει με χαρακτηριστική περιγραφικότητα 15 μικρές ιστορίες και θαρρείς μένει γυμνός στο μονόλογο του βιβλίου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Απόπειρα «Το χαμόγελο της πολαρόιντ». Η συνοχή των διηγημάτων και η παρατεταμένη αίσθηση γραφής τους εκείνη τη στιγμή, βάφτισέ τη σχοινοβάτη, λίγο πριν το ξημέρωμα εξιτάρουν και χρίζουν τον αναγνώστη συνένοχο. Το motnews αναζήτησε τον Νίκο Μπελάνε και συζήτησε μαζί του.

17.7.12

Συνέντευξη • Νίκος Μπελάνε «Το χαμόγελο της πολαρόιντ»

στη Μαίρη Κλιγκάτση |
ΝΤΟΥέΝΤΕ Magazine | Τεύχος #17 »»


Νίκος Μπελάνε «Το χαμόγελο της πολαρόιντ»

Ιστορίες για νεράιδες και λοιπά οινοπνεύματα, λέει ο μύθος, ιστορίες για ροκ, μπάρες, φίλους και δαίμονες, αποτυπώνει η Πολαρόιντ του Νίκου Μπελάνε.
Δεκάξι διηγήματα, γεμάτα κατοπτρικές στιγμές, ραδιενεργές εκλάμψεις απουσίας και ατόφιες στιγμές, πηγαίας λογοτεχνικής έκφρασης.
Το νέο βιβλίο των εκδόσεων «Απόπειρα» και το πρώτο βιβλίο του Νίκου Μπελάνε, κατόχου των οινοπνευματικών δικαιωμάτων του blog «Ιστορίες για Νεράιδες και λοιπά Οινοπνεύματα» αποδεικνύει πώς η φαντασία ξεπερνά την αυτοβιογραφία και πώς το φανταστικό μπλέκεται με το ρεαλιστικό σε φωτογραφικά ενσταντανέ.
Στιγμές που μοιάζουν με κατοπτρικούς εσωτερικούς μονολόγους – σε ώρες που ο καθρέφτης σπάει – και άλλοτε με φωτογραφικά ενσταντανέ πορειών εστιασμένων υπό γωνία αλήθειας, γιατί ποτέ οι περσόνες μας δεν είναι αρκετές.
Στίχοι, ποίηση, αφήγηση, περιγραφή…
Το περιμέναμε, μας έφτασε, το κάναμε δικό μας…
Καλοτάξιδο!

7.7.12

Νίκος Μπελάνε • 5 βιβλιοφιλικές προτάσεις για το καλοκαίρι

FR Magazine »

Το χαμόγελο της πολαρόιντO Nίκος Μπελάνε κυκλοφόρησε το Το χαμόγελο της πολαρόιντ στην αρχή του φετινού καλοκαιριού από τις εκδ. Απόπειρα. 15 ιστορίες κι ένας μονόλογος αφορισμών, θνητότητας και νυχτερινών  περιπλανήσεων. Μια συλλογή διηγημάτων που εμμένει στις αναμνήσεις και λατρεύει να μισεί τη μοναξιά της. Πάντα λίγο πριν ξημερώσει. Πριν τελειώσει και αυτό το καλοκαίρι ο συγγραφέας  μοιράζεται μαζί μας τις βιβλιοφιλικές προτάσεις της καρδιάς του κι εμείς νιώθουμε σαν να ανακαλύπτουμε κάτι από μυστικές παραλίες…

1.6.12

Νίκος Μπελάνε • Το χαμόγελο της πολαρόιντ

(15 μικρές ιστορίες κι ένας μονόλογος)

διηγήματα
σσ. 111, σχήμα 13 × 20,5 εκ., έκδοση χαρτόδετη,
I S B N 978-960-537-150-0,
Απόπειρα, Ιούνιος 2012

Το χαμόγελο της πολαρόιντ

Δεκαπέντε ιστορίες. Δεκαπέντε πυρετικές ιστορίες που στροβιλίζονται, κάνουν κύκλους. Πασχίζουν να αποφύγουν η μία την άλλη κι όμως κάπου μέσα στις σκιές ενώνονται πεισματικά. Επαναλαμβάνουν μονολόγους, νυχτερινές προσευχές και αφορισμούς. Επαναλαμβάνονται όπως η κάθε ίδια μέρα που ζούμε μέσα στη ζωή που άλλοτε προσπερνάμε κι άλλοτε κολλάμε στις μικρές κι ασήμαντες για τους άλλους στιγμές της. Ενώνουν τ’ ακροδάχτυλά τους δημιουργώντας γέφυρες ανάμεσα στους ήρωες κι αφήνουν να δραπετεύσει η αίσθηση ότι πρόκειται για έναν και μόνο ήρωα. Κάποιον καθημερινό, ανασφαλή και τελικά θνητό, που υψώνει το φθαρτό κορμί του μήπως και αγγίξει αυτό που ποτέ δεν του προσφέρθηκε.