30.5.23

Χρήστος Β. Μάραντος • Γιατί τα UFO αγαπούν το καλαμπόκι

γράφει ο Χρήστος Β. Μάραντος | από την παρουσίαση του βιβλίου στο Έναστρον Καφέ,
Κυριακή 28 Μαΐου 2023

Από αριστερά, Εμμανουήλ Μανωλάς, Χρήστος Μάραντος, Βάσω Χρήστου, Σαράντης Κορωνάκος, Αντώνης Τσέτσος, Ελένη Γούλα, Γιώργος Μαυροειδής, Άλκηστις Γεωργίου.

Γιατί τα UFO αγαπούν το καλαμπόκι είναι ο παράξενος τίτλος του διηγήματος επιστημονικής φαντασίας που έγραψε ο Γιώργος Γούλας και εμπεριέχεται στο ομώνυμο βιβλίο του. Εκεί στις απέραντες πεδιάδες της βόρειας Αγγλίας εμφανίζονται ξαφνικά από το πουθενά στις φυτείες με τα σιτηρά και τα καλαμπόκια διάφορα γεωμετρικά σχήματα. Ο θρύλος για αυτά τα παράξενα γεωμετρικά σχήματα θέλει να τα κατασκευάζουν τη νύχτα εξωγήινα πλάσματα. Η εξήγηση επομένως είναι απλή τα UFO έχουν ιδιαίτερη προτίμηση στο καλαμπόκι. Ο συγγραφέας εμπνεύστηκε από αυτή την παράξενη ιστορία των γεωμετρικών σχημάτων εκεί ψηλά στη σκοτεινή Γηραιά Αλβιώνα, ώστε να δώσει έναν τέτοιο παράξενο τίτλο στο έργο του. Στην πραγματικότητα αυτό το διήγημα είναι κατά κύριο λόγο μια παιγνιώδης διακωμώδηση του μυστηρίου και δευτερεύοντος μια μελαγχολική αναζήτηση μια κάποιας αλήθειας μέσα στον εγγλέζικο μυστικιστικό φόβο του δαίμονα. Οι ιστορίες φαντασμάτων και η αναζήτηση εξωγήινων κόσμων εκεί πάνω στο μεγάλο νησί, έχουν κάτι το σκοτεινό σαν τα μυθιστορήματα της Άγκαθα Κρίστι ή σαν το διεστραμμένο μυαλό του Άρθουρ Κόναν Ντόυλ που το εκφράζει θαυμάσια ο αξεπέραστος ήρωάς του Σέρλοκ Χολμς.

29.5.23

Μεταξύ μύθου και πραγματικότητας

γράφει ο Άγγελος Μυλωνάς | Εφημερίδα των Συντακτών,
Κυριακή 28 Μαΐου 2023 »»

Σε αυτόν τον κόσμο, που «οι προοπτικές ήταν ανέφικτες», η μουσική για ανθρώπους όπως ο Τζόνσον ήταν μια διέξοδος από τη δύσκολη πραγματικότητα .


Ο μύθος του Αφροαμερικανού μπλούζμαν Ρόμπερτ Τζόνσον (1911–1938) προηγούνταν πάντοτε του έργου του. Σύμφωνα με αυτόν, ο Ρόμπερτ Τζόνσον, σαν άλλος Φάουστ, πούλησε την ψυχή του στον διάβολο με αντάλλαγμα ένα ξεχωριστό ταλέντο στο να παίζει κιθάρα και να γράφει τραγούδια.

Τα τραγούδια του, ένα corpus γοερού country blues με σκοτεινούς στίχους, μολονότι εγγράφονται στην παράδοση των αγροτικών μπλουζ του Μισισιπή (μια σκηνή στην οποία δεσπόζει η, εξίσου μυθική, μορφή του Τσάρλι Πάτον), διαθέτουν μια πρωτοτυπία και μια αυτοτέλεια που εύλογα μπορούν να προκαλέσουν την απορία πώς είναι δυνατόν ένα άτομο δίχως μουσική παιδεία, το οποίο δεν διέφερε από τους συνομηλίκους του όσον αφορά το υπόβαθρο, να είναι σε θέση να δημιουργήσει τέτοιας ποιότητας τέχνη.

Η δύναμη της μουσικής του Ρόμπερτ Τζόνσον, μαζί με τα ελάχιστα τεκμήρια που έχουν διασωθεί γύρω από τη ζωή του και τις αφηγήσεις των ανθρώπων που τον γνώρισαν (ή που διατείνονται πως τον γνώρισαν) είναι το υλικό που συγκρότησε τον μύθο του. Η ένδεια των στοιχείων μαζί με την έντονη φημολογία που αναπτύχθηκε, όταν το έργο του άρχισε να γίνεται περισσότερο γνωστό, αποτέλεσαν το γόνιμο έδαφος στο οποίο η φαντασία υποκατέστησε την πραγματικότητα.

Στο Αναζητώντας τον Ρόμπερτ Τζόνσον, ο Πίτερ Γκουράλνικ, ένας από τους πιο έγκυρους μελετητές της αμερικανικής λαϊκής μουσικής, αναμετρήθηκε με το πέπλο μυστηρίου που περιβάλλει τον θρύλο του Τζόνσον για να αποκαταστήσει, στο μέτρο του εφικτού, το ιστορικό του πρόσωπο. Αντλώντας πληροφορίες κυρίως από τις αφηγήσεις του μουσικού συνοδοιπόρου τού Τζόνσον, Johnny Shines, καθώς και από τα στοιχεία της έρευνας του μελετητή Mac McCormick, o Γκουράλνικ σκιαγραφεί το πορτρέτο ενός πλανόδιου μουσικού, ο οποίος στις αρχές του 20ού αιώνα ταξίδευε με κάθε μεταφορικό μέσο στις αμερικανικές πόλεις για να παίζει, κυρίως, σε στέκια όπου διασκέδαζαν οι μαύροι εργάτες.

Το ρεπερτόριό του αποτελούνταν, εκτός από μπλουζ, από πόλκες, ράγκταϊμ, βαλς και μελωδίες του συρμού – ό,τι δηλαδή ήθελε κάθε φορά το ακροατήριο για το οποίο έπαιζε. Εξαιτίας του κατακερματισμένου και περίπλοκου οικογενειακού του ιστορικού (ήταν νόθος), ο Ρόμπερτ Τζόνσον είχε διάσπαρτες εστίες, από το Δέλτα ώς το Τενεσί, στις οποίες μετακινούνταν μοναχικά, δίχως σταθερές κοινωνικές σχέσεις. Αυτή η ασταθής κοινωνικά ζωή του συνέτεινε, άθελά του, στη συγκρότηση ενός προφίλ του οποίου την απουσία στοιχείων γύρω από την προσωπικότητά του υποκατέστησαν οι κάθε λογής φήμες.

Αφηρημένες περιγραφές, όπως «ευγενικός», «ντροπαλός» ή «λίγο κυκλοθυμικός», λίγο βοήθησαν στη σκιαγράφηση της φυσιογνωμίας του, πολύ όμως συνέβαλαν στη δημιουργία του μύθου του μέσω της φαντασίας. Σ’ αυτή την κατεύθυνση σημαντικό ρόλο έπαιξε και το γεγονός ότι ο Τζόνσον προτιμούσε να εμφανίζεται από περιοχή σε περιοχή με διαφορετικά ψευδώνυμα (όπως Robert Spencer, RL Spencer, Robert Dodds ή Little Robert Dusty) παρά με το όνομά του.

Οπως επισημαίνει ο Πίτερ Γκουράλνικ, στον κόσμο όπου ζούσε ο Ρόμπερτ Τζόνσον η επικοινωνία ήταν σχεδόν αποκλειστικά προφορική και οι αφηγήσεις ιστοριών, μολονότι συχνά είχαν κάποια βάση, ήταν ως επί το πλείστον μυθοποιητικές. Επρόκειτο για έναν κόσμο στον οποίο το υπερφυσικό στοιχείο ήταν ενταγμένο στην καθημερινότητα, δίνοντας νόημα σε πτυχές της που απαιτούσαν πιο σύνθετες προσεγγίσεις.

Σε αυτόν τον κόσμο, που «οι προοπτικές ήταν ανέφικτες» και «η οικογενειακή ή οικονομική σταθερότητα αμελητέα», η μουσική για ανθρώπους όπως ο Τζόνσον (ή ο Μάντι Γουότερς, ο Τζόνι Σάινς, ο Χόουλιν Γουλφ κ.ά.) ήταν μια διέξοδος από τη δύσκολη πραγματικότητα κι ένας τρόπος να δημιουργούν ένα συνεκτικό νόημα σε μια ζωή δίχως συνεπή σκοπό.

Ο Ρόμπερτ Τζόνσον πέθανε δηλητηριασμένος σ’ ένα μικρό σταυροδρόμι της υπαίθρου από τον άντρα της γυναίκας με την οποία είχε σχέση. Μολονότι ο θάνατός του δεν είχε κάτι το ηρωικό, εν τούτοις είναι αμφίβολο αν ο θρύλος του θα είχε παραμείνει ακέραιος στην περίπτωση που ο ίδιος είχε επιβιώσει.

Ο λόγος είναι, βέβαια, πως ο τρόπος ζωής του δεν ξεχώριζε καθόλου από τον τρόπο ζωής των υπόλοιπων μπλούζμεν της γενιάς του. Ομως ο πρόωρος θάνατός του, σε συνδυασμό με τη φευγαλέα παρουσία του και, κυρίως, με το σκοτεινό ύφος των τραγουδιών του, συνέτειναν στη δημιουργία ενός μύθου γύρω από το όνομά του, που ακόμη και σήμερα εξακολουθεί να εξάπτει τη φαντασία όσων θέλγονται από τα τραγούδια του. Και όπως γράφει ο Πίτερ Γκουράλνικ, «κατά έναν τρόπο, όπως και ο Τζο Χιλ, ο Ρόμπερτ Τζόνσον δεν πέθανε ποτέ, απλώς έγινε μια ιδέα».


24.5.23

Το Γιατί τα UFO αγαπούν το καλαμπόκι στο βιβλιοκαφέ Έναστρον

Η Αθηναϊκή Λέσχη Επιστημονικής Φαντασίας (ΑΛΕΦ) και η Απόπειρα παρουσιάζουν τη συλλογή διηγημάτων του Γιώργου Γούλα Γιατί τα UFO αγαπούν το καλαμπόκι την Κυριακή 28 Μαΐου 2023, στις 7 το απόγευμα, στο βιβλιοκαφέ Έναστρον.
Για το βιβλίο μιλά ο συγγραφέας Χρήστος Β. Μάραντος, και αποσπάσματά του διαβάζει ο Εμμανουήλ Μανωλάς.
Εκ μέρους της ΑΛΕΦ λένε λίγα λόγια για τον συγγραφέα Γιώργο Γούλα η Αντωνία Κατσαβού και η Βάσω Χρήστου.

Βιβλιοκαφέ Έναστρον, Σόλωνος 101, Αθήνα 106 78,
τηλ. 210/3828139

11.5.23

«Επιπλέοντας» στην ποίηση του Δημήτρη Πέτσα

 συνέντευξη στον Λευτέρη Χ. Θεοδωρακόπουλο | Πινάκιο,
10 Μαΐου 2023 »»

Η  στιγμή που κλείνεις τα μάτια σου και απλά επιπλέεις ως μια κουκίδα στην απεραντοσύνη της θάλασσας, ενώ η ακοή σου ηρεμεί με τον έρωτα που κάνει ο ήχος των κυμάτων και του αέρα είναι μια αίσθηση που χαράζεται σε κάθε κύτταρο του σώματος σου.

Αυτή την αίσθηση αποτύπωσε σε μεγάλη ένταση ο Δημήτρης Πέτσας μέσα από την νέα του ποιητική συλλογή Επιπλέοντες.

Ο ποιητής μιλά στο
Πινάκιο για τους (πανανθρώπινους)  συμβολισμούς πίσω από τις λέξεις του, για τον έρωτα την εποχή που βασιλεύουν τα social media αλλά και για τα άδυτα που ζητούν εξερεύνηση.

Επιπλέοντες είναι ο τίτλος της νέας ποιητικής σας συλλογής. Τι συμβολίζει αυτή η λέξη και γιατί επιλέχθηκε να είναι ο τίτλος του βιβλίου;

«Έχει δύο όψεις. Η μία όψη είναι η πρακτική. Αυτή η συλλογή γράφτηκε πάνω στη θάλασσα, γράφτηκε πάνω στο κύμα. Ο δεύτερος λόγος που επιλέχθηκε ο συγκεκριμένος τίτλος είναι ότι οι δύο χαρακτήρες του βιβλίου είναι σαν να επιπλέουν σε έναν ανοιχτό ωκεανό μιας σχέσης».

3.5.23

Χριστιάνα Λαμπρινίδη • «Επιπλέοντες» του Δημήτρη Πέτσα


Η ομιλία της Χριστιάνας Λαμπρινίδη στην παρουσίαση του ποιητικού βιβλίου Επιπλέοντες του Δημήτρη Πέτσα, την Παρασκευή 28 Απριλίου 2023 στο Perianth Hotel.

..................
Θεός είναι. Και ο Νόμος είναι. Όμως,

«το εγώ μου εσύ
το εγώ σου εσύ»

Σε αυτό τον κόσμο που επιπλέει, μπορεί και να μην υπάρχει ΧΡΙΣΤΟΣ. 

Μπορεί ο Θεός να είναι στέρφος. Μπορεί μόνο τότε να υπάρχουν εραστές

[του Πόρου και της Πενίας] αληθινοί εραστές. Αδιαχώρηστων, όχι εξαιτίας ενός λώρου ομφάλιου. Εξαιτίας ενός «σάκου αμνιακού» που γίνεται θάλασσα, πισίνα, πόρος υδάτινος. Υπάρχουν στη σύλληψη και μετά στη γέννα. Μωρά πρωκτικά, μάνες από πίσω, θαλπωρή σειράς. In line, out of line.
Εραστές κοσμογονικοί. Πριν τον Ησίοδο, μετά τη Βίβλο. Τι σημασία έχει;

Υπάρχει γνώση σε αυτό το βιβλίο. Τόσο χωνεμένη που γίνεται δέρμα. Ένα δέρμα αφηγητής, γραμματικό δέρμα, με σημεία στίξης τα όργανα τα εσωτερικά που υπάρχουν όχι για να αμφισβητήσουν την ύπαρξη αλλά για να αναδείξουν το σεξ. Όργανα στο σέξ, εσωτερικά και εξωτερικά

Δίχως αιδώ, δίχως κατανόηση, δίχως σύμβολα. 

Άντρες μαζί: «μετά από εμάς, πάλι εμείς» λέει η αρχή του βιβλίου. 

Τόσο βαθύς ο πληθυντικός του εγώ, που απομακρύνθηκε ο Νάρκισσος. Έτσι και αλλιώς στον πίνακα του Caravaggio ίσως να βλέπει το μέρος αλλά όχι το όλον. Αναζήτηση του ολόκληρου

Οι ΕΠΙΠΛΕΟΝΤΕΣ δημιουργούν ένα όλον. Η μαθηματική γλώσσα του χάους εμφανίζεται σαν σκιά μιας αριθμητικής της Αποκάλυψης ενώ τα ίδια τα γράμματα επαναλαμβάνονται, σε κάποια στιγμή του βιβλίου, ακουστικά. ΑΚΟΥΩ. Όπως στη διδαχή του Αριστοτέλη. Δεν τον φωνάζουν κοντά, απλώς τον λαμβάνουν υπόψη. Και τα γράμματα και τα όργανα, ενώ ολόκληρη η Οδύσσεια γίνεται ήχος των Σειρήνων. Τα θηλυκά όντα που δεν μοιράζονται από το αρσενικό εμείς. Ένα γνώριμο εγώ που αλυσωδένεται και οι παφλασμοί είναι του μέσα χώρου και διεθνείς. Τι γίνεται όταν η γλώσσα δεν μοιράζεται; Μπορεί το ίδιο το όργανο να μοιράζεται, ακόμα και να ανταλλάσσεται, αλλά όχι η ομιλούσα γλώσσα

Βέβαια οι ΕΠΙΠΛΕΟΝΤΕΣ έχουν δικό τους κώδικα. Θα μπορούσαμε να πούμε δικό τους CODEX. Ποια είναι τα όσια και τα ιερά; Πώς ο μυστικισμός εμποδίζει το θεολογικό; Τίποτα δεν είναι κρυφό, είναι απόκρυφο. Μια queer λογοτεχνία που γδέρνει το εγώ για να μην τραυματίσει το εσύ. Ίσως η αγάπη να είναι απόκρυφη. Δεν χωράνε πολλές Διαθήκες εδώ. Και όμως υπάρχουν Γιοί και Υιοί. Μια ψαλμωδία, αν αφεθείς στον ρυθμό. Μια προσευχή εντός ενός νάρθηκα πρωκτικού. Έχει οσμή η αγάπη και αποκρυπτογραφείται από δύο υποκείμενα αρσενικά που δεν μοιράζονται: ούτε καταγωγή, ούτε γλώσσα, ούτε προέλευση. Μεταμορφώνονται και στα τρία εν ζωή καθώς η κλεψύδρα, που αναφέρεται στη Ποιητική του Αριστοτέλη, ως αρχικό μέτρημα των ωρών, σπά. Τι καλύτερο σημείο να χωρέσει τις αμφισβητήσεις της γραμματικής. 

Ο μέλλοντας που αποκλείει τη κλίση του θανάτου στην «υποτακτική του ενεστώτα» κατα/γράφει το κείμενο. Ο ένας από τους δύο εύχεται, η ΟΜΙΛΟΥΣΑ ΦΩΝΗ,  αν είναι να πεθάνει – να πεθάνει, ο άλλος ποτέ. Η ΟΜΙΛΟΥΣΑ ΦΩΝΗ, ο ένας από τους δύο εύχεται να πεθάνει – τρεις φορές – ένας Πέτρος της γραμματικής συμφωνίας με την επιθυμία, αρνούμενος τον Ιησού, βλάσφημα φερόμενος απέναντι στον ίδιο. Μήπως έχουν όλα χαθεί, μήπως μείναμε μόνοι στο τέλος και όλα τα άλλα υποκείμενα είναι μυθώδη; Μήπως στο τέλος, οι ΕΠΙΠΛΕΟΝΤΕΣ είναι μετά τον κατακλυσμό; Μήπως οδεύουν πίσω στο προγονικό χάος αφαιρώντας τα γονίδια; 

Οπωσδήποτε, οι αναγνώσεις ανήκουν στο κείμενο. Το κείμενο το ίδιο γλυστρά αλύπητα κάτω από τις αναγνώσεις. Πάει να σταθεί, κλείνει άπειρες φορές το «είμαι». Το γλύστρημα όμως, γλύστρημα.
[Κάποτε, στο Άμστερνταμ, ήμουν στο Μουσείο μαζί με ένα φίλο αγαπημένο από τη Στοκχόλμη. Ή έκθεση ήταν μικρή: ζωγραφισμένες τουλίπες. Όλες πέθαιναν. Όλες βρίσκονταν στο επόμενο στάδιο: ίχνος νοσταλγίας ή πένθους. Ήταν ό,τι ήταν. Αφοσιωμένες στην εξέλιξη προς. Εσύ, ο/η θεατής καταλάβαινες: τον χρόνο και ό,τι τον υποδύεται].

Μια σχέση σαρκική δεν κατοικεί στο Μουσείο. Έχει ανάγκη τις Μούσες βέβαια. Βωμός, μνημείο, θυσιαστήριο: μαζί όλα. Μη ξεχνιόμαστε. Είμαι η Μούσα σου – η αντωνυμία λοιώνει σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες – κατέχω όλα τα σημεία στίξης. Ακούς; Στίξης είπα, όχι τίξης. Έτσι και αλλιώς δεν μιλάς τη γλώσσα μου. Δεν ανησυχώ ούτε για το τ ούτε για το σ. Η στύση ανάμεσα μας είναι βουνό θε/όρατο. Άνδρας εσύ, άνδρας εγώ. 

Υπάρχει πιθανότητα το είμαι να ετυμολογείται εκτός γραμματικής. Ψυχαναλύονται οι ήπειροι; Έχει το υπερεγώ, υπερεσύ;

 

Όταν σπάσουν οι ώρες, τι θα συμβεί στο ΕΡΑΣΤΙΚΟ; Οταν εξαντληθεί το ΕΙΜΑΙ; Όταν η ανάγνωση τελειώσει, όπως στον οργασμό «τελειώνω», τι θα συμβεί; 

Μπορεί το queer να είναι οικοδεσπότης σε όλες τις επιστήμες, σε όλες τις Διαθήκες. Μπορεί να αρχηγεύει τις γλώσσες. Και τις οργανικές και τις ανόργανες. Σαν γυμναστική. Μπορεί το queer να είναι τελικά μια υπέροχη θέα. Από έξω, από μέσα, πρός το μέσον.



Χριστιάνα Λαμπρινίδη
28/4/2023