29.5.23

Μεταξύ μύθου και πραγματικότητας

γράφει ο Άγγελος Μυλωνάς | Εφημερίδα των Συντακτών,
Κυριακή 28 Μαΐου 2023 »»

Σε αυτόν τον κόσμο, που «οι προοπτικές ήταν ανέφικτες», η μουσική για ανθρώπους όπως ο Τζόνσον ήταν μια διέξοδος από τη δύσκολη πραγματικότητα .


Ο μύθος του Αφροαμερικανού μπλούζμαν Ρόμπερτ Τζόνσον (1911–1938) προηγούνταν πάντοτε του έργου του. Σύμφωνα με αυτόν, ο Ρόμπερτ Τζόνσον, σαν άλλος Φάουστ, πούλησε την ψυχή του στον διάβολο με αντάλλαγμα ένα ξεχωριστό ταλέντο στο να παίζει κιθάρα και να γράφει τραγούδια.

Τα τραγούδια του, ένα corpus γοερού country blues με σκοτεινούς στίχους, μολονότι εγγράφονται στην παράδοση των αγροτικών μπλουζ του Μισισιπή (μια σκηνή στην οποία δεσπόζει η, εξίσου μυθική, μορφή του Τσάρλι Πάτον), διαθέτουν μια πρωτοτυπία και μια αυτοτέλεια που εύλογα μπορούν να προκαλέσουν την απορία πώς είναι δυνατόν ένα άτομο δίχως μουσική παιδεία, το οποίο δεν διέφερε από τους συνομηλίκους του όσον αφορά το υπόβαθρο, να είναι σε θέση να δημιουργήσει τέτοιας ποιότητας τέχνη.

Η δύναμη της μουσικής του Ρόμπερτ Τζόνσον, μαζί με τα ελάχιστα τεκμήρια που έχουν διασωθεί γύρω από τη ζωή του και τις αφηγήσεις των ανθρώπων που τον γνώρισαν (ή που διατείνονται πως τον γνώρισαν) είναι το υλικό που συγκρότησε τον μύθο του. Η ένδεια των στοιχείων μαζί με την έντονη φημολογία που αναπτύχθηκε, όταν το έργο του άρχισε να γίνεται περισσότερο γνωστό, αποτέλεσαν το γόνιμο έδαφος στο οποίο η φαντασία υποκατέστησε την πραγματικότητα.

Στο Αναζητώντας τον Ρόμπερτ Τζόνσον, ο Πίτερ Γκουράλνικ, ένας από τους πιο έγκυρους μελετητές της αμερικανικής λαϊκής μουσικής, αναμετρήθηκε με το πέπλο μυστηρίου που περιβάλλει τον θρύλο του Τζόνσον για να αποκαταστήσει, στο μέτρο του εφικτού, το ιστορικό του πρόσωπο. Αντλώντας πληροφορίες κυρίως από τις αφηγήσεις του μουσικού συνοδοιπόρου τού Τζόνσον, Johnny Shines, καθώς και από τα στοιχεία της έρευνας του μελετητή Mac McCormick, o Γκουράλνικ σκιαγραφεί το πορτρέτο ενός πλανόδιου μουσικού, ο οποίος στις αρχές του 20ού αιώνα ταξίδευε με κάθε μεταφορικό μέσο στις αμερικανικές πόλεις για να παίζει, κυρίως, σε στέκια όπου διασκέδαζαν οι μαύροι εργάτες.

Το ρεπερτόριό του αποτελούνταν, εκτός από μπλουζ, από πόλκες, ράγκταϊμ, βαλς και μελωδίες του συρμού – ό,τι δηλαδή ήθελε κάθε φορά το ακροατήριο για το οποίο έπαιζε. Εξαιτίας του κατακερματισμένου και περίπλοκου οικογενειακού του ιστορικού (ήταν νόθος), ο Ρόμπερτ Τζόνσον είχε διάσπαρτες εστίες, από το Δέλτα ώς το Τενεσί, στις οποίες μετακινούνταν μοναχικά, δίχως σταθερές κοινωνικές σχέσεις. Αυτή η ασταθής κοινωνικά ζωή του συνέτεινε, άθελά του, στη συγκρότηση ενός προφίλ του οποίου την απουσία στοιχείων γύρω από την προσωπικότητά του υποκατέστησαν οι κάθε λογής φήμες.

Αφηρημένες περιγραφές, όπως «ευγενικός», «ντροπαλός» ή «λίγο κυκλοθυμικός», λίγο βοήθησαν στη σκιαγράφηση της φυσιογνωμίας του, πολύ όμως συνέβαλαν στη δημιουργία του μύθου του μέσω της φαντασίας. Σ’ αυτή την κατεύθυνση σημαντικό ρόλο έπαιξε και το γεγονός ότι ο Τζόνσον προτιμούσε να εμφανίζεται από περιοχή σε περιοχή με διαφορετικά ψευδώνυμα (όπως Robert Spencer, RL Spencer, Robert Dodds ή Little Robert Dusty) παρά με το όνομά του.

Οπως επισημαίνει ο Πίτερ Γκουράλνικ, στον κόσμο όπου ζούσε ο Ρόμπερτ Τζόνσον η επικοινωνία ήταν σχεδόν αποκλειστικά προφορική και οι αφηγήσεις ιστοριών, μολονότι συχνά είχαν κάποια βάση, ήταν ως επί το πλείστον μυθοποιητικές. Επρόκειτο για έναν κόσμο στον οποίο το υπερφυσικό στοιχείο ήταν ενταγμένο στην καθημερινότητα, δίνοντας νόημα σε πτυχές της που απαιτούσαν πιο σύνθετες προσεγγίσεις.

Σε αυτόν τον κόσμο, που «οι προοπτικές ήταν ανέφικτες» και «η οικογενειακή ή οικονομική σταθερότητα αμελητέα», η μουσική για ανθρώπους όπως ο Τζόνσον (ή ο Μάντι Γουότερς, ο Τζόνι Σάινς, ο Χόουλιν Γουλφ κ.ά.) ήταν μια διέξοδος από τη δύσκολη πραγματικότητα κι ένας τρόπος να δημιουργούν ένα συνεκτικό νόημα σε μια ζωή δίχως συνεπή σκοπό.

Ο Ρόμπερτ Τζόνσον πέθανε δηλητηριασμένος σ’ ένα μικρό σταυροδρόμι της υπαίθρου από τον άντρα της γυναίκας με την οποία είχε σχέση. Μολονότι ο θάνατός του δεν είχε κάτι το ηρωικό, εν τούτοις είναι αμφίβολο αν ο θρύλος του θα είχε παραμείνει ακέραιος στην περίπτωση που ο ίδιος είχε επιβιώσει.

Ο λόγος είναι, βέβαια, πως ο τρόπος ζωής του δεν ξεχώριζε καθόλου από τον τρόπο ζωής των υπόλοιπων μπλούζμεν της γενιάς του. Ομως ο πρόωρος θάνατός του, σε συνδυασμό με τη φευγαλέα παρουσία του και, κυρίως, με το σκοτεινό ύφος των τραγουδιών του, συνέτειναν στη δημιουργία ενός μύθου γύρω από το όνομά του, που ακόμη και σήμερα εξακολουθεί να εξάπτει τη φαντασία όσων θέλγονται από τα τραγούδια του. Και όπως γράφει ο Πίτερ Γκουράλνικ, «κατά έναν τρόπο, όπως και ο Τζο Χιλ, ο Ρόμπερτ Τζόνσον δεν πέθανε ποτέ, απλώς έγινε μια ιδέα».


Δεν υπάρχουν σχόλια: