Γράφει η Διώνη Δημητριάδου | Fractal, 11 Ιανουαρίου 2017 »»
Ξεκινώ να μιλήσω για το βιβλίο κι έχω μείνει να κοιτάζω τη φωτογραφία του εξωφύλλου. Αυτά τα δύο οχήματα που είναι φτιαγμένα για ταξίδια, στέκονται έτσι παρατημένα και ανήμπορα πια για την παραμικρή κίνηση, ανάμεσα στα ξερά χόρτα που τα περικυκλώνουν. Σε πλήρη αντίθεση φαινομενικά με τον τίτλο της ποιητικής συλλογής 4 εποχές στον δρόμο, επιφυλάσσοντας όμως έναν ενδιαφέροντα — όσο και ιδιότυπο — διάλογο με τους στίχους.
Τα 40 ποιήματα (αν συμπεριλάβουμε το αρχικό 4 εποχές στον δρόμο και το επιλογικό Βιβλιογραφία (Αφιερώσεις), είναι κατάσπαρτα από την ανθρώπινη παρουσία. Δεν είναι μόνο το ποιητικό υποκείμενο, το οποίο εναλλάσσει τα πρόσωπα των ρημάτων (υπονοώντας ωστόσο πάντοτε το απόλυτο εγώ), είναι και οι δύο περσόνες που διατρέχουν τους χώρους των ποιημάτων (η Μάριον και ο Άγγελος), αλλά και τα πρόσωπα (Ταντέους Ρουζέβιτς, Άννα Αχμάτοβα, Audre Lorde, Νίκος Καρούζος, Anne Sexton, Myriam Moscona, Μάτση Χατζηλαζάρου, Antony Hagarty) που η παρουσία τους υπολανθάνει πίσω από τους στίχους ή άλλοτε — σαφώς προσδιοριζόμενη — λειτουργεί ως προμετωπίδα στα ποιήματα ή μας εισάγει στις τέσσερις ενότητες του βιβλίου. Ένα σύμπαν προσώπων, προσωπείων και κυρίως τόπων πραγματικών ή ιδεατών, άλλοτε πολυπρόσωπων και άλλοτε ερημικών. Ένα μεταβαλλόμενο τοπίο, σαν αυτό που παρατηρούμε μέσα από ένα όχημα που τρέχει σε δρόμους, ποιητικούς εν προκειμένω. Ένα ταξίδι που η ποιήτρια επιχειρεί με τις προσωπικές της αποσκευές (μνήμες και απώλειες) καλώντας αναπόφευκτα και τον αναγνώστη της να δοκιμάσει τις δικές του αντοχές on the road.
Τέσσερα τα μέρη στα οποία χωρίζεται ο ποιητικός λόγος: Cosmopolitics, Δημόσιοι χώροι, Ιδιωτικοί χώροι, Ύπαιθρος. Από τους πλέον πολυάνθρωπους χώρους (και πλέον επιφανειακούς και αβαθείς) στους πλέον προσωπικούς και απαλλαγμένους από συμβατικότητες. Είναι όμως ίσως εκεί που τα πρόσωπα θα συναντήσουν περισσότερο το βάρος της απομόνωσης και της μοναξιάς.
Γιατί έχεις την αίσθηση διαβάζοντας ότι μέσα από όλα αυτά τα πρόσωπα ως τελική εικόνα προκύπτει μόνο μία, και αυτή είναι του ενός προσώπου, χωρίς να έχει σημασία αν αυτό είναι η Μάριον, ο Άγγελος ή εν τέλει, υποκρυπτόμενη πίσω από αυτά, η ίδια η ποιήτρια.
Ανέστιοι ταξιδιώτες τα πρόσωπα των ποιημάτων θα προσπαθούν να διασώσουν ταυτότητα και ελπίδες μέσα στους διαρκώς εναλλασσόμενους χώρους, οι οποίοι αδυνατούν να τους προσδώσουν ικανό περίβλημα, ένα σχέδιο σώματος.
Ξεκινώ να μιλήσω για το βιβλίο κι έχω μείνει να κοιτάζω τη φωτογραφία του εξωφύλλου. Αυτά τα δύο οχήματα που είναι φτιαγμένα για ταξίδια, στέκονται έτσι παρατημένα και ανήμπορα πια για την παραμικρή κίνηση, ανάμεσα στα ξερά χόρτα που τα περικυκλώνουν. Σε πλήρη αντίθεση φαινομενικά με τον τίτλο της ποιητικής συλλογής 4 εποχές στον δρόμο, επιφυλάσσοντας όμως έναν ενδιαφέροντα — όσο και ιδιότυπο — διάλογο με τους στίχους.
Τα 40 ποιήματα (αν συμπεριλάβουμε το αρχικό 4 εποχές στον δρόμο και το επιλογικό Βιβλιογραφία (Αφιερώσεις), είναι κατάσπαρτα από την ανθρώπινη παρουσία. Δεν είναι μόνο το ποιητικό υποκείμενο, το οποίο εναλλάσσει τα πρόσωπα των ρημάτων (υπονοώντας ωστόσο πάντοτε το απόλυτο εγώ), είναι και οι δύο περσόνες που διατρέχουν τους χώρους των ποιημάτων (η Μάριον και ο Άγγελος), αλλά και τα πρόσωπα (Ταντέους Ρουζέβιτς, Άννα Αχμάτοβα, Audre Lorde, Νίκος Καρούζος, Anne Sexton, Myriam Moscona, Μάτση Χατζηλαζάρου, Antony Hagarty) που η παρουσία τους υπολανθάνει πίσω από τους στίχους ή άλλοτε — σαφώς προσδιοριζόμενη — λειτουργεί ως προμετωπίδα στα ποιήματα ή μας εισάγει στις τέσσερις ενότητες του βιβλίου. Ένα σύμπαν προσώπων, προσωπείων και κυρίως τόπων πραγματικών ή ιδεατών, άλλοτε πολυπρόσωπων και άλλοτε ερημικών. Ένα μεταβαλλόμενο τοπίο, σαν αυτό που παρατηρούμε μέσα από ένα όχημα που τρέχει σε δρόμους, ποιητικούς εν προκειμένω. Ένα ταξίδι που η ποιήτρια επιχειρεί με τις προσωπικές της αποσκευές (μνήμες και απώλειες) καλώντας αναπόφευκτα και τον αναγνώστη της να δοκιμάσει τις δικές του αντοχές on the road.
Τέσσερα τα μέρη στα οποία χωρίζεται ο ποιητικός λόγος: Cosmopolitics, Δημόσιοι χώροι, Ιδιωτικοί χώροι, Ύπαιθρος. Από τους πλέον πολυάνθρωπους χώρους (και πλέον επιφανειακούς και αβαθείς) στους πλέον προσωπικούς και απαλλαγμένους από συμβατικότητες. Είναι όμως ίσως εκεί που τα πρόσωπα θα συναντήσουν περισσότερο το βάρος της απομόνωσης και της μοναξιάς.
Δεν υπάρχουν άλλωστε δημόσιοι χώροι
στην έρημο
μα ούτε και ιδιωτικοί·
μόνο ανελέητος ήλιος
να σε τρυπά
σαν να ’σουν νύχτα·
[και μήπως δεν είσαι;]
[Από τα Ουρητήρια]
Γιατί έχεις την αίσθηση διαβάζοντας ότι μέσα από όλα αυτά τα πρόσωπα ως τελική εικόνα προκύπτει μόνο μία, και αυτή είναι του ενός προσώπου, χωρίς να έχει σημασία αν αυτό είναι η Μάριον, ο Άγγελος ή εν τέλει, υποκρυπτόμενη πίσω από αυτά, η ίδια η ποιήτρια.
Κάθε µέρα ακούω ένα γνώριµο πλήθος
να σέρνει τα ρήµατα στους διαδρόµους
Για μια ελάχιστη στιγμή, νομίζω
μπορώ να φωνάξω τα διλήμματά τους
να τολμήσω το μετέωρο βήμα τους.
Όµως µόνο στα όνειρά µου
κυλούν στις φλέβες µας γράµµατα
που όλα µαζί καταφέρνουν
να εκφράσουν κάτι
µε κάποια σηµασία·
μόνον εκεί
η αγωνία της γλώσσας
έχει αρθρώσεις που τρίζουν
µε τις αλλαγές και το πέρασµα του καιρού·
[από τις Δημόσιες βιβλιοθήκες]
Ανέστιοι ταξιδιώτες τα πρόσωπα των ποιημάτων θα προσπαθούν να διασώσουν ταυτότητα και ελπίδες μέσα στους διαρκώς εναλλασσόμενους χώρους, οι οποίοι αδυνατούν να τους προσδώσουν ικανό περίβλημα, ένα σχέδιο σώματος.
Μαζί κωπηλατούμε στις οθόνες των καιρώνΤα ποιήματα της συλλογής δένουν μεταξύ τους σε μια εικόνα, η οποία διαβάζεται περιέχοντας όλες τις επιμέρους, έτσι όπως αυτές μοιρασμένες σε τέσσερα ποιητικά κομμάτια παρουσιάστηκαν. Και είναι σ’ αυτό το αδιαίρετο πλέον σύνολο που μπορεί να εκτιμηθεί η αξία της ποίησης της Χριστίνας Οικονομίδου. Κυρίως γιατί δείχνει εν συνόψει τον κόσμο της ποιήτριας, προσφέρει στον προσεκτικό αναγνώστη μια θέα του κόσμου αυτού, που θα μπορούσε να έχει κοινά σημεία προσέγγισης με τον δικό του. Σ’ αυτό συντελεί αποτελεσματικά το ύφος των ποιημάτων που αποπνέει μια ειλικρινή προσωπική κατάθεση, σκληρή ενίοτε, με το απαραίτητο σωματικό εκτόπισμα που η αληθινή ποίηση έχει, κάθε φορά που αποστασιοποιείται από ωραιοποιήσεις και ρομαντισμούς που αφαιρούν την αίσθηση της αφής. Γιατί το ποίημα στην ουσία το αγγίζεις, νιώθεις τις λέξεις του να κυλούν μέσα σου και να βρίσκουν τον προσωπικό σου χώρο για να σταθούν. Και, ναι, αναπόφευκτα μια τέτοια ποίηση δεν μπορεί παρά να είναι και σκληρή, όταν πρέπει να αντικατοπτρίσει μια ανάλογη ζωή.
κι ανακατεύουμε
φτηνά υλικά και σπάνιες αισθήσεις
για να ετοιμάσουμ’ ένα δείπνο
που ν’ αξίζει στους συνοδοιπόρους μας·
εκείνους που υποκλίνονται
εξίσου
στη ζωή και τις απώλειες.
[Από το Βιβλιογραφίες (Αφιερώσεις)]
Και θα δαγκώνεις φεύγοντας τα χείληΚάποια από τα ποιήματα ολοκληρώνουν (ή συνοψίζουν) το νόημά τους με ένα υστερόγραφο. Ένα απ’ αυτά αποδίδει την τραγικότητα της αναζήτησης μιας επαφής από δέρμα σε δέρμα:
για ν’ αντέξεις το βάρος
από τις σακούλες
και το έμβρυο
που κουβαλάς ερήμην
και θα μετράς τις σταγόνες που πέφτουν
καθώς λεκιάζουν τα σκαλιά
της νέας εκκλησίας
με το παλιό σου αίμα·
και θα θυμάσαι
και θα λυγίζεις
και θα κλαις·
ώσπου να ξεκλειδώσεις την εξώπορτα
θα έχεις αποβάλει.
[Από την Αποβολή]
Υ.Γ.Και αν τα υστερόγραφα λειτουργούν υποβοηθητικά και διευκρινιστικά στην κατανόηση του συγκεκριμένου ποιητικού κόσμου, έρχεται το ακροτελεύτιο ποίημα Βιβλιογραφία (Αφιερώσεις) να αποτελέσει τον οδηγό (φυσικά στο τέλος της ανάγνωσης, όπως κάθε ταξίδι στην ποίηση είναι προσωπικό, μοναχικό και υπεύθυνο) για μια εξακρίβωση στοιχείων των προσώπων, των τόπων και των χρόνων. Γιατί, όπως μια βιβλιογραφία αποκαλύπτει τα βοηθήματα του συγγραφέα, έτσι εδώ τα αληθινά πρόσωπα πίσω από τους στίχους φανερώνουν την αφορμή της έμπνευσης για τη γραφή της ποίησης. Νιώθει έτσι, ο αναγνώστης ότι το ταξίδι αυτό που επιχείρησε, με τα μέσα που του πρόσφερε η ποιήτρια, ήταν ένα δικό της δρομολόγιο προβαλλόμενο στα ενδότερα τα δικά του, με όποιο τρόπο αυτός μπορούσε να το αξιοποιήσει. Ίσως γιατί αυτά τα ταξίδια έχουν (αν έχουν) απολύτως προσωπικούς προορισμούς. Πολύ περισσότερο αν πρέπει γι’ αυτά να δρομολογηθούν κάποια οχήματα, όπως αυτά που απαθανάτισε η φωτογραφία της Αντιγόνης Κολοβέντζου στο εξώφυλλο. Προσωπικό στοίχημα αντοχής αποδεικνύεται η ανάγνωση της ποίησης. Με τόπους προορισμού διαρκώς μεταβαλλόμενους, αναλόγως των εφοδίων αλλά και της αντοχής των επιβατών. Η Χριστίνα Οικονομίδου, εν προκειμένω, έδειξε ότι αντέχει να αναμετρηθεί με το προσωπικό της σύμπαν, αλλά και με τη δημοσιοποίησή του. Δεν είναι και μικρό πράγμα αυτό. Μια ποίηση ώριμη, δυνατή και σίγουρη για την αλήθεια της.
Κι όμως το σώμα δεν θυμάται
παρά αφουγκράζεται
πιθανώς
όσα δεν έχουν χαθεί
όταν όλα έχουν τελειώσει.
[Από το Άνθη – Κήποι]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου