Γράφει ο Λάμπρος Γιώτης* | ο αναγνώστης, «Κριτικές»,
Τετάρτη 29 Αυγούστου 2018 »»
Διαβάζοντας την ποίηση της Αλίνας Τριανταφύλλου μπαίνω σ’ ένα δάσος.
Μοιάζει στην αρχή φιλικό, όμως, γρήγορα γίνεται βόρειο, παίρνει χρώμα μελανό, με ψηλές σημύδες, τόσο πυκνοφυτεμένες που δεν μπορείς να τις διασχίσεις, σαν αυτά τα δάση δίπλα στους αυτοκινητόδρομους της Γερμανίας, όπου η Αλίκη του Βέντερς μετακινείται από πόλη σε πόλη χωρίς προορισμό.
Δίπλα στα δάση βλέπω να περνούν νταλίκες, κάποιες μπορεί να έρχονται από Ελλάδα, με κουρασμένους οδηγούς στο τιμόνι που ξαγρυπνούν για να φτάσει το φορτίο στην ώρα του και να βγάλουν διπλοβάρδια γυρνώντας. Μ ένα σταυρουδάκι της μάνας στον καθρέφτη και μια ουλή από καβγά που δεν έχει ακόμη θρέψει.
Ακούω ακόμη να περνούν σειρές από τραπεζάκια δεξιώσεων με χαλασμένα ροδάκια να ξεστρατίζουν από το δρόμο και να ξερνάνε σκουπίδια τα κλαμπ σάντουιτς στις γράνες της εθνικής.
Το έργο αποκτά έναν αλλόκοτο σουρεαλιστικό χρόνο, σαν ταινία που πηγαίνει πίσω καρέ καρέ.
Οι στοίχοι ξαφνιάζουν: «Όταν απροειδοποίηα ανοίξουν οι σακούλες χάρτινες ή πλαστικές και κάθε λογής σκουπίδι θα βρει τη θέση που του αρμόζει στη σαλοτραπεζαρία».
Τετάρτη 29 Αυγούστου 2018 »»
Διαβάζοντας την ποίηση της Αλίνας Τριανταφύλλου μπαίνω σ’ ένα δάσος.
Μοιάζει στην αρχή φιλικό, όμως, γρήγορα γίνεται βόρειο, παίρνει χρώμα μελανό, με ψηλές σημύδες, τόσο πυκνοφυτεμένες που δεν μπορείς να τις διασχίσεις, σαν αυτά τα δάση δίπλα στους αυτοκινητόδρομους της Γερμανίας, όπου η Αλίκη του Βέντερς μετακινείται από πόλη σε πόλη χωρίς προορισμό.
Δίπλα στα δάση βλέπω να περνούν νταλίκες, κάποιες μπορεί να έρχονται από Ελλάδα, με κουρασμένους οδηγούς στο τιμόνι που ξαγρυπνούν για να φτάσει το φορτίο στην ώρα του και να βγάλουν διπλοβάρδια γυρνώντας. Μ ένα σταυρουδάκι της μάνας στον καθρέφτη και μια ουλή από καβγά που δεν έχει ακόμη θρέψει.
Ακούω ακόμη να περνούν σειρές από τραπεζάκια δεξιώσεων με χαλασμένα ροδάκια να ξεστρατίζουν από το δρόμο και να ξερνάνε σκουπίδια τα κλαμπ σάντουιτς στις γράνες της εθνικής.
Το έργο αποκτά έναν αλλόκοτο σουρεαλιστικό χρόνο, σαν ταινία που πηγαίνει πίσω καρέ καρέ.
Οι στοίχοι ξαφνιάζουν: «Όταν απροειδοποίηα ανοίξουν οι σακούλες χάρτινες ή πλαστικές και κάθε λογής σκουπίδι θα βρει τη θέση που του αρμόζει στη σαλοτραπεζαρία».