25.6.18

Λέξεις που (δεν) αλλάζουν πολύ συχνά γραμμή

γράφει ο Σωτήρης Παστάκας, Η ήρα από το στάρι #05,
περιοδικό Φρέαρ, Παρασκευή 22 Ιουνίου 2018 »»



«…αλλά πρωτίστως μια χρηστική αισθητική που να οδηγεί το μάτι, όπως τα τυπογραφικά στοιχεία οδηγούν στο ποίημα», γράφει στο κλεινόν (Μελάνι, 2016), ο Γιάννης Ευσταθιάδης. Τα μορφολογικά, αναρωτιόμαστε, χαρακτηριστικά του ποιήματος είναι ο τρόπος που τα τυπογραφικά στοιχεία διανέμονται στη σελίδα; Αν ρωτήσουμε τυχαία στο δρόμο ποια ιδέα έχει σήμερα ο περαστικός για την ποίηση, είμαι βέβαιος πως θα συμφωνήσει με το συγκεκριμένο κριτήριο. Αν κρίνουμε από την πληθώρα των ποιητικών συλλογών που κυκλοφορούν στις μέρες μας και διαθέσουμε (φυσικά) τον δέοντα χρόνο προς ανάγνωσή τους, μας γεννιέται η απορία: μα καλά γιατί δεν βάζουν τις λέξεις στην ίδια σειρά και δεν φτιάχνουν ένα μικρό πεζό, αντί να γράφουν ποιήματα που δεν έχουν καμιά εσωτερική πίεση για τραγούδι;


Όλα αυτά σκεφτόμουνα διαβάζοντας το Κατόπιν εορτής της Φανής Χούρσογλου: μικρές ιστορίες με φόρα ποιήματος. Ολοφάνερες ρίμες μέσα στο πεζό κείμενο (σκονισμένο/ολισθαίνω, χιτώνες/μουσώνες, ζώνες/γοργόνες, εικόνες/σταγόνες, ενδοσκοπήσεις/αισθήσεις κλπ). Ρίμες που θα τις ζήλευαν ποιητές και στιχουργοί, ενδεδυμένες τον μανδύα του μικρού πεζού. Ιστορίες για την παρέα, για φίλους που επιλέγουν συνειδητά να γίνουν μέλη μιας παρέας-οικογένειας, που στις μέρες μας έχει αντικαταστήσει την παραδοσιακή οικογενειακή δομή. Τη συμβιωτική σχέση των μελών μιας παρέας μας αφηγείται η Φανή, και ειλικρινά διαβάζοντάς την θα ήθελα να ήταν και δική μου φίλη. Γιατί συγκεντρώνει στα μικρά της πεζά τις αρετές που επιθυμώ να έχουν οι πραγματικοί μου φίλοι: το χιούμορ, τη σκανδαλιά, τις ατέρμονες κουβέντες επί παντός του επιστητού, τις μεταμεσονύχτιες εξερευνήσεις των αισθήσεων, με ζητούμενο πάντα την επίγνωση και τη θρυλική προσωπική αυτογνωσία. «Αν προσπαθήσαμε ποτέ ν’ ανέβουμε; Και βέβαια! Αρκούσε να πάμε με τη βάρκα ακριβώς από κάτω, να υψώσουμε μια σκάλα και να σκαρφαλώσουμε». Η Φανή Χούρσογλου απαντάει με τα λόγια του Ίταλο Καλβίνο από τα Κοσμοκωμικά (να, άλλο ένα κοινό στοιχείο μεταξύ μας, λοιπόν), στην αδυσώπητη ερώτηση περί ύπαρξης, που θέτουμε συχνά-πικρά στον εαυτό μας. Το παιγνιώδες του Καλβίνο, που υιοθετεί η Φανή, δεν πρέπει να εκληφθεί ως υπεκφυγή στην αμείλικτη ερώτηση πάνω στο νόημα της ύπαρξης, αλλά ως μια ακόμη ζουζουνιά, όπως τα σχέδια της ίδιας που κοσμούν τις μικρές ιστορίες της.

Το ποίημα άραγε μπορεί να υπάρξει πέραν της τυπογραφικής του αποτύπωσης στο χαρτί; Ο πεζογράφος Έρι ντε Λούκα είχε κυκλοφορήσει ένα βιβλιαράκι με ποιήματα από τον Einaudi, το 2002, όπου αυτοσαρκαζόμενος τα αναφέρει ως «λέξεις που αλλάζουν πολύ συχνά σειρά». Μετά την ανάγνωση πολλών ποιητικών συλλογών χωρίς την εμφανή παρουσία της ποίησης, θα προέτρεπα τους συγγραφείς τους να βάλουν τις λέξεις στη σειρά, χωρίς να αλλάζουν γρήγορα γραμμή κι αν τα γραφόμενά τους στέκονταν κι ήταν ευχαριστημένοι από το αποτέλεσμα, να μου τα ξανάστελναν χαρακτηρίζοντάς τα ως «μικρά πεζά». Τα μικρά πεζά απ’ το 1993 (που η εφημερίδα Τα Νέα κήρυξε το διαγωνισμό για συγγραφή κειμένων που θα είχαν έκταση τριακοσίων λέξεων), είναι αλήθεια πως έγιναν δημοφιλή και στη χώρα μας. Είναι ίσως η νέα προοπτική που ανοίγεται για τα μιλιούνια των γραφιάδων. Το βιβλίο της Χούρσογλου, λάμπει μες στη χούφτα μου σαν στάρι.

Φανή Χούρσογλου, Κατόπιν εορτής, Απόπειρα, Αθήνα 2018.

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: Μartha Cooper.]

Δεν υπάρχουν σχόλια: