Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου »»
Πολ Μποουλς • Ψηλά πάνω από τον κόσμο μετ. Χίλντα Παπαδημητρίου
εκδ. Απόπειρα, 2009
«Όπως κάθε ρομαντικός, ήμουν λίγο πολύ βέβαιος ότι μια μέρα θα έβρισκα τον μαγικό τόπο που θα μου αποκάλυπτε τα μυστικά του και θα μου χάριζε έτσι τη σοφία και την έκστασή του, δηλαδή τον θάνατο», γράφει στην αυτοβιογραφία του ο «μάγος του Μαρόκου», ο Αμερικανός μουσικός, συγγραφέας και μεταφραστής Πολ Μπόουλς (1910–1999). Γιος ενός αυταρχικού πατέρα–αφέντη, για τον οποίο ώς το τέλος της ζωής του πίστευε ότι είχε προσπαθήσει να τον δολοφονήσει όταν ήταν μωρό, με μια μητέρα που προσπαθούσε να αντισταθμίσει τον τρόμο διαβάζοντάς του Ναθάνιελ Χόθορν και Έντγκαρ Άλαν Πόε, ο Μπόουλς θα ξεκινήσει να σπουδάζει στο πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, το πανεπιστήμιο του Πόε, έχοντας ήδη στα δεκαεφτά του δει ένα ποίημά του δημοσιευμένο πλάι σε κείμενα του Τζέιμς Τζόις και του Πολ Ελιάρ. Θα στραφεί προς τη μουσική, με δάσκαλο τον Άαρον Κόπλαντ και, κυρίως, θα αρχίσει πολύ νωρίς να ταξιδεύει, στην Ευρώπη, τη Βόρεια Αφρική και τη Σαχάρα, την Κεντρική Αμερική, την Ασία — θεωρώντας ότι όταν αφήνεις πίσω μια ζωή και δεν έχεις ακόμα βρει μιαν άλλη, βιώνεις μιαν ανεπανάληπτη ελευθερία. Προστατευόμενος της Γερτρούδης Στάιν στο Παρίσι, όπου θα γνωριστεί με όλη τη μοντερνιστική πρωτοπορία του εικοστού αιώνα, θα ακούσει τη συμβουλή της και θα επισκεφθεί την Ταγγέρη. Κι όταν σαν την κυρία Ρέινμαντλ στο «Ψηλά πάνω από τον κόσμο» θα αποφασίσει ότι ζώντας κανείς στα ξενοδοχεία παύει να είναι άνθρωπος, θα εγκατασταθεί οριστικά στην Ταγγέρη (1947–8), μαζί με τη γυναίκα του, την επίσης συγγραφέα Τζέιν Αουερ, με την οποία τον ενώνει μια σχέση αντισυμβατική, που χωράει τη συντροφικότητα αλλά και τις ομοφυλόφιλες επιλογές αμφοτέρων. Στο σπίτι τους, σημείο αναφοράς της Ταγγέρης, θα υποδεχθούν κατά καιρούς τον Τρούμαν Καπότε και τον Τενεσί Ουίλιαμς, τον Ουίλιαμ Μπάροους και τον Γκρέγκορι Κόρσο, τον Μπράιον Γκάιζιν και τον Άλεν Γκίνσμπεργκ και πλείστους άλλους.