Χαρτόδετη έκδοση, σσ. 75, σχήμα 13 × 20,5 εκ., Απόπειρα, Αθήνα, Ιούνιος 2009
I S B N 978-960-537-112-8
Η νέα ποιητική σύνθεση της Χριστίνας Οικονομίδου επιχειρεί να αποτυπώσει την ανθρωπογεωγραφία του κέντρου της πόλης και τη φυσιογνωμία των σχέσεων που δημιουργούνται εκεί. |
Βασισμένο σε αληθινά περιστατικά και «πραγματικούς» ανθρώπους, το ποιητικό αφήγημα Matthew και Shirley φιλοδοξεί να αναπαραστήσει την προσωπική αγωνία στο κοινότοπο «θέρετρο» της αναγκαιότητας και της — κατά συνθήκη — κοινότητας.
Υστερόγραφο
I.
Η γριά πέθανε αθόρυβα το φθινόπωρο του 2001, στο διαμέρισμά της, κοντά στην πλατεία Βικτωρίας. Οι γείτονες ισχυρίστηκαν πως κατάλαβαν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά γιατί τους ξύπνησε, μέσα στη νύχτα, ένα επίμονο βούισμα εντόμων — απολύτως μελωδικό, ωστόσο. Ένα πρεζόνι, μάλιστα, ορκίστηκε πως άκουσε ψαλμωδίες από βουητό μελισσών και, μες στη μαστούρα του, πίστεψε ότι πέθαινε.Χρειάστηκε η επέμβαση της αστυνομίας για να ανοίξει η πόρτα του διαμερίσματος. Η γριά έμενε μόνη και δεν δεχόταν σχεδόν καθόλου επισκέψεις. Ιατροδικαστική εξέταση δεν έγινε, καθώς η ανακοπή ήταν μια πειστικότατη αιτιολογία θανάτου.
II.
Το σπίτι ξεκουράζεται / κάθε που οι ένοικοι αλλάζουν / δέρμα / σαν ερπετά / ή μήπως είναι αυτό το ερπετό / που αλλάζει χρώμα και πνοή / ανάλογα με τους ενοίκους ; / όμως δεν πρόκειται για σπίτι-μου-σπιτάκι-μου / ένα απλό διαμέρισμα / προορισμένο να στεγάζει τα σπαράγματα / μιας διαφορετικής κάθε φορά / φυσιολογίας.III.
Στις κουρασμένες συνοικίες του κέντρου — τις συνοικίες των κοινωνικών και οικονομικών μεταναστών, των εκκεντρικών δημιουργών, των ξεπεσμένων αριστοκρατών, των εταίρων και των πρεζονιών, των συνταξιούχων αστών, των εκούσια και ακούσια περιθωριακών, των τυχαίων και περαστικών… — ακόμα και ο θάνατος βολεύεται στη διαφορά. Λέγεται, μάλιστα, πως όσοι προτιμούν να ζουν εδώ είναι γιατί τους κατατρύχει η κανονικότητα της μνήμης.ΙV.
Πέρασαν μήνες δίχως ν’ ακουστεί τίποτα. Εργάτες ήρθαν να ανακαινίσουν το διαμέρισμα. Κάθε αναπνοή τους έσβηνε ένα χνώτο της γριάς, κάθε τους γέλιο έσβηνε ένα κλάμα της. Κι εκείνη ακριβώς την εποχή, εγκαταστάθηκε στο διπλανό διαμέρισμα μια τραβεστί. Της έμοιαζε καταπληκτικά. Σαν δυο σταγόνες απ’ το ίδιο αίμα. Το όνομά της ήταν Shirley.V.
Υπάρχει μια τρέλα που δημαγωγεί τις αισθήσεις μας. Στο αποκορύφωμα αυτής της παράνοιας, η Shirley, ο Mathew και η γριά ταυτίζονται. Γίνονται ένα πλάσμα· άφυλο ή ερμαφρόδιτο· χωρίς ηλικία. Άλλωστε ο χρόνος καθορίζεται από την απόσταση — που παίρνουμε ή μας δίνεται — από την ιστορία μας. Όσο για το φύλο, αυτό κι αν αποτελεί μια παραβολή για την αρχιτεκτονική της κοινωνικής μας μνήμης. Μιας μνήμης που μας καθορίζει, όμως, όσο και η άλλη, η ιδιωτική, εκείνη που επιμένει να κρατά το κῦμα με περισπωμένη· που αποδίδει στη γυναίκα γη και θάλασσα και, με το ίδιο δίκαιο, στον άνδρα άνθρωπο και λόγο.______________________________
Η Χριστίνα Οικονομίδου γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα, όπου ζει και εργάζεται. Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες στο Μόναχο και στην Αθήνα. Γράφει, μεταφράζει και επιμελείται λογοτεχνικά και θεωρητικά κείμενα, ενώ άρθρα, κείμενα και βιβλιοκρισίες της δημοσιεύονται τακτικά στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο. Είναι η αρχισυντάκτρια στην εκπομπή για το βιβλίο «Άξιον εστί» του Βασίλη Βασιλικού και διευθύνει το μηνιαίο free press περιοδικό για το βιβλίο index. Διδάσκει, επίσης, Δημιουργική Γραφή στο Μικρό Πολυτεχνείο. Έχει εκδώσει δύο βιβλία ποίησης, Η Γυναίκα και το Δέντρο της Σιωπής / Μύθοι και Ωδίνες (Απόπειρα, 1994) και Χειρονομίες της Αισθητικής (Απόπειρα, 1997), καθώς και δεκαπέντε μη λογοτεχνικά βιβλία. Διηγήματά της περιλαμβάνονται στις συλλογές Κοκτέιλ μολότοφ (Κοχλίας, 2003) και Νάνι, τ’ άνθι των ανθώ : Ωδή στη μητέρα (Ίνδικτος, 2005).
______________________________
Η Τιτίκα Δημητρούλια γράφει για το βιβλίο στην Καθημερινή (16.8.2009): «Γυναικείο βλέμμα στην πόλη και στο όνειρο» »»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου