Eίκοσι τρία αντιπροσωπευτικά σερβικά παραμύθια στο σταυροδρόμι των Bαλκανίων
Ιωσήφ Βιβιλάκης | Καθημερινή,
20 Φεβρουαρίου 2005 »»
Momcilo Radic, Σερβικά παραμύθια,
εκδ. Απόπειρα, σελ. 207
Ποιητική φαντασία, μαγεία, θαύμα ανεξάρτητο από την πραγματική ζωή, μια διήγηση που την ακούνε με ευχαρίστηση παιδιά και μεγάλοι, είναι οι προδιαγραφές που ορίζονται για το παραμύθι από τον Johannes Bolte και τον Georg Polivka,1 χαρακτηριστικά που συναντούμε στα σερβικά παραμύθια που συγκέντρωσε ο Mομτσίλο Pάντιτς.
Tα παραμύθια διακρίνονται για τις μεταλλάξεις τους από χώρα σε χώρα αλλά και από περιοχή σε περιοχή στην ίδια χώρα, αφού το είδος αυτό ήταν πάντα ανεξάρτητο από κάθε αυθεντία ή περιορισμό εκκλησιαστικού τύπου· προοριζόταν για αναψυχή ιδιωτική, δεν συνδεόταν με ορισμένο τυποποιημένο τελετουργικό και εμπλουτιζόταν με νέα στοιχεία των αφηγητών-παραμυθάδων τα οποία επανελάμβαναν οι διάδοχοι-ακροατές.
Έτσι, μέσα από ένα καλειδοσκόπιο, παρακολουθούμε τα ταξίδια των μύθων στα Βαλκάνια: ο Ομηρικός Πολύφημος γίνεται ένας Αγριάνθρωπος, δράκοι της ελληνικής αρχαιότητας ανακατεύονται με τερατόμορφες υπάρξεις του μεσαίωνα και αγίους, θεοί μοιράζουν μοίρες στους ανθρώπους, ή οι Τρεις Μοίρες καθορίζουν το πεπρωμένο του νεογέννητου. Ιδιαίτερη θέση στις εξωλογικές μορφές αυτού του πανθέου κατέχουν οι vile, οι νεραϊδένιες υπάρξεις, που αντιστοιχούν στις γνωστές νύμφες: νέες, πανέμορφες, ντυμένες με μαγικούς χιτώνες, ζουν σε σπηλιές και σε ύδατα, βοηθούν στη γήινη ευφορία, συντρέχουν ορφανά ή άντρες που έχουν μείνει χωρίς γυναίκα.
Ανάμεσα σε αυτό το σύμπαν ξεχωρίζουν ηρωικές μορφές της σερβικής ιστορίας, που πέρασαν στη σφαίρα του θρύλου, όπως ο Μίλος Oμπιλιτς, ήρωας στη μάχη του Κοσσυφοπεδίου (1389).
Συμβολή στη Βαλκανολογία
Το βιβλίο περιέχει 23 συνολικά παραμύθια που σχολιάζονται εύστοχα και εντάσσονται, με οδηγό τη σχετική βαλκανική βιβλιογραφία, στα συμφραζόμενα της λαϊκής σερβικής λογοτεχνίας ή στην ευρωπαϊκή ιστορία των παραμυθιών. Γενικά, η γλώσσα είναι όμορφη και στρωτή, φλερτάρει συχνά με γλωσσικούς τύπους που συναντούμε σε ελληνικά παραμύθια και στα σχόλια ο Ράντιτς αιτιολογεί μεταφραστικές επιλογές λέξεων που ηχούν παράξενα σήμερα, όπως «μοιράρης» -αυτός που μοιράζει μοίρες ή «Γελάδης» -γιος της αγελάδας. Είναι αξιοθαύμαστο πώς κατάφερε ο μεταφραστής έπειτα από ένδεκα χρόνια παραμονής στην Αθήνα να εντρυφήσει στην ελληνική γλώσσα και να παρακολουθεί νοήματα πλούσια σε σημασίες και περιεχόμενο. Θα ήταν δε παράλειψη να μην αναφερθούμε στις βινιέτες που κοσμούν το βιβλίο, καμωμένες με τέχνη από τον Ράντιτς προερχόμενες από λιθανάγλυφα και ξυλόγλυπτα μοτίβα. Eτσι, λοιπόν, στον επιστημονικό χώρο της Βαλκανολογίας με αυτό το βιβλίο προσφέρονται τα σερβικά παραμύθια για μια συγκριτική εξέταση με τα υπόλοιπα της χερσονήσου της νοτιανατολικής Ευρώπης.
Δεκάδες μοτίβα διαμορφώνουν έναν κόσμο γοητευτικό και παράξενο για τον σύγχρονο άνθρωπο, όπου οργιάζει η φαντασία και η πίστη σε δυνάμεις υπερφυσικές. Μια τρίχα έχει γραμμένη πάνω της όλη την ιστορία και τα μυστικά, του κόσμου, μια κόρη δημιουργείται από άλιωτο χιόνι, ένα φίδι συνομιλεί με έναν βοσκό, ένας δράκος κουβεντιάζει με άλογο ή το ευγενικό άλογο Αβγκάρ φέρνει χαιρετίσματα από νεράιδες, μια αλεπού μεταμορφώνεται σε χρυσόμηλο.
Ο κόσμος αυτός συγκροτείται από απωθημένες φαντασιώσεις, ανεκπλήρωτες επιθυμίες, θαύματα, αναμνήσεις από λαϊκά αθλήματα και κυρίως τέρατα, δαιμονικά βαμπίρ και θηλυκούς βρυκόλακες. Oλα αυτά τα μοτίβα, όσο απίστευτα να φαίνονται στο νου μας συγκροτούν τις απαρχές του σερβικού πολιτισμού.
Σύνδεσμος με τη φύση
Στα σερβικά παραμύθια υπάρχει, ακόμη, κάτι που σήμερα έχουμε χάσει: η οικολογική διάσταση, ο στενός σύνδεσμος με τη φύση, ο θαυμασμός για τα στοιχεία και στοιχειά της, και ο αγώνας για επιβίωση, κύριο χαρακτηριστικό της αγροτικής κοινωνίας και του λαϊκού πολιτισμού, όπως διαμορφώθηκε στα Βαλκάνια κατά την Τουρκοκρατία. Eδώ, ο άνθρωπος απορεί για τον κόσμο και νιώθει τη μικρότητά του, αισθανόμενος απλά ένας κρίκος μέσα στην αλυσίδα του μυστηρίου της ζωής.
Oλες αυτές οι παραδόσεις ανήκουν σε μια εποχή που ο κόσμος, όχι μόνο παρατηρούσε με την όρασή του αλλά ταυτόχρονα ήταν εξασκημένος να ακούει. Είτε ως διήγηση που συντηρούσαν οι κοινότητες είτε ως ακρόαμα επαγγελματιών παραμυθάδων, τα παραμύθια πρόσφεραν αυτό που σημαίνει στα Eλληνικά η λέξη: παραμυθία, δηλαδή παρηγοριά και ανακούφιση.
Σήμερα στον πολιτισμό που δομείται στη λογική του οπτικού μηνύματος, διάρκειας ενός βίντεο κλιπ, τα υποκατάστατα του παραμυθιού τα βρίσκουμε στις ταινίες του Σπίλμπεργκ, σε αστυνομικά με σούπερ ήρωες αθάνατους ή στον Χάρι Πότερ.
Στο αίτημα για μια σημερινή προσέγγιση των παραμυθιών έρχονται οι σύγχρονοι αφηγητές-τεχνίτες να μας προσοικειώσουν με τον άγνωστο κόσμο της λαϊκής φαντασίας και να γευτούμε την ομορφιά και τη γοητεία τους.
1. Ο ορισμός στο βιβλίο του Μιχάλη Μερακλή, «Τα παραμύθια μας», εκδ. Εντός, Αθήνα 2001, σ. 15.
* Ο Ιωσήφ Βιβιλάκης είναι επίκουρος καθηγητής Τμήματος Θεατρικών Σπουδών Πανεπιστημίου Αθηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου