1.1.05

Ιωσήφ Βιβιλάκης • Τα Σερβικά παραμύθια στο σταυροδρόμι των Βαλκανίων

Momcilo Radic, Σερβικά παραμύθια,
εκδ. Απόπειρα, Αθήνα 2004, σσ. 207

serbΕίναι μεγάλη η χαρά μας που δημοσιεύθηκαν μετά από τρία χρόνια ερευνητικής προσπάθειας τα Σερβικά παραμύθια σε ελληνική μετάφραση από τον Μομτσήλο Ράντιτς.

Τονίζω προκαταβολικά ότι όλες οι διηγήσεις του βιβλίου ανταποκρίνονται στον ορισμό για το παραμύθι που έχει δώσει ο Johannes Bolte με τον Georg Polivka αφού διαθέτουν τις εξής προδιαγραφές: ποιητική φαντασία, μαγεία, θαύμα ανεξάρτητο από την πραγματική ζωή, μια διήγηση που την ακούνε με ευχαρίστηση παιδιά και μεγάλοι.*

Ήρωες του μύθου και της ιστορίας

Στον εισαγωγικό Πρόλογο του βιβλίου ο Ράντιτς ανιχνεύει την καταγωγή των παραμυθιών που έχει συγκεντρώσει, όπου διαπιστώνουμε με σαφήνεια την ευελιξία και την προσαρμοστικότητα αυτού του ιδιαίτερου λογοτεχνικού είδους. Οι μεταλλάξεις των παραμυθιών από χώρα σε χώρα αλλά και από περιοχή σε περιοχή στην ίδια χώρα έχει την εξήγησή της. Το είδος αυτό ήταν πάντα ανεξάρτητο από κάθε δέσμευση, αυθεντία ή περιορισμό εκκλησιαστικού τύπου. Προοριζόταν για αναψυχή και διασκέδαση, θα λέγαμε ανεπίσημη και ιδιωτική, εφόσον δεν συνδεόταν με ορισμένο τυποποιημένο τελετουργικό και μπορούσε να εμπλουτισθεί με νέα στοιχεία των αφηγητών-παραμυθάδων τα οποία επανελάμβαναν οι διάδοχοι-ακροατές. Φυσικά, η προφορική παράδοση συνέβαλε πολύ στο να παραλλαχθούν οι αρχέγονες και παλαιότερες διηγήσεις.

Έτσι μέσα από ένα καλειδοσκόπιο, παρακολουθούμε τα ταξίδια των μύθων και των παραδόσεων στα Βαλκάνια: ο Ομηρικός μονόφθαλμος Πολύφημος γίνεται ένας Αγριάνθρωπος, μυθικές παραδόσεις συμπλέκονται με χριστιανούς ήρωες, όπως ο Άγιος Γεώργιος και ο βαπτιστής Ιωάννης. Καλοί και κακοί δράκοι της ελληνικής αρχαιότητας ανακατεύονται με τερατόμορφες υπάρξεις του μεσαιωνικού κόσμου, παρακολουθούμε θεούς που μοιράζουν μοίρες στους ανθρώπους, τις Τύχες, αλλά και τις ίδιες τις Τρεις Μοίρες που καθορίζουν το πεπρωμένο του νεογέννητου.

Ιδιαίτερη θέση στις εξωλογικές μορφές αυτού του πανθέου κατέχουν οι vile, οι νεραϊδένιες υπάρξεις που έχουν το ελληνικό αντίστοιχό τους τις νύμφες: νέες, πανέμορφες, ντυμένες σε αραχνούφαντους μαγικούς χιτώνες είναι οι προστάτιδες τόπων, ζουν σε σπηλιές ή νερά ή ακόμα στα δάση και συνήθως βοηθούν στην ευφορία της γης, συντρέχουν τα ορφανά, βοηθούν στην αποκατάσταση άντρες που έχουν μείνει χωρίς γυναίκα.

Ανάμεσα σε αυτό το σύμπαν ξεχωρίζουν ηρωικές μορφές της σερβικής ιστορίας, που πέρασαν στη σφαίρα του θρύλου, όπως ο Μίλος Όμπιλιτς, ήρωας στη μάχη του Κοσσυφοπεδίου (1389) των Σέρβων με τους Τούρκους.

Θα σταθώ σε αυτό το παραμύθι γιατί δείχνει δύο πράγματα: αιτιολογεί ορισμένα τοπωνύμια (Της γριάς η μύτη, Κακός λαιμός) και ταυτόχρονα δείχνει ανάγλυφα πώς ένα ιστορικό πρόσωπο αποκτά διαστάσεις θρυλικές: όταν οι Τούρκοι αποκεφάλισαν τον Μίλος εκείνος «πήρε το κεφάλι του αγκαλιά και άρχισε να τρέχει στους δικούς του. Τον είδε μια κόρη, που σκάλιζε με τη μάνα της τ’ αραποσίτια και είπε: — Αχ! μάνα, κοίτα εκείνο το παληκάρι που τρέχει και κρατά το κεφάλι του αγκαλιά! Και η μάνα της τής αποκρίθηκε: — Σκάσε, μωρή γρουσούζα θυγατέρα, θα το ματιάσεις το παλικάρι, που να σου βγουν τα μάτια! Στη στιγμή ο Μίλος έπεσε νεκρός, και η κόρη έμεινε τυφλή.»

 

Συμβολή στη Βαλκανολογία

Το βιβλίο περιέχει 23 συνολικά παραμύθια. Θα πρέπει να σημειωθεί ο μόχθος που κατέβαλε ο Ράντιτς να σχολιάσει εύστοχα κάθε διήγηση και να την εντάξει, με οδηγό τη σχετική βαλκανική βιβλιογραφία, στα συμφραζόμενα της λαϊκής σερβικής λογοτεχνίας ή στην ευρωπαϊκή ιστορία των παραμυθιών. Στο τμήμα αυτό του βιβλίου, που ακολουθεί τα παραμύθια, δικαιολογεί και τις μεταφραστικές του επιλογές του για λέξεις ελληνικές που ηχούν κάπως παράξενα σήμερα (μοιράρης — αυτός που μοιράζει μοίρες, Γελάδης — γιος της αγελάδας). Γενικά, η γλώσσα της μετάφρασης είναι όμορφη και στρωτή, φλερτάρει συχνά με γλωσσικούς τύπους που συναντούμε σε ελληνικά παραμύθια και στα σχόλια ο Ράντιτς διευκρινίζει σημεία που ίσως μένουν θολά στον αναγνώστη. Είναι, πράγματι, αξιοθαύμαστο πώς κατάφερε ο μεταφραστής μετά από ένδεκα χρόνια παραμονής στην Αθήνα να εντρυφήσει στην ελληνική γλώσσα και να παρακολουθεί νοήματα πλούσια σε σημασίες και περιεχόμενο. Θα ήταν δε παράλειψη να μην αναφερθούμε στις βινιέτες που κοσμούν το βιβλίο. Όλες είναι καμωμένες με μεράκι και τέχνη από τον Μομτσήλο Ράντιτς και προέρχονται κυρίως από λιθανάγλυφα σερβικών μοναστηριών και ξυλόγλυπτα μοτίβα από ρόκες ή κεντήματα. Έτσι λοιπόν στον επιστημονικό χώρο της Βαλκανολογίας με αυτό το βιβλίο προσφέρονται τα σερβικά παραμύθια για μια συγκριτική εξέταση με τα υπόλοιπα της χερσονήσου της νοτιανατολικής Ευρώπης.

 

Μνήμες του σερβικού λαού

Δεκάδες μοτίβα διαμορφώνουν έναν κόσμο γοητευτικό και παράξενο για τον σύγχρονο άνθρωπο, όπου οργιάζει η φαντασία και η πίστη σε δυνάμεις υπερφυσικές. Μια τρίχα έχει γραμμένη πάνω της όλη την ιστορία και τα μυστικά, του κόσμου, μια κόρη δημιουργείται από άλιωτο χιόνι, ένα φίδι συνομιλεί με έναν βοσκό, ένας δράκος κουβεντιάζει με άλογο ή το ευγενικό άλογο Αβγκάρ φέρνει χαιρετίσματα από νεράιδες, μια αλεπού μεταμορφώνεται σε χρυσόμηλο.

Ο κόσμος αυτός συγκροτείται από απωθημένες φαντασιώσεις, ανεκπλήρωτες επιθυμίες, θαύματα, αναμνήσεις από λαϊκά αθλήματα (έφιππος αγώνας για την κατάκτηση της πανέμορφης κόρης) και κυρίως τερατόμορφες υπάρξεις (φτερωτό άλογο, βασιλιάς με κατσικίσια αυτιά, κυνοκέφαλοι), δαιμονικά βαμπίρ και θηλυκούς βρυκόλακες. Όλα αυτά τα μοτίβα, όσο απίστευτα να φαίνονται στο νου μας συγκροτούν τις αρχαιότερες μνήμες του σερβικού λαού, τις απαρχές του σερβικού πολιτισμού.

Σαφώς σε όλα αυτά τα συναρπαστικά σερβικά παραμύθια υπάρχει κάτι που σήμερα το έχουμε χάσει: μια οικολογική διάσταση, ο στενός σύνδεσμος με τη φύση, ο θαυμασμός για τα στοιχεία και στοιχειά της, και ο αγώνας για επιβίωση, κύριο χαρακτηριστικό της αγροτικής κοινωνίας και του λαϊκού πολιτισμού, όπως διαμορφώθηκε στα Βαλκάνια κατά την Τουρκοκρατία. Ο άνθρωπος που πλάθει τα παραμύθια αυτά και οι ακροατές του που τα μεταπλάθουν και τα μεταμορφώνουν στις δικές τους διηγήσεις είναι υπάρξεις που απορούν για τον κόσμο, φυσικό και υπερφυσικό. Αυτή η λαϊκή καρδιά στοχάζεται για την παρουσία του ανθρώπου πάνω στη γη και νιώθει τα όριά του, την μικρότητά του και αισθάνεται απλά ένας κρίκος μέσα στην αλυσίδα του μυστηρίου της ζωής.

Τα σερβικά παραμύθια ανήκουν σε μια εποχή που ο κόσμος, όχι μόνο παρατηρούσε με την όρασή του αλλά ταυτόχρονα ήταν εξασκημένος να ακούει. Είτε ως διήγηση που συντηρούσαν οι κοινότητες, είτε ως ακρόαμα επαγγελματιών παραμυθάδων τα παραμύθια πρόσφεραν αυτό που σημαίνει στα ελληνικά η λέξη: παραμυθία, δηλαδή παρηγοριά και ανακούφιση.

Σήμερα στον πολιτισμό που δομείται στη λογική του οπτικού μηνύματος διάρκειας ενός βίντεο κλιπ, τα υποκατάστατα του παραμυθιού τα βρίσκουμε στις ταινίες του Σπήλμπεργκ, σε αστυνομικά με σούπερ ήρωες αθάνατους ή πιο πρόσφατα στην μεγάλη επιτυχία του Χάρι Πότερ.

Όμως, τα σερβικά παραμύθια έρχονται να μας συνδέσουν με έναν κόσμο λησμονημένο, άγνωστο και δυστυχώς αρκετά υποτιμημένο από τη σύγχρονη σκέψη. Στο αίτημα για μια σημερινή προσέγγιση των παραμυθιών έρχονται οι σύγχρονοι αφηγητές-τεχνίτες να μας προσοικειώσουν με τον άγνωστο κόσμο της λαϊκής φαντασίας και να γευτούμε την ομορφιά και τη γοητεία τους.

Ιωσήφ Βιβιλάκης
Επ. Καθηγητής Τμήματος Θεατρικών Σπουδών
Πανεπιστημίου Αθηνών

 


* Ο ορισμός στο βιβλίο του Μιχάλη Μερακλή, Τα παραμύθια μας, εκδ. Εντός, Αθήνα 2001, σ. 15.

Δεν υπάρχουν σχόλια: