γράφει η Μαρία Κατσοπούλου, Φεβρουάριος 2020
Είναι ωραίο να νομίζεις ότι ζεις ευτυχής. Ότι είσαι καλά, ότι τα πάντα ρέουν μέσα σε μια γαλήνη, την οποία περίμενες καρτερικά, την έχεις βρει και την απολαμβάνεις. Και γιατί όχι, καμαρώνεις κιόλας.
Σε αθηναϊκά μπαράκια, σε λιμάνια και σε στενά δρομάκια, άνθρωποι μοναχικοί, νοσταλγικοί, βιώνουν τον έρωτα και την απώλεια, την απόγνωση και την ενοχή μέσα από δώδεκα παραληρηματικούς μονολόγους και διηγήσεις. Ο συγγραφέας
Μάνθος Γιουρτζόγλου μας παραδίδει ένα
Ντελίριο ερωτικής περιπλάνησης μα και αποπλάνησης, μέσα από νησιώτικα τοπία και νυχτερινούς περιπάτους, ανάμεσα σε μουράγια και ορεινά χωριά, με τους πότε απαλούς και πότε ξέφρενους ήχους της τζαζ να αγριεύουν τους αγέρηδες του καλοκαιριού και να ανασύρουν μακρινές, επώδυνες αναμνήσεις.
Μια προδοσία με τέλος τραγικό, μια πανσέληνος καλοκαιρινή, συνευρέσεις της μιας βραδιάς και παράφορες αγριότητες, γνωριμίες μοιραίες ποτισμένες με αλκοόλ και όχι μόνο, συνθέτουν το μωσαϊκό της σκοτεινής πλευράς του ερωτικού πάθους εφήμερων εραστών. Οι μουσικές των John Coltrane, Dexter Gordon, Lee Morgan και Steve Lacy αναμειγμένες με το μπιτ της techno και της house συνοδεύουν την ατμοσφαιρική αφήγηση των νεο-νουάρ ιστοριών, ζωντανεύουν μνήμες, εντείνουν τις σιωπηλές κραυγές και καλωσορίζουν βίαια τον αναγνώστη στο ερεβώδες κλίμα της λαγνείας, της ζήλιας και της μέχρις εσχάτων αφοσίωσης.
Όλοι κάποιον αναζητούν τελικά. Κι εδώ και παντού. Σε κάθε γωνία. Σε κάθε τόπο, κάθε ώρα, όλοι κάποιον αναζητούν. Να λυτρωθούν, να ξαποστάσουν ή να καταστραφούν. Περιφερόμενες μοναξιές με ανάγκη να βρεθούν και να συμπορευτούν.
Ο
Μάνθος Γιουρτζόγλου σκιαγραφεί τους χαρακτήρες του με γλωσσική αμεσότητα, συναισθηματικούς, απελπισμένους και αποφασιστικούς μέσα σε γκριζόμαυρες εικόνες αιφνιδιαστικής σκληρότητας, που, αν μη τι άλλο, αφήνουν μια γνώριμη πικρή γεύση ακόμα και στους αμύητους ουρανίσκους των λαβυρίνθων της φαντασίας.