γράφει ο Βασίλης Κ Καλαμαράς | Εφημερίδα των συντακτών,
5 Ιουλίου 2019 »»
Ριζοσπαστικές Αναγνώσεις: 150 χρόνια από τη γέννηση της Έμμα Γκόλντμαν (1869–1940).
Ακριβώς εκατόν πενήντα χρόνια κλείνουν φέτος από τη γέννηση της Έμμα Γκόλντμαν και η επανακυκλοφορία στα ελληνικά του βιβλίου της Η απογοήτευσή μου στη Ρωσία είναι μία πρώτης τάξης ευκαιρία να θυμηθούμε την προσωπικότητα και το έργο της πρωτοπόρας αναρχοκομμουνίστριας. Είχε γεννηθεί στις 27 Ιουνίου (με το παλιό ημερολόγιο) 1869 σε μία εβραϊκή οικογένεια που διατηρούσε πανδοχείο στο Κάουνας της Λιθουανίας.
Ομως ήδη από την προεφηβική της ηλικία θα ακολουθήσει τον δύσκολο δρόμο της μετανάστευσης, αφού σε ηλικία δεκατριών ετών θα βρεθεί στην Πετρούπολη, λόγω των κατασταλτικών μέτρων μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου Β΄. Θα αναγκαστεί να εργαστεί σε εργοστάσιο, όπου θα έρθει σε επαφή με τις επαναστατικές ιδέες, ενώ η ανάγνωση του έργου «Τι να κάνουμε;» του Νικολάι Τσερνιέφσκι θα την οδηγήσει να επιλέξει τον δρόμο του αναρχισμού.
Και πάλι η βιοτική μέριμνα θα την υποχρεώσει να περάσει τον Ατλαντικό, με προορισμό την Αμερική. Στον Νέο Κόσμο θα τη χαράξει η εξέγερση που σημειώθηκε στις 4 Μαΐου του 1886 στην πλατεία Χέιμαρκετ του Σικάγου, όταν αναρχικοί διαδήλωσαν υπέρ των απεργών εργατών και συγκρούστηκαν με την αστυνομία. Τέσσερις από τους συλληφθέντες δικάστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες και εκτελέστηκαν με απαγχονισμό. Από κει και πέρα, η Έμμα Γκόλντμαν θα ακολουθήσει τον μονόδρομο του ακτιβισμού και θα φυλακιστεί τρεις φορές, το 1901, το 1916 και το 1917. Θα μείνουμε στην τελευταία, γιατί μετά θα ακολουθήσει η απέλασή της στη Ρωσία.
Οταν φτάνει στη Ρωσία, όπου θα παραμείνει περίπου δεκαπέντε μήνες, αν και δεν ανήκει ιδεολογικά στους μπολσεβίκους, η σοβιετική κυβέρνηση θα προσπαθήσει να τη μεταστρέψει στο δικό της στρατόπεδο, με επινοημένες και σκηνοθετημένες συναντήσεις. Ωστόσο, αυτή δεν θα αντέξει την ψευδολογία και την υποκρισία, αν και τον πρώτο χρόνο προσπαθούσε να πείσει τον εαυτό της ότι η επανάσταση κερδήθηκε με και υπέρ του λαού. «Παρατηρούσα, μελετούσα, ταξίδευα πολύ σε διαφορετικά μέρη της χώρας, άκουγα γνώμες, από όλο το πολιτικό φάσμα, φίλους και εχθρούς των Μπολσεβίκων... όλα με έπειθαν για τη φριχτή απάτη που τύφλωνε τα μάτια του κόσμου».
Γι' αυτό το κείμενό της διαβάζεται και ως μία αυτοβιογραφία περασμένη μέσα από το φίλτρο της αποτυχημένης Επανάστασης, κοιταγμένης όμως στον καθρέφτη μιας αξιόπιστης δημοσιογραφικής έρευνας, καθώς γνωρίζει από κοντά τον Λένιν, τον Ζηνόβιεφ, τον Λουνατσάρσκι, τον Κροπότκιν, την Κολοντάι, τον Γκόρκι, τον Τζον Ριντ. Με ευθυκρισία και γνώση, ακόμη κι αν δεν συμφωνεί, δεν καταδικάζει ευκόλως, αλλά κυρίως προσπαθεί να καταλάβει, εξου και εκπονεί ένα ζωντανό ψυχογράφημά τους.
Ναι, παραδέχεται ότι η Ρωσική Επανάσταση υπήρξε η λιγότερο βίαιη από όλες τις επαναστάσεις. Ομως τι να το κάνεις: «Οταν μια ασήμαντη μειοψηφία επιχειρεί να δημιουργήσει ένα απολυταρχικό κράτος, αναγκαστικά θα προσφύγει στην καταπίεση και την τρομοκρατία». Ο αντιρρητικός λόγος των κομμουνιστών στην κριτική της προβάλλει ως επιχείρημά του ότι η Ρωσία πολεμάει τα αφεντικά και είναι ανήθικο για έναν επαναστάτη να συνασπίζεται ενάντια στους εργάτες την ώρα της μάχης. Η Έμμα Γκόλντμαν δεν το αποδέχεται, καθώς το αντιμετωπίζει ως καθαρή δημαγωγία που μετέρχονται οι μπολσεβίκοι για να φιμώσουν την κριτική της.
Βεβαίως και δεν κρύβει ότι τη μεταχειρίστηκαν προνομιακά και βεβαιώνει ότι αν είχε υπηρετήσει το καθεστώς θα είχε περάσει ακόμη καλύτερα. Εν τούτοις, δεν επιλέγει τη σιωπηλή συγκατάθεση. Γιατί, όπως λέει η ίδια, χωρίς να κρύβεται πίσω από το δάχτυλό της: «Αν δεν ύψωνα φωνή ενάντια στην προδοσία της Ρωσικής Επανάστασης θα γινόμουν συνένοχη.
Η Επανάσταση και η ευημερία των μαζών μέσα και έξω από τη Ρωσία είναι για μένα πολύ πιο σημαντικά από τις προσωπικές γνωριμίες με τους Κομμουνιστές. Δεν είναι δυνατόν να συσκοτίσουν το αίσθημα δικαίου, να με εμποδίσουν να μιλήσω στον κόσμο για αυτά τα δύο χρόνια που πέρασα στη Ρωσία». Η εν διωγμώ Έμμα Γκόλντμαν δεν χωρούσε ούτε στην Αμερική του άκρατου καπιταλισμού ούτε στη Ρωσία του ψευδεπίγραφου σοσιαλισμού.
5 Ιουλίου 2019 »»
Ριζοσπαστικές Αναγνώσεις: 150 χρόνια από τη γέννηση της Έμμα Γκόλντμαν (1869–1940).
Ακριβώς εκατόν πενήντα χρόνια κλείνουν φέτος από τη γέννηση της Έμμα Γκόλντμαν και η επανακυκλοφορία στα ελληνικά του βιβλίου της Η απογοήτευσή μου στη Ρωσία είναι μία πρώτης τάξης ευκαιρία να θυμηθούμε την προσωπικότητα και το έργο της πρωτοπόρας αναρχοκομμουνίστριας. Είχε γεννηθεί στις 27 Ιουνίου (με το παλιό ημερολόγιο) 1869 σε μία εβραϊκή οικογένεια που διατηρούσε πανδοχείο στο Κάουνας της Λιθουανίας.
Ομως ήδη από την προεφηβική της ηλικία θα ακολουθήσει τον δύσκολο δρόμο της μετανάστευσης, αφού σε ηλικία δεκατριών ετών θα βρεθεί στην Πετρούπολη, λόγω των κατασταλτικών μέτρων μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου Β΄. Θα αναγκαστεί να εργαστεί σε εργοστάσιο, όπου θα έρθει σε επαφή με τις επαναστατικές ιδέες, ενώ η ανάγνωση του έργου «Τι να κάνουμε;» του Νικολάι Τσερνιέφσκι θα την οδηγήσει να επιλέξει τον δρόμο του αναρχισμού.
Και πάλι η βιοτική μέριμνα θα την υποχρεώσει να περάσει τον Ατλαντικό, με προορισμό την Αμερική. Στον Νέο Κόσμο θα τη χαράξει η εξέγερση που σημειώθηκε στις 4 Μαΐου του 1886 στην πλατεία Χέιμαρκετ του Σικάγου, όταν αναρχικοί διαδήλωσαν υπέρ των απεργών εργατών και συγκρούστηκαν με την αστυνομία. Τέσσερις από τους συλληφθέντες δικάστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες και εκτελέστηκαν με απαγχονισμό. Από κει και πέρα, η Έμμα Γκόλντμαν θα ακολουθήσει τον μονόδρομο του ακτιβισμού και θα φυλακιστεί τρεις φορές, το 1901, το 1916 και το 1917. Θα μείνουμε στην τελευταία, γιατί μετά θα ακολουθήσει η απέλασή της στη Ρωσία.
Απέλαση στη Ρωσία
Την τελευταία φορά κατηγορείται ότι συμμετείχε σε διαδηλώσεις εναντίον του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου με κυρίαρχο αίτημα τη μη στρατολόγηση. Ο ισχυρός άντρας της Υπηρεσίας Πληροφοριών Τζέι Εντγκαρ Χούβερ θα ζητήσει την απέλασή της στη Ρωσία, όπερ και εγένετο. «Οταν το δικαστήριο της Πολιτείας της Νέας Υόρκης, με δόλιες μεθοδεύσεις, μού στέρησε τα πολιτικά μου δικαιώματα και την αμερικάνικη υπηκοότητα που είχα τριάντα δύο χρόνια, παραιτήθηκα από το δικαίωμά μου να κάνω έφεση, έχοντας αποφασίσει να γυρίσω στη Ρωσία, για να βοηθήσω στο σπουδαίο έργο. Πίστευα με πάθος ότι οι Μπολσεβίκοι προωθούν την Επανάσταση και μοχθούν για λογαριασμό του λαού».Οταν φτάνει στη Ρωσία, όπου θα παραμείνει περίπου δεκαπέντε μήνες, αν και δεν ανήκει ιδεολογικά στους μπολσεβίκους, η σοβιετική κυβέρνηση θα προσπαθήσει να τη μεταστρέψει στο δικό της στρατόπεδο, με επινοημένες και σκηνοθετημένες συναντήσεις. Ωστόσο, αυτή δεν θα αντέξει την ψευδολογία και την υποκρισία, αν και τον πρώτο χρόνο προσπαθούσε να πείσει τον εαυτό της ότι η επανάσταση κερδήθηκε με και υπέρ του λαού. «Παρατηρούσα, μελετούσα, ταξίδευα πολύ σε διαφορετικά μέρη της χώρας, άκουγα γνώμες, από όλο το πολιτικό φάσμα, φίλους και εχθρούς των Μπολσεβίκων... όλα με έπειθαν για τη φριχτή απάτη που τύφλωνε τα μάτια του κόσμου».
Αξιόπιστη έρευνα
Το χρονικό-μαρτυρία «Η απογοήτευσή μου στη Ρωσία» κυκλοφόρησε ελλιπές το 1923 και τον επόμενο χρόνο τυπώθηκε άλλος ένας τόμος. Αν και το έργο έχει καθιερωθεί με αυτόν τον τίτλο λόγω επιλογής του εκδότη, η συγγραφέας του είχε επιλέξει να το τιτλοφορήσει -χωρίς μελοδραματισμούς και συναισθηματισμούς- «Τα δυο χρόνια μου στη Ρωσία». Η Έμμα Γκόλντμαν, αν και από τις πρώτες ημέρες συνειδητοποιεί ότι κάτι δεν πάει καλά σε αυτή τη νέα σοσιαλιστική χώρα, ωστόσο δεν φθάνει σε εύκολα συμπεράσματα, καθώς αναζητάει να βρει την αλήθεια και όχι να στρατοπεδεύσει δογματικά σ ένα συμπέρασμα.Γι' αυτό το κείμενό της διαβάζεται και ως μία αυτοβιογραφία περασμένη μέσα από το φίλτρο της αποτυχημένης Επανάστασης, κοιταγμένης όμως στον καθρέφτη μιας αξιόπιστης δημοσιογραφικής έρευνας, καθώς γνωρίζει από κοντά τον Λένιν, τον Ζηνόβιεφ, τον Λουνατσάρσκι, τον Κροπότκιν, την Κολοντάι, τον Γκόρκι, τον Τζον Ριντ. Με ευθυκρισία και γνώση, ακόμη κι αν δεν συμφωνεί, δεν καταδικάζει ευκόλως, αλλά κυρίως προσπαθεί να καταλάβει, εξου και εκπονεί ένα ζωντανό ψυχογράφημά τους.
Ναι, παραδέχεται ότι η Ρωσική Επανάσταση υπήρξε η λιγότερο βίαιη από όλες τις επαναστάσεις. Ομως τι να το κάνεις: «Οταν μια ασήμαντη μειοψηφία επιχειρεί να δημιουργήσει ένα απολυταρχικό κράτος, αναγκαστικά θα προσφύγει στην καταπίεση και την τρομοκρατία». Ο αντιρρητικός λόγος των κομμουνιστών στην κριτική της προβάλλει ως επιχείρημά του ότι η Ρωσία πολεμάει τα αφεντικά και είναι ανήθικο για έναν επαναστάτη να συνασπίζεται ενάντια στους εργάτες την ώρα της μάχης. Η Έμμα Γκόλντμαν δεν το αποδέχεται, καθώς το αντιμετωπίζει ως καθαρή δημαγωγία που μετέρχονται οι μπολσεβίκοι για να φιμώσουν την κριτική της.
Το μασκάρεμα της τυραννίας
«Δεν είναι αλήθεια ότι ο Ρωσικός λαός πολεμάει τα αφεντικά, η αλήθεια είναι το κράτος των Μπολσεβίκων-όπως έκαναν οι μπουρζουάδες βιομήχανοι- κρατάει με την απειλή των όπλων το λαό μακριά από την εξουσία. Οι Μπολσεβίκοι μασκαρεύουν την τυραννία τους με συνθήματα που συγκινούν τον κόσμο: έτσι κατάφεραν να τυφλώσουν τις μάζες. Ακριβώς επειδή είμαι επαναστάτρια αρνούμαι να συνεργαστώ με την άρχουσα τάξη, που στη Ρωσία ονομάζεται Κομμουνιστικό Κόμμα», ξεμασκαρεύει την μπολσεβίκικη ρητορική.Βεβαίως και δεν κρύβει ότι τη μεταχειρίστηκαν προνομιακά και βεβαιώνει ότι αν είχε υπηρετήσει το καθεστώς θα είχε περάσει ακόμη καλύτερα. Εν τούτοις, δεν επιλέγει τη σιωπηλή συγκατάθεση. Γιατί, όπως λέει η ίδια, χωρίς να κρύβεται πίσω από το δάχτυλό της: «Αν δεν ύψωνα φωνή ενάντια στην προδοσία της Ρωσικής Επανάστασης θα γινόμουν συνένοχη.
Η Επανάσταση και η ευημερία των μαζών μέσα και έξω από τη Ρωσία είναι για μένα πολύ πιο σημαντικά από τις προσωπικές γνωριμίες με τους Κομμουνιστές. Δεν είναι δυνατόν να συσκοτίσουν το αίσθημα δικαίου, να με εμποδίσουν να μιλήσω στον κόσμο για αυτά τα δύο χρόνια που πέρασα στη Ρωσία». Η εν διωγμώ Έμμα Γκόλντμαν δεν χωρούσε ούτε στην Αμερική του άκρατου καπιταλισμού ούτε στη Ρωσία του ψευδεπίγραφου σοσιαλισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου