4.7.18

Μια φωνή

Γράφει ο Κωνσταντίνος Τζαμιώτης | Fractal,
Τετάρτη 4 Ιουλίου 2018 »»

Ειρήνη Σταματοπούλου, Ψιλή κυριότητα, εκδ. Απόπειρα

Σύμφωνα με τον Έλληνα νομοθέτη, η κυριότητα είναι κατά κανόνα πλήρης, επιτρέπεται δηλαδή πλήρως στον κύριο η χρήση και η κάρπωση του πράγματος. Κάποιες φορές όμως η κυριότητα στερείται (αποψιλώνεται) των στοιχείων αυτών και περιορίζεται στην εξουσία του κυρίου να διαθέσει το πράγμα (εξουσία διάθεσης). Στις περιπτώσεις αυτές η κυριότητα λέγεται ψιλή και το δικαίωμα χρήσης και κάρπωσης του πράγματος λέγεται επικαρπία.
Η ψιλή κυριότητα (όχι η πλήρης) μεταβιβάζεται από τον κύριο χωρίς την έγκριση του επικαρπωτή, δεν ισχύει όμως το αντίστροφο για την επικαρπία.

Η Λουίζα, η ηρωίδα του βιβλίου κυριολεκτικά μοιάζει να ξεπετάχτηκε από το κεφάλι του νομοθέτη. Γι’ αυτήν η ψιλή κυριότητα του εαυτού της, η αυτοδιάθεση της αν προτιμάτε, είναι σχεδόν ζήτημα ζωής και θανάτου.  Και εφαρμόζεται με ισόβια συνέπεια. Η Λουίζα μοιάζει ικανή να αποκολλάται από το είναι της, να μοιράζεται ή να πολλαπλασιάζεται προκειμένου να μεταβιβάσει την επικαρπία της ύπαρξης της χωρίς απαραίτητα την έγκριση του εκάστοτε οφειλόμενου. Με λίγα λόγια η ηρωίδα της Σταματοπούλου είναι περισσότερες από μία. Πρόκειται ωστόσο για ανάγκη, δικαίωμα ή ίσως κατόρθωμα που αφορά μόνον την ίδια Το γεγονός πως οι πάντες γύρω της δυσκολεύονται να πράξουν το ίδιο, πιθανόν να της προκαλεί ανία ή δυσφορία αλλά μας είναι δύσκολο να τη φανταστούμε να προτιμά να βρεθεί κυκλωμένη από πρόσωπα που σκέφτονται όπως εκείνη διότι σε μια τέτοια περίπτωση, η κοσμοθεωρία της απλώς θα κατέρρεε.

Στις ρωγμές της που είναι πολλές αν και δυσδιάκριτες, ρωγμές τις οποίες ωστόσο η Σταματοπούλου, διαπερνά με χειρουργική σχεδόν συνέπεια προκειμένου να καταδυθεί στο ψυχισμό της ηρωίδας της, αντικρίζουμε ένα κατακερματισμένο όν, δηλαδή ένα ανθρώπινο πλάσμα.

Ο Μπαλζάκ αν θυμάμαι καλά, δεν μπορούσε να κοιμηθεί αν τα σκεπάσματα του κρεβατιού του ήταν ζεστά. Έτσι διέθετε στο δωμάτιο του, μόνιμα, δύο κρεβάτια Το πρώτο το χρησιμοποιούσε όσο απαιτούνταν για να νυστάξει, το δεύτερο μόνο όταν ήταν ήδη έτοιμος να κοιμηθεί. «Παρατείνοντας» το παρόν εξασφάλιζε στο σώμα του την επιθυμητή θερμοκρασία χαρίζοντας στον εαυτό του την ηρεμία.
Φυσικά κάτι τύποι σαν τον Ναμπόκοφ ας πούμε πως δεν καλοβλέπουν αυτού του είδους τις ιδιορρυθμίες. «Μια λεπτή επίστρωση, προειδοποιεί, εγγύτατου ρεαλισμού καλύπτει τη φυσική και επίπλαστη ουσία, κι όποιος επιθυμεί να παραμείνει, μαζί με το παρόν, πάνω στο παρόν, θα τον παρακαλούσα να μη διασπάσει τη μεμβράνη έντασής της. Διαφορετικά ο μη έμπειρος θαυματοποιός θα ανακαλύψει πως δεν περπατά πάνω στην επιφάνεια του νερού αλλά καταδύεται ακάθεκτος ανάμεσα στα έκπληκτα ψάρια»  Κοινώς κινδυνεύει να πνιγεί.

Η Λουίζα, η ηρωίδα του βιβλίου αντιμετωπίζει με τον θερμοστάτη της παρόμοια προβλήματα με εκείνα του ιδιοφυούς Γάλλου. Μόνο που ο δικός της θερμοστάτης δεν χρειάζεται δεύτερο κρεβάτι μα μια δεύτερη Λουίζα. Ενώ ταξιδεύει με το σύντροφό της στο εξωτερικό θα δει τη ζωή της να ανατρέπεται όταν εισβάλει σ’ αυτήν ένα μυστηριώδες πρόσωπο, μια άλλη γυναίκα, η Όλια. Μια άγνωστη γυναίκα που εγκαθίσταται στο σπίτι της και η οποία σταδιακά παίρνει κυριολεκτικά τη θέση της αφού για τους άλλους, ως και για πρόσωπα οικεία που γνωρίζουν από πάντοτε τη Λουίζα, είναι αδύνατο να ξεχωρίσουν οποιαδήποτε διαφορά.

Η Σταματοπούλου μας κλείνει το μάτι σαν να μας λέει πως η ζωή δεν είναι τίποτε άλλο από ατέρμονη περιδίνηση γύρω από τις ζωές των άλλων που με τη σειρά τους περιδινούνται γύρω από τις ζωές προσώπων με τα ίδια χαρακτηριστικά. Μέσα σ’ αυτό το ανοικονόμητο σύμπαν των οργιαστικών δανεισμών, μιμήσεων, προσαρμογών, υποχωρήσεων, θριαμβευτικών επαναλήψεων και εξευτελιστικών βολιδοσκοπήσεων χαμένος βγαίνει πάντα όποιος αντιληφθεί πρώτος την απόλυτη υποταγή του στο φαινόμενο του τροπισμού που σηματοδοτεί την ύπαρξη κάθε εξαρτημένου οργανισμού.

Η Λουίζα ήδη από την αρχή της ιστορίας μοιάζει ιδανική υποψήφια για την ανάληψη αυτού του ρόλου. Και επειδή δημιουργήθηκε με μαστοριά δεν απογοητεύει κανέναν, ούτε καν την ίδια όπως κάθε άλλο ανυποψίαστο. Έτσι συνειδητοποιεί τη ζωή της όταν αυτή δεν της ανήκει πια. Όταν αντιλαμβάνεται πως οι επιλογές που την χρωμάτισαν, την καθόρισαν και ως ένα βαθμό επέβαλαν την διατήρηση της, όταν οι άνθρωποι και οι δικές τους επιλογές  που βεβαιώνουν πως υπήρξε πραγματική και όχι ορατή επινόηση εμπεριείχαν πάντοτε όσα κομμάτια αναζητούσε για τη συμπλήρωση μιας λογικής και άρα οικείας εικόνας του κόσμου. Υπεύθυνος για την αποτυχία της να τα συλλέξει υπήρξε αποκλειστικά η ίδια. Και γι’ αυτό αποποιείται την πλήρη κυριότητα του εαυτού της επιλέγοντας το μοντέλο της ψιλής κυριότητας.

Η Σταματοπούλου έγραψε ένα καλό βιβλίο. Είναι μια φωνή που βρίσκεται στον αντίποδα της κυρίαρχης «γυναικείας» γραφής. Είναι μια σύγχρονη και τολμηρή συγγραφέας. Και την ευχαριστούμε γι’ αυτό.

Δεν υπάρχουν σχόλια: