γράφει ο Φίλιππος Φιλίππου | Fractal,
Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2016 »»
Ο Γιώργος Ρούβαλης (Αθήνα, 1949), με σπουδές Ιστορίας, Κοινωνιολογίας και Νομικών στην Αθήνα και το Παρίσι, πρώην καθηγητής σε πανεπιστήμια του Μεξικού και της Βενεζουέλας), έχει στο ενεργητικό του, συλλογές ποιημάτων και διηγημάτων (κι ένα μυθιστόρημα, καθώς και βιβλία που σχετίζονται με το Ναύπλιο, την πόλη καταγωγής του, εξέδωσε πρόσφατα το βιβλίο Congo Cha Cha, το οποίο χαρακτηρίζει ιστορικό μυθιστόρημα. Το αφιερώνει στον πατέρα του Τάκη Ρούβαλη (1919-1984) αγωνιστή, δημοκράτη, τον ήρωά του, και στη μητέρα του Τερέζα Ρούβαλη (1918-1985), στήριγμα και έμπνευσή του, όπως γράφει. Το βιβλίο είναι αρκετά παράξενο, πρωτότυπο και ενδιαφέρον. Ενώ είναι μυθιστόρημα, αρχίζει με έναν χρονολογικό πίνακα του Κογκό με πρώτη καταχώρηση το 1830, όταν έγινε ανεξάρτητο το βασίλειο του Βελγίου (αποσχίσθηκαν επαρχίες της Γαλλίας και των Κάτω Χωρών), και τελευταία το 2000, όταν βελγική κοινοβουλευτική επιτροπή διερεύνησε τη δολοφονία το 1961 του Λουμούμπα, πρωθυπουργού της χώρας που ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας το 1960 (κατέληξε στο συμπέρασμα πως η βελγική κυβέρνηση είχε ηθική ευθύνη για τον θάνατό του). Στη συνέχεια, ο συγγραφέας παραθέτει έναν άλλο πίνακα με τους χαρακτήρες του βιβλίου και τα γεγονότα στα οποία εμπλέκονται. Έτσι, έχουμε στο τέλος του 19ου αιώνα την άφιξη των πρώτων Ελλήνων στο Κονγκό από το γειτονικό Σουδάν, τη Νότια Αφρική και τη Ροδεσία. Στην ακμή της, στις δεκαετίες του 60 και του 70, η ελληνική παροικία είχε 7.000 μέλη με συλλόγους, σχολεία και εκκλησίες. Τον Μάρτιο του 1964 φτάνει στην πρωτεύουσα του Κογκό Λεοπολντβίλ (σήμερα Κινσάσα), ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος, ο Τάκης Ράλλης, δηλαδή ο πατέρας του συγγραφέα. Το Πάσχα του 1965, ο Ράλλης επιστρέφει στην Ελλάδα και διορίζεται συμβολαιογράφος από την κυβέρνηση του Γεώργιου Παπανδρέου. Το 2012, η Άρτεμις, ανιψιά του Γιώργου, γιου του Τάκη, ξεκινάει μια διατριβή για το Βελγικό Κογκό και το Ανεξάρτητο Κογκό τις δεκαετίες ’50 και ’60, χρησιμοποιώντας τα γράμματα του Τάκη Ράλλη και διεξάγει έρευνα για την ιστορία και τον πολιτισμό της χώρας.
Στο μυθιστόρημα δεν υπάρχει αφηγητής. Όσα συμβαίνουν τα μαθαίνει ο αναγνώστης μέσω των επιστολών του κεντρικού ήρωα στη γυναίκα του, την Τερέζα, και στα παιδιά του, τον Γιώργο και την Αμαλία. Η ιστορία του Τάκη Ράλλη είναι συναρπαστική, ακόμα κι αν την μαθαίνουμε με τέτοιο ανορθόδοξο τρόπο, όπως είναι η παράθεση επιστολών και διαδοχικών εξομολογήσεων. Ο Τάκης πήγε από το Ναύπλιο στην Αθήνα το 1951, όταν δεν κατάφερε να σταδιοδρομήσει εκεί επαγγελματικά λόγω των διώξεων των λεγόμενων «εθνικοφρόνων» συμπολιτών του, οι οποίοι τον σαμποτάριζαν και τον συκοφαντούσαν επειδή στη διάρκεια της Κατοχής είχε αγωνιστεί μαζί με τη γυναίκα του κατά των κατακτητών μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΝ και του ΕΑΜ. Χαρακτηρίστηκαν και οι δύο κομμουνιστές, ενώ δεν ήταν παρά δημοκράτες και πατριώτες που ήθελαν τη απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Γερμανούς. Δεκεμβριανά, υποχώρηση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ από την Αθήνα, Συμφωνία της Βάρκιζας, επιστροφή, Εμφύλιος, διώξεις, ΕΔΑ, καραμανλοκρατία. Ο Τάκης, δικηγόρος πλέον (η Τερέζα έγινε οδοντίατρος), κατέβηκε στις εκλογές του 1961 ως υποψήφιος της Αριστεράς στο νομό Αργολίδας και εξέδιδε μια μαχητική εφημερίδα, τη Μάχη. Μην αντέχοντας το εμφυλιοπολεμικό κλίμα στο Ναύπλιο, έφυγε μετανάστης στο Κογκό, όπου εργάζονταν συγγενείς και φίλοι. Άνοιξε μια επιχείρηση εστίασης και πήγαινε καλά, έκανε φιλόδοξο πρόγραμμα για τη ζωή του, ώσπου στην Ελλάδα άλλαξαν τα πράγματα προς το καλύτερο με την άνοδο στην εξουσία της Ένωσης Κέντρου. Ο Τάκης Ράλλης επέστρεψε στην οικογένειά του, διορίστηκε συμβολαιογράφος και κατάφερε να σπουδάσει τα παιδιά του. Γι’ αυτόν, το Κονγκό έμεινε μια μακρινή ανάμνηση, το ίδιο και οι γυναίκες που γνώρισε στην Αφρική.
Ωστόσο, ο Γιώργος Ρούβαλης δεν αρκείται στην εξιστόρηση των περιπετειών του ήρωά του, αλλά ενδιαφέρεται να προσφέρει στους αναγνώστες του πλήθος πληροφοριών για το Κονγκό. Αυτό μπορεί να αποβαίνει σε βάρος της πλοκής (το βιβλίο, φορτωμένο με ιστορικά στοιχεία, είναι πολυσέλιδο), από την άλλη προσφέρει πολύτιμες ιστορικές γνώσεις. Π.χ. πόσοι γνωρίζουν πως το 1965 έφτασε στο Κονγκό ο Ερνέστο Γκεβάρα με 200 μαύρους Κουβανούς και ηγήθηκε του αντάρτικου που ξέσπασε στη χώρα; Σύντομα οι μαχητές του κουράστηκαν από την αναποτελεσματικότητα του αγώνα τους κι εκείνος πήγε στη Βολιβία, επικεφαλής άλλου αντάρτικου, όπου σκοτώθηκε. Εκείνοι που επιδιώκουν να μάθουν πολλά για τη συγκεκριμένη αφρικανική χώρα θα τα βρουν στο Congo Cha Cha, δεδομένου ότι ο Ρούβαλης χρειάστηκε να διαβάσει πολλά βιβλία, κυρίως γαλλικά, για να το γράψει.
Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2016 »»
Ο Γιώργος Ρούβαλης (Αθήνα, 1949), με σπουδές Ιστορίας, Κοινωνιολογίας και Νομικών στην Αθήνα και το Παρίσι, πρώην καθηγητής σε πανεπιστήμια του Μεξικού και της Βενεζουέλας), έχει στο ενεργητικό του, συλλογές ποιημάτων και διηγημάτων (κι ένα μυθιστόρημα, καθώς και βιβλία που σχετίζονται με το Ναύπλιο, την πόλη καταγωγής του, εξέδωσε πρόσφατα το βιβλίο Congo Cha Cha, το οποίο χαρακτηρίζει ιστορικό μυθιστόρημα. Το αφιερώνει στον πατέρα του Τάκη Ρούβαλη (1919-1984) αγωνιστή, δημοκράτη, τον ήρωά του, και στη μητέρα του Τερέζα Ρούβαλη (1918-1985), στήριγμα και έμπνευσή του, όπως γράφει. Το βιβλίο είναι αρκετά παράξενο, πρωτότυπο και ενδιαφέρον. Ενώ είναι μυθιστόρημα, αρχίζει με έναν χρονολογικό πίνακα του Κογκό με πρώτη καταχώρηση το 1830, όταν έγινε ανεξάρτητο το βασίλειο του Βελγίου (αποσχίσθηκαν επαρχίες της Γαλλίας και των Κάτω Χωρών), και τελευταία το 2000, όταν βελγική κοινοβουλευτική επιτροπή διερεύνησε τη δολοφονία το 1961 του Λουμούμπα, πρωθυπουργού της χώρας που ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας το 1960 (κατέληξε στο συμπέρασμα πως η βελγική κυβέρνηση είχε ηθική ευθύνη για τον θάνατό του). Στη συνέχεια, ο συγγραφέας παραθέτει έναν άλλο πίνακα με τους χαρακτήρες του βιβλίου και τα γεγονότα στα οποία εμπλέκονται. Έτσι, έχουμε στο τέλος του 19ου αιώνα την άφιξη των πρώτων Ελλήνων στο Κονγκό από το γειτονικό Σουδάν, τη Νότια Αφρική και τη Ροδεσία. Στην ακμή της, στις δεκαετίες του 60 και του 70, η ελληνική παροικία είχε 7.000 μέλη με συλλόγους, σχολεία και εκκλησίες. Τον Μάρτιο του 1964 φτάνει στην πρωτεύουσα του Κογκό Λεοπολντβίλ (σήμερα Κινσάσα), ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος, ο Τάκης Ράλλης, δηλαδή ο πατέρας του συγγραφέα. Το Πάσχα του 1965, ο Ράλλης επιστρέφει στην Ελλάδα και διορίζεται συμβολαιογράφος από την κυβέρνηση του Γεώργιου Παπανδρέου. Το 2012, η Άρτεμις, ανιψιά του Γιώργου, γιου του Τάκη, ξεκινάει μια διατριβή για το Βελγικό Κογκό και το Ανεξάρτητο Κογκό τις δεκαετίες ’50 και ’60, χρησιμοποιώντας τα γράμματα του Τάκη Ράλλη και διεξάγει έρευνα για την ιστορία και τον πολιτισμό της χώρας.
Στο μυθιστόρημα δεν υπάρχει αφηγητής. Όσα συμβαίνουν τα μαθαίνει ο αναγνώστης μέσω των επιστολών του κεντρικού ήρωα στη γυναίκα του, την Τερέζα, και στα παιδιά του, τον Γιώργο και την Αμαλία. Η ιστορία του Τάκη Ράλλη είναι συναρπαστική, ακόμα κι αν την μαθαίνουμε με τέτοιο ανορθόδοξο τρόπο, όπως είναι η παράθεση επιστολών και διαδοχικών εξομολογήσεων. Ο Τάκης πήγε από το Ναύπλιο στην Αθήνα το 1951, όταν δεν κατάφερε να σταδιοδρομήσει εκεί επαγγελματικά λόγω των διώξεων των λεγόμενων «εθνικοφρόνων» συμπολιτών του, οι οποίοι τον σαμποτάριζαν και τον συκοφαντούσαν επειδή στη διάρκεια της Κατοχής είχε αγωνιστεί μαζί με τη γυναίκα του κατά των κατακτητών μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΝ και του ΕΑΜ. Χαρακτηρίστηκαν και οι δύο κομμουνιστές, ενώ δεν ήταν παρά δημοκράτες και πατριώτες που ήθελαν τη απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Γερμανούς. Δεκεμβριανά, υποχώρηση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ από την Αθήνα, Συμφωνία της Βάρκιζας, επιστροφή, Εμφύλιος, διώξεις, ΕΔΑ, καραμανλοκρατία. Ο Τάκης, δικηγόρος πλέον (η Τερέζα έγινε οδοντίατρος), κατέβηκε στις εκλογές του 1961 ως υποψήφιος της Αριστεράς στο νομό Αργολίδας και εξέδιδε μια μαχητική εφημερίδα, τη Μάχη. Μην αντέχοντας το εμφυλιοπολεμικό κλίμα στο Ναύπλιο, έφυγε μετανάστης στο Κογκό, όπου εργάζονταν συγγενείς και φίλοι. Άνοιξε μια επιχείρηση εστίασης και πήγαινε καλά, έκανε φιλόδοξο πρόγραμμα για τη ζωή του, ώσπου στην Ελλάδα άλλαξαν τα πράγματα προς το καλύτερο με την άνοδο στην εξουσία της Ένωσης Κέντρου. Ο Τάκης Ράλλης επέστρεψε στην οικογένειά του, διορίστηκε συμβολαιογράφος και κατάφερε να σπουδάσει τα παιδιά του. Γι’ αυτόν, το Κονγκό έμεινε μια μακρινή ανάμνηση, το ίδιο και οι γυναίκες που γνώρισε στην Αφρική.
Ωστόσο, ο Γιώργος Ρούβαλης δεν αρκείται στην εξιστόρηση των περιπετειών του ήρωά του, αλλά ενδιαφέρεται να προσφέρει στους αναγνώστες του πλήθος πληροφοριών για το Κονγκό. Αυτό μπορεί να αποβαίνει σε βάρος της πλοκής (το βιβλίο, φορτωμένο με ιστορικά στοιχεία, είναι πολυσέλιδο), από την άλλη προσφέρει πολύτιμες ιστορικές γνώσεις. Π.χ. πόσοι γνωρίζουν πως το 1965 έφτασε στο Κονγκό ο Ερνέστο Γκεβάρα με 200 μαύρους Κουβανούς και ηγήθηκε του αντάρτικου που ξέσπασε στη χώρα; Σύντομα οι μαχητές του κουράστηκαν από την αναποτελεσματικότητα του αγώνα τους κι εκείνος πήγε στη Βολιβία, επικεφαλής άλλου αντάρτικου, όπου σκοτώθηκε. Εκείνοι που επιδιώκουν να μάθουν πολλά για τη συγκεκριμένη αφρικανική χώρα θα τα βρουν στο Congo Cha Cha, δεδομένου ότι ο Ρούβαλης χρειάστηκε να διαβάσει πολλά βιβλία, κυρίως γαλλικά, για να το γράψει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου