10.2.16

Ανασκευάζοντας τη λογοτεχνική συγγραφή

Γράφει η Ειρήνη Σταματοπούλου | ο αναγνώστης , Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου, 2016 »»

Εάν επιχειρούσε κανείς να χαρακτηρίσει το βιβλίο του Δημήτρη Βούλγαρη θα προσέκρουε στην ανεπάρκεια των λέξεων. Εάν προσπαθούσε να το εντάξει σε κατηγορίες, θα έβρισκε μπροστά του την αδιαπερατότητα όσο και τη διαφάνεια της γραφής. Το ίδιο συμβαίνει και με τον συγγραφέα που μετεωρίζεται μεταξύ των ατραπών των λέξεων, των αναγνώσεων και του υβριδικού λογοτεχνικού εγχειρήματός του. Ο λόγος του, συνειρμικός αλλά όχι αφηρημένος, πληθωρικός και οικονομικός ταυτόχρονα, ανερμάτιστος αλλά και στιβαρός, δαιδαλώδης μα όχι ερμητικός, αντιστέκεται σε κάθε ευκολία και προχειρότητα και διαφεύγει κάθε απόπειρας εννοιολογήσεων και ερμηνειών. «Ποίηση είναι οτιδήποτε ξεφεύγει από τη μετάφραση», μας λένε οι λόγιοι και οι μελετητές, και η γοητεία του κειμένου οτιδήποτε εκκρεμεί μεταξύ των αρθρώσεων του λόγου και της στοίχισης των λέξεων, οτιδήποτε δεν αποτυπώνεται στον παραμορφωτικό καθρέφτη της γλώσσας. Άλλωστε, το ομολογεί και ο ίδιος ο συγγραφέας: «Βλέπεις, η σχέση μου μαζί τους [με τις λέξεις δηλαδή] είναι αμοιβαία. Είναι επιλογή μου να με προδώσουν γιατί είναι εγώ». Ή αλλού: «Σου πήρα δώρο ένα βιβλίο. Ενός κανονικού συγγραφέα. Με κανονικές λέξεις. Όχι σαν τις δικές μου που ξεπηδούν από τις σελίδες και τις αφήνουν λευκές». Οποιαδήποτε, λοιπόν, προσπάθεια αξιολογικής, κριτικής ή ερμηνευτικής προσέγγισης, εν προκειμένω αστοχεί. Η δημιουργική ανάγνωση είναι το μόνο που απομένει.