15.6.14

Η Χριστίνα Μανιά για το «Τράνζιτ»

Από την παρουσίαση του βιβλίου Τράνζιτ στο Βρυσάκι.

Όταν μου ανακοίνωσε η Αννίτα ότι βγάζει βιβλίο με τα κείμενά της χάρηκα πολύ γιατί ήξερα πόσο πολύ το ήθελε. Όμως δεν εξεπλάγην καθόλου.

Έχοντας διαβάσει κάποια από τα κείμενά της στο blog της (ομολογώ πως δεν ήταν και πολλά – δυστυχώς παραμένω παραδοσιακά πιστή στο χαρτί και το μελάνι και δεν μπαίνω πολύ στο διαδίκτυο παρά μόνο για δουλειά.) ήξερα πως ήταν θέμα χρόνου να την ανακαλύψουν και να της ζητήσουν να τα εκδώσει. Δεν της το είχα πει τότε αλλά το πίστευα ακράδαντα πως θα γινόταν αργά ή γρήγορα.

Όταν αποφασίσαμε να συμμετάσχω στην παρουσίαση του βιβλίου της (και λέω αποφασίσαμε γιατί ήταν μία αμοιβαία επιθυμία που εκφράστηκε ταυτόχρονα) δεν είχα δει ούτε τα κείμενα ούτε το βιβλίο.

Για πρώτη φορά στη ζωή μου δεσμεύθηκα να μιλήσω για κάτι που δεν το είχα ως τότε διαβάσει.

Είναι σαφές πως δεν ανησυχούσα για το αν θα ήταν κάτι καλό γιατί όπως προείπα γνωρίζοντας την Αννίτα και κάποια από τα κείμενά της ήμουν σίγουρη για το αποτέλεσμα. Και καθώς το να μιλήσω για κάποιο βιβλίο είναι κάτι που το έχω κάνει πολλές φορές δεν προβληματίστηκα καθόλου.

Όταν όμως πήρα το βιβλίο στα χέρια μου και το διάβασα αγχώθηκα.

Αγχώθηκα γιατί αισθάνθηκα κάποιες στιγμές πως ήταν πολύ πιο δύσκολο για μένα από ότι πίστευα να μιλήσω για αυτά τα κείμενα.

Δεν είναι κρίση μετριοφροσύνης και ταπεινότητας ούτε προσπάθεια να αναδείξω στην υπερβολή του το συγγραφικό ταλέντο της φίλης μου.

Τα κείμενά της – και χρησιμοποιώ συνειδητά αυτό τον όρο και όχι τη λέξη διηγήματα – είναι τόσο καταιγιστικά, απολαυστικά άναρχα και γεμάτα που δυσκολεύτηκα να τα διαχειριστώ.

Δυσκολεύτηκα να τιθασεύσω και να βάλω σε τάξη τις σκέψεις και τα συναισθήματα που μου προκάλεσαν για να μπορέσω να εκφέρω μία συγκροτημένη και δομημένη άποψη για αυτά που έχει γράψει.

Τι να πρωτοπώ για αυτά τα ποιήματα σε πεζό λόγο, όπως τα αποκαλώ – που αν αφεθείς πάνω τους σε ταξιδεύουν στο χώρο, στο χρόνο και στα τρίσβαθα της ανθρώπινης ύπαρξης.

Για αυτά τα τόσο μικρά σε έκταση κείμενα- μερικά δεν ξεπερνούν τη μία σελίδα τα οποία κατακλύζουν τον αναγνώστη από εικόνες, αρώματα, γεύσεις., σκέψεις, προβληματισμούς, αναπολήσεις.

Κείμενα που – με τον δικό τους ιδιαίτερο τρόπο πάντα – άλλοτε είναι μια κραυγή αφύπνισης στην κοινωνία, άλλοτε αντικατοπτρίζουν την ανθρώπινη φύση και τις αδυναμίες της και άλλοτε κλείνουν το μάτι στη ζωή που περνά.

Πολλά από αυτά λειτουργούν σαν υποδόριες καταγγελίες και προκαλούν οργή και προβληματισμό.

Υπάρχουν όμως και κάποια άλλα που αθόρυβα και ανύποπτα χτυπάνε κατευθείαν τη φλέβα του θυμικού απελευθερώνοντας έναν ανεξέλεγκτο χείμαρρο συναισθημάτων.

Αν έπρεπε να χαρακτηρίσω όμως με μία λέξη αυτό το βιβλίο θα έλεγα χωρίς δεύτερη σκέψη ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ.

Τα κείμενα στο σύνολό τους πλημμυρίζουν από νοσταλγία. Νοσταλγία για άλλες εποχές, πιο αθώες, πιο ανθρώπινες. Νοσταλγία για τη ζωή που τρέχει, για τα νιάτα που χάνονται, για τον έρωτα που μεταλλάσσεται, για τη στιγμή που μόλις έφυγε.

Όμως παρόλο που υπάρχει αυτή η νοσταλγία και η θλίψη της απώλειας, τα κείμενα αυτά δεν είναι μαύρα. – Δεν είναι έτσι η Αννίτα.

Δεν αφήνουν στο τέλος την πικρή γεύση της απαισιοδοξίας και της ανύπαρκτης ελπίδας.

Νομίζω πως για τον καθένα λειτουργούν διαφορετικά και ξυπνάνε τις δικές του μνήμες.

Για μένα τα κείμενά της είναι σαν το σούρουπο. Μια ώρα νοσταλγική αλλά και απολογισμού για τη μέρα που πέρασε. Μία ώρα όπου η θλίψη της απώλειας για αυτό που έφυγε συναντάει την προσμονή για αυτό που θα έρθει – που ποιος ξέρει μπορεί να είναι και καλύτερο. Είναι η στιγμή που η Ανν Λου συναντάει την Αννίτα και εκφράζουν τις αλήθειες τους χωρίς να πουν λέξη.

Και όλα αυτά λουσμένα στο ιδιαίτερο φως που έχει αυτή η ώρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: