27.11.13

Του κανενός το Ρόδο

Γράφει ο Γιώργος Γλυκοφρύδης | Literature,
27 Νοεμβρίου 2013 »»

Το Amsterdam, θα είναι πάντα αυτό που έχει μείνει να είναι. Μία ακραία γοητευτική πόλη ειδικά για νέους ανθρώπους είτε στην ηλικία είτε στο μυαλό.

Πόσο μάλλον και στα δύο. Ανοικτή σε ζωές που για την Αθήνα, ας πούμε, είναι πέραν κάθε φαντασίας, εξαιρώντας πιθανόν κάποιες συνοικίες της. Τα Εξάρχεια, ας πούμε.

Τέτοιες ζωές, του κανενός το Ρόδο, τις αφηγείται σε διηγήματα, κοφτά και ανελέητα, μία προς μία. Άλλη ζωή σ ένα διήγημα τεσσάρων σελίδων, άλλη ζωή σ ένα άλλο διήγημα επίσης τεσσάρων σελίδων, ή και μικρότερο. Ολοκληρωμένες μικρές σκηνές που όμως ότι είναι να πουν το λένε.

Κάποια συνθήματα με μαύρο σπρέυ σε τοίχους της Αθήνας το καταφέρνουν αυτό. Να αφηγηθούν ζωές ολόκληρες σε μία φράση. Πανέξυπνα, εύστοχα ως τηλεσκοπικά σκόπευτρα νυχτερινής όρασης, με οικονομία λόγου άνευ προηγουμένου, αφηγούνται τις ζωές που είναι ν αφηγηθούν χωρίς να τα απασχολεί διόλου αν θα συμφωνήσεις ή αν θα διαφωνήσεις. Αν προσπαθήσεις να φανταστείς το ψευδώνυμο εκείνου που το έγραψε, το Niemands Rose ταιριάζει απόλυτα. Αν προσπαθήσεις να φανταστείς τον ίδιο, κι εμφανιστεί ένα κορίτσι και σου συστηθεί ως “Του κανενός το Ρόδο” χωρίς να σου αποκαλύψει το όνομά του, θα δεις τα πάντα να ταιριάζουν δουλεμένα γρανάζια. Αυθεντικότητα το λέμε αυτό. Και λείπει όσο τίποτε στους χαλεπούς καιρούς μας. Κι αυτό είναι τα διηγήματα της Niemands Rose. Κι αυτές οι ζωές που αφηγούνται. Και άρα σ’ όποιον αρέσουν. Το αυθεντικό ουδέποτε είχε ανάγκη ή θέληση αιτιολόγησης. Αυτό μας έλειπε, δα.

Επιστρέφουμε στο Amsterdam. Εκεί ξεκινούν οι αφηγήσεις των ζωών.

Αυτός που ζούσε σε πλωτό σπίτι στο ποτάμι. Και γιατί ζούσε εκεί. Γιατί την επιλογή αυτή. Γιατί τόση γοητεία μιας τέτοιας επιλογής. Γενικά, πολλοί ζουν σε πλωτά σπίτια στο Amsterdam. Αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν είναι δολοφόνοι της αγαπημένης τους.

Αυτός ο καθιστός νέος τύπος που μάζευε τα νομίσματα στην άκρη του δρόμου στο πεζοδρόμιο και που στην πίσω τσέπη του τζιν του μάλλον είχε ένα κερδοφόρο λαχείο αλλά ποιος να ψάχνεται τώρα στις τσέπες. Εδώ είναι να μαζευτούν τόσα νομίσματα.

Η κάμερα της αφήγησης πάντα σε υποκειμενικό του ήρωα. Η ζωή προκύπτει από την αφήγηση, όχι από την εικόνα. Τα πλάνα του κάθε διηγήματος, υποκειμενικά. Ή, δίπλα, κολλητά στον ήρωα. Κοντινά, όμως, πάντα. Και μέσα από την ψυχή.

Τα διηγήματα της Niemands Rose την γλώσσα δεν την έχουν ανάγκη. Κατεβαίνει τόσο μέχρι που γίνεται και σχόλιο μέσου κοινωνικής δικτύωσης. Α, καθόλου δεν μας νοιάζει. Ότι είναι να πούμε το λέμε. Άμα είναι να την φας την μολότοφ, αν φοβηθείς, φύγε πίσω και κλώτσα την άτσαλα. (Αν σου βαστάει.) Αν δεν φοβηθείς, εντάξει, μην την αγγίξεις, αλλά κάτσε να θαυμάσεις την φωτιά.

Οι αφηγήσεις μικρού μήκους της Niemands Rose είναι σαν να είναι χωρισμένες ενώ δεν είναι. Σαν να είναι κατηγοριοποιημένες ενώ δεν είναι.

Σαν οι πρώτες δέκα αν όχι παραπάνω να είναι πιο βαθιά βλέμματα, πιο ρομαντικά, πιο συναισθηματικά υπό μία έννοια.

Αργότερα, γίνονται επικριτικές, αποκτούν πολιτική χροιά θα μπορούσε να πει κάποιος, μέχρι που φτάνουν στην καθαρή επίθεση. Μου θύμιζαν οργισμένους διαδηλωτές κάποιες από αυτές. Ιδίως προς το τέλος.

Όλες διατηρούν βασικό στοιχείο του διηγήματος, την έκπληξη. Σχετικά όχι προβλεπόμενη. Ή και καθόλου.

Όσο προχωρά το βιβλίο οι αφηγήσεις γίνονται ασπρόμαυρο ρεπορτάζ της Αθήνας σε βαθιά κρίση όλων των επιπέδων. Όπως είναι δηλαδή. Ο αφηγητής, του κανενός το Ρόδο, γίνεται θυμωμένος πολύ. Πετά κατηγορώ χωρίς πολλά πολλά. Αυτό, μπορεί να μην αρέσει σε όλους τους αναγνώστες. Αλλά το είπα ήδη πριν: Το αυθεντικό δεν κοιτά ν’ αρέσει. Απλά είναι αυθεντικό.

Τελικά, μένει ξανά η κάμερα της έναρξης. Με “τα φώτα στο βάθος”. Ο τίτλος δεν είναι διόλου τυχαίος. Όπως και οι τίτλοι όλων των διηγημάτων. Κάποιοι, δε, τόσο εμβληματικοί, όπως βέβαια και το διήγημα που τους ακολουθεί, που θύμιζαν αφίσα αναγγελίας σοβαρών ταραχών με φωτογραφίες με μόνο τα μάτια να φαίνονται. Το πρόσωπο κρυμμένο από μαντήλια.

Το punk, ουδέποτε είχε ή θέλησε να έχει ή το ενδιέφερε να έχει “κριτικές” ή οτιδήποτε άλλο σχετικό. Δεν είμαι κριτικός καταρχήν, δεν κάνω τέτοιο πράγμα, δεν γνωρίζω να κάνω κριτική. Γράφω για ό,τι θελήσω για όποιον λόγο να μιλήσω δημόσια γι’ αυτό. Κι αυτό που μου άρεσε πολύ σ’ αυτό το βιβλίο, ήταν ότι μ’ εκνεύριζε συχνότατα όπως μ’ εκνευρίζουν οι ατέρμονες επαναστάσεις. Ή όσες δεν κατανοώ εγώ, όπως και να έχει, αλλά συχνά το έβλεπα να σκύβει στον εαυτό του.

Και ιδίως στην έναρξη με γοήτευσε αφάνταστα.

Φαντάστηκα τις ζωές που περιέγραφε και τους ανθρώπους που περιέγραφε σε αυτές, μετά, να γίνονται θυμωμένοι διεκδικητές. Με κάθε τρόπο. Για όσα τους πήραν.

Το punk, ουδέποτε είχε διαφορά. Του κανενός το Ρόδο.

Niemands Rose, Τα Φώτα στο βάθος, Απόπειρα, 2013

Δεν υπάρχουν σχόλια: