Γράφει η Άννα Σπυροπούλου | Stylista
Πέμπτη 29 Ιουλίου 2011 »»
Το βιβλίο Ο μισός βέσπα. της Κατερίνας Έσσλιν, από τις εκδόσεις Απόπειρα, περιέχει 19 «μυθιστορήματα του ενός λεπτού». Κυνικά μα ταυτόχρονα τρυφερά, άλλα πιο βαριά κι άλλα μόλις λίγων γραμμαρίων, τα μυθιστορήματα του ενός λεπτού σε χαστουκίζουν ευγενικά καθώς σε βάζουν στο νόημα το πολύ σε ένα λεπτό, μιλώντας για απλά καθημερινά πράγματα, όπως: νυφικά που αλλάζουν χρώμα, ψάρια που φυτρώνουν σε δέντρα, ανομολόγητους έρωτες, οικογενειακά δράματα.
Ένα βιβλίο ρομαντικό, χυδαίο, γλυκό και πικρό όπου αλήθεια και σουρεαλισμός κρύβονται χεράκι χεράκι πίσω από τους θάμνους. Ένα βιβλίο γεμάτο άπλετο φως τελικά. Το βιβλίο είναι interactive καθώς το εξώφυλλο του ενός βιβλίου με το οπισθόφυλλο ενός άλλου λειτουργούν σαν παζλ συμπληρώνοντας την εικόνα του Μισού Βέσπα. Την εικονογράφηση έχει αναλάβει το λονδρέζικο studio της πολύ ιδιαίτερης illustrator Χριστίνας Χριστοφόρου. Πρόκειται για το πρώτο βιβλίο της Έσσλιν, ωστόσο αξίζει να επισκεφθεί κανείς το ιστολόγιό της, με ιδιαίτερο στυλ γραφής, που έχει φανατικό κοινό. Η Stylista επικοινώνησε με την συγγραφέα αμέσως μόλις κυκλοφόρησε το βιβλίο της.
«Ο μισός βέσπα». Πώς σου προέκυψε αυτός ο σουρεάλ τίτλος;
Μου είναι τόσο οικείος, τόσο δικός μου ο σουρεαλισμός που συχνά αντί για “σου” του βάζω ένα “μου” μπροστά και τον αποκαλώ μουρεαλισμό. Αν, για παράδειγμα, μου πείτε ότι μετά από εμένα θα πάρετε συνέντευξη στον Spiderman, θα το πιστέψω. Ο σουρεαλισμός σού επιτρέπει να είσαι γενναιόδωρος με τις λέξεις σου. Προσωπικά, τοποθετώντας τις λέξεις μου τη μία πλάι στην άλλη, προσπαθώ να τις κάνω να μην βαριούνται ποτέ, να εκπλήσσονται, να γυρνάνε να κοιτάνε τη διπλανή τους και να μη λένε “πάλι εσύ εδώ;”. Ο τίτλος του βιβλίου είναι και τίτλος ενός από τα “μυθιστορήματα του ενός λεπτού” και τον διάλεξα για τον αιφνιδιασμό του, για την απορία που εμπεριέχει, κυρίως επειδή πιστεύω ότι προϊδεάζει τον αναγνώστη για τη φόρμα και το περιεχόμενο του βιβλίου συνολικά. Όχι ότι πρόκειται για σουρεαλιστικό βιβλίο, αντιθέτως, απλότητα έχει και αλήθειες, απλώς έχει αρκετές δόσεις ανατροπής. Στην ομότιτλη πάντως ιστορία, ο μισός βέσπα είναι το ερωτικό αντικείμενο του πόθου μιας γυναίκας, στο πρόσωπο του οποίου εκφράζεται ο πλήρης έρωτας. Θα μου πείτε, και πώς συμβολίζεται ο απόλυτος έρωτας στο πρόσωπο ενός “κένταυρου μάρκας πιάτζιο”; Πώς κάνεις έρωτα με έναν άντρα που από τη μέση και κάτω είναι μηχανή, εννοώ; Έχει και τόση σημασία; Ο άντρας αυτός μερικά εκατοστά πιο πάνω έχει καρδιά και σε αυτήν θες να μπεις. Συχνά ο ανικανοποίητος έρωτας είναι και ο πληρέστερος.
Πώς προέκυψε το βιβλίο γενικότερα; Θέλω να πω, γράφεις κείμενα, έχεις το μπλογκ, γιατί είχες ανάγκη να εκδοθείς και σε χαρτί;
Η γραφή είναι μία για μένα, είναι ενιαία: κάτι σαν τη θάλασσα. Αλλά σε αναντιστοιχία με τη θάλασσα, που αλλού θες να βουτήξεις το κεφάλι, αλλού όχι, αλλού φοβάσαι να μπεις κι αλλού ξεχνιέσαι με τη μάσκα, γράφοντας θέλω να δοκιμάζω τα πάντα, και τα ρηχά και τα βαθιά, και τα διαυγή και τα βρώμικα, όλα. Άλλωστε, η γραφή λειτουργεί σαν αυτόματη διαδικασία: δεν με ρωτάει, δεν την ρωτάω, συμβαίνουμε μαζί, είναι φυσική ανάγκη - φυσική σαν το περπάτημα και ανάγκη σαν την αναπνοή. Δεν υπάρχει όριο. Μερικές φορές εκπλήσσομαι που ξυπνάω το πρωί και δεν βρίσκω δίπλα μου έτοιμα κείμενα γραμμένα από μένα όσο κοιμόμουν. Επιπλέον, το ιστολόγιο καλύπτει άλλη ανάγκη, είναι μια άσκηση ύφους, ένα λεκτικό στριπτήζ προσωπικό, αφορά το δικό μου χαρακτήρα, ενώ στο βιβλίο δεν είμαι εγώ η γυμνή, αλλά οι χαρακτήρες των ηρώων. Λεπτομέρεια, το βιβλίο γράφτηκε πριν ξεκινήσω το μπλογκ Έσσλιν Έσσλιν Είσαι Εδώ. Εκείνο θέλησα πρώτο λοιπόν, και απλώς περίμενα να εκδοθεί την κατάλληλη στιγμή, δηλαδή τώρα. Και το χαρτί έχει άλλη μυρωδιά από την οθόνη του mac…
Στα κείμενά σου επιμένεις στο θέμα του χρόνου, πάντα βέβαια σαρκαστικά, αλλά πάντως είναι φανερό ότι σε απασχολεί έντονα. Τι είναι για σένα ο χρόνος; Αυτός που περνάει, αυτός που έρχεται;
Ο χρόνος δεν έχει όρεξη να ανοίξει την παραμικρή κουβέντα μαζί μας, είναι μιλημένα ήδη τα πράγματα. Εννοώ, δεν ισχύει για μένα το ο χρόνος περνάει, εμείς περνάμε, οπότε κι εγώ από το να του κρατάω άσκοπα μούτρα συμφιλιώνομαι με την ιδέα αυτή, του βγάζω τη γλώσσα και προτιμώ να τον αντιλαμβάνομαι σαν κάτι στατικό σχεδόν, σαν χώρο, σαν ένα κουτί που προσπαθώ να γεμίσω με όσο περισσότερες εμπειρίες μπορώ, παρατηρώντας, ερμηνεύοντας, γράφοντας, ζώντας. Αν κάτι με ενοχλεί και με γερνάει ψυχικά, καταφεύγω σε “συναισθηματικό μπότοξ”, όπως το λέω, και αφήνω μόνο τα θετικά συναισθήματα να ωριμάζουν. Συγγραφικά, ο χρόνος με απασχολεί κυρίως σε σχέση με τον έρωτα και τον θάνατο, τις μόνες δύο “διαστάσεις” που με κάνουν να ερμηνεύω τις συμπεριφορές των ανθρώπων και που ορίζουν το σύνολο της ύπαρξης, έχοντας ένα συγκλονιστικό κοινό σε σχέση με το χρόνο. Θέλω να πω, να ορίσεις πότε θα ερωτευτείς ή πότε θα ξεχάσεις έναν έρωτα, είναι αδύνατον. Να ορίσεις πότε θα γεννηθείς και κυρίως πότε θα κάνεις τσεκ άουτ, εξίσου αδύνατον. Μπορείς μόνο να ορίσεις τι θα στριμώξεις στο κουτί. Για να αισθάνομαι άτρωτη στο χρόνο, θεωρώ λύση να είμαι το σύνολο των ηλικιών μου ανά πάσα στιγμή, γιατί όταν όλοι οι χρόνοι μας είναι εξίσου παρόντες ειρηνικά μέσα μας, είμαστε πλήρεις. Θέλει δουλειά να το πετύχεις.
Εργάζεσαι πολλά χρόνια στη διαφήμιση ως δημιουργική διευθυντής, γράφοντας σενάρια για τηλεοπτικά σποτ. Κάτι για το οποίο ευχαριστείς και κάτι για το οποίο καταριέσαι τη δουλειά σου;
Η διαφήμιση είναι αυτό που κάνω και όχι αυτό που είμαι. Μόνο βλέποντάς το έτσι απαλλάσσομαι από όσα με ενοχλούν σε αυτήν, οπότε και δύσκολα την καταριέμαι για κάτι τελικά. Προσφέρει μια πληθωρική καθημερινότητα, είναι κάθε μέρα σαν να κάνεις διαφορετική δουλειά (για τους πελάτες γίνεσαι από ψυχαναλυτής μέχρι γελωτοποιός, ανιματέρ, χαρτού, νίντζα, εξορκιστής κλπ) και σε διδάσκει υπομονή. Το μόνο αρνητικό που μπορώ να σκεφτώ (πέραν της σωματικής κούρασης που κι αυτή δημιουργική είναι) είναι να επηρεαστείς από το περίσσιο τουπέ του χώρου, να πάρεις τον εαυτό σου πολύ στα σοβαρά ή να αρχίσεις να βλέπεις τα πάντα στη ζωή “σαν ψεύτικα”. Η πρώτη-πρώτη φράση που είπα στην αρχή με προστατεύει από όλα αυτά. Αν κάτι με εξαντλεί είναι το λαϊκό χιούμορ –και μια μέρα, το ξέρω, θα τα παρατήσω και θα γίνω σωσίας Έλβις στο Βέγκας.
Πολλά πράγματα είναι πλέον του ενός λεπτού. Από βερνίκια νυχιών μέχρι φαγητά και παιδικές ιστορίες για καληνύχτα. Γιατί και οι 19 ιστορίες σου;
Πόσες σελίδες έχει ένα μυθιστόρημα που ποτέ δεν ξεχνάς; Ας υποθέσουμε 300. Είναι όμως εκείνες οι 2-3 σελίδες πριν το τέλος, φερειπείν από τη σελίδα 285 ως τη σελίδα 288, που σου μένουν για πάντα, που λύνουν τα μάγια μιας ιστορίας και που μπορεί και να σου αρκούσαν να διάβαζες. Πρόθεσή μου είναι τα μυθιστορήματα του ενός λεπτού να καταφέρουν να νιώσει κανείς πολύ γρήγορα ότι δεν διάβασε ένα διήγημα απλώς αλλά ένα μυθιστόρημα 300 σελίδων μέσα σε 2-3 σελίδες, συμπληρώνοντας με το μάτι, με τη σκέψη τελοσπάντων, τις σελίδες που “λείπουν”. Θέλω να νιώσει κανείς πολλά, πολύ άμεσα. Από την πρώτη φράση, αν γίνεται. Είναι ο χρόνος που λέγαμε. Το κουτί... Το κουτί έχει συγκεκριμένες διαστάσεις, αλλά όσο πιο πολλά του βάλεις, τόσο πιο μεγάλο μοιάζει να είναι. Τα μυθιστορήματα του ενός λεπτού λειτουργούν στιγμιοτυπικά, αλλά ταυτόχρονα λένε τα πάντα και για το πριν και για το μετά των χαρακτήρων. Και για να απαντήσω και συγκεκριμένα: Φυσικά και τα θέλουμε όλα γρήγορα πια. Έχουμε μάθει έτσι πλέον. Θα δώσω ένα παράδειγμα πολύ χαρακτηριστικό. Μικρή έπαιζα στο κασετόφωνο μπρος πίσω μια κασέτα χίλιες φορές για να ακούσω τι λένε τα τραγούδια και να γράψω μόνη μου τους στίχους. Τώρα πατάω στο google το τραγούδι και έχω αμέσως τους στίχους στην οθόνη. Παρόλα αυτά δεν γράφω “γρήγορα” από μόδα αλλά γιατί μου αρέσει κάτι το βαθύ να ειπωθεί συμπυκνωμένα, σχεδόν υπαινικτικά.
Κατερίνα/Έσσλιν, Αθήνα/Μιννεάπολη: Η διπλή σου ιδιότητα σε έχει ποτέ μπερδέψει ή αντιθέτως σε βοηθά να παρατηρείς τα πράγματα από μια πιο καθαρή θέση;
Δεν έχω κάποια ιδιότητα, απλώς είμαι εδώ. Όταν μου ζητήθηκε να γράψω βιογραφικό στο “αυτί” του εξωφύλλου, στην αρχή ήθελα να γράψω απλώς “Η Κατερίνα Έσσλιν έχει μακριά καστανά μαλλιά και για να έγραψε αυτό το βιβλίο προφανώς γεννήθηκε”. Τελικά, στο βιογραφικό μου, μεταξύ άλλων, αναφέρω ότι προφανώς και πράγματι γεννήθηκα, αλλά πρόσθεσα και συντεταγμένες, αναφέροντας ότι συνέβη “πριν τρία χρόνια στην Αθήνα και πριν τέσσερα χρόνια στην Μιννεάπολη”. Το μόνο που θα σχολιάσω είναι ότι στη Μιννεάπολη έζησα πράγματι κάποτε, μια σύντομη αλλά καθοριστική περίοδο που επηρέασε αυτό που είμαι σήμερα και που προηγήθηκε μιας μεταμορφωτικής φάσης ζωής. Είναι το ΠΡΙΝ στο ΜΕΤΑ μου. Όσο για το Έσσλιν, Ελληνίδα είμαι. Το επίθετό μου (το οποίο χρησιμοποιώ σαν μικρό όνομα) είναι γερμανικό βεβαίως, όπως και οι ρίζες μου, θεωρώ όμως εαυτόν 100% πολίτη όλης της γης, κάθε ταξίδι (και κάνω πολλά) χαστουκίζει δημιουργικά τη φαντασία μου, μου επιτρέπει να μην ανήκω πουθενά και παντού, και συνεχώς να παρατηρώ ό,τι σερβίρει η ζωή. Όλα νόστιμα μου φαίνονται…
Facebook Fan Page: Ο μισός βέσπα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου