Προδημοσίευση από το νέο βιβλίο Παραμύθια των παραμυθάδων, το 30. στη σειρά Του Κόσμου τα Παραμύθια.
Τα τελευταία χρόνια παρουσιάζονται στην Ελλάδα με σταθερή άνθιση και αυξανόμενη ανταπόκριση ολιγοήμερα ή δεκαήμερα αφηγηματικών δράσεων με παραστατική μορφή που δημιουργούν μια πρωτοφανή και συγκινητική κινητικότητα. Γίνονται γνωστά κατά κόσμον ως Γιορτές Παραμυθιών ή Φεστιβάλ Αφήγησης και αποτελούν μια σύγχρονη προσέγγιση σε νέες συνθήκες — μιας παλιάς σχέσης που τράφηκε και αναπτύχθηκε μέσα από την τέχνη τής αφήγησης.
Άνθρωποι από τις άκρες της πατρίδας μας ταξιδεύουν για να βρεθούν στ’ αλώνια, τα ξωκλήσια και τις παραλίες της Κέας, για τη Γιορτή Παραμυθιών, σκαρφαλώνουν σε υψόμετρο 1100 περίπου μέτρων στον Κάτω Ολύμπο, για να βολευτούν στην Πατωμένη της Καλλιπεύκης, ή κουρνιάζουν στις καταπράσινες αγκαλιές της ορεινής Βυτίνας, για να ακούσουν εκεί Παραμύθια και Μουσικές του Κόσμου. Άλλα πάλι άτυπα αλλά σημαντικά για το ρόλο τους φεστιβάλ, φιλοξενούνται και στριμώχνονται δημιουργικά σε νεοκλασικά της πρωτεύουσας, ανοίγοντας διαδραστικά τις πόρτες κλειστών κοινοτήτων στο κοινό, και κάποια νεοσύστατα φεστιβάλ ιστορήσεων ξεπροβάλλουν ανήσυχα και με αξιώσεις στην Κοζάνη και το Πήλιο αφήνοντας υποσχέσεις για το μέλλον.
Τι ακριβώς συμβαίνει και για ποιαν αιτία ; Τι εξυπηρετεί και πώς δικαιολογείται αυτή η αναδυόμενη επικέντρωση σε έναν τόσο παλιό λόγο, που κανείς δεν γνωρίζει από πού έρχεται και πού τραβάει, και το κυριότερο κανένας δεν ξέρει κάτω από ποιες συνθήκες θα ταξιδέψει και πού θα φτάσει, για να πάρει καινούρια μορφή μέσα στο χρόνο, αφήνοντας ζωηρά ίχνη σ’ αυτούς που τον συνάντησαν με την καρδιά τους ανοιχτή, στο διάβα τους ως αφηγητές ή ως διψασμένο για ιστορίες κοινό ;
Η πανάρχαια τέχνη της αφήγησης σε μια νέα εποχή, αλλά πάντα λειτουργική στη ζωή του καθημερινού ανθρώπου, βασισμένη πάνω στη συμβολική διαπραγμάτευση των μεγάλων ερωτημάτων για τα μυστήρια του κόσμου που μας περιβάλλει αλλά και για όσα μας καίνε στις σκοτεινιές τού έσω εαυτού, έγινε σχέση ζωής και βήμα ενός άδηλου διαλόγου σε μια πορεία μύησης για να βρούμε τη θέση μας στη ζωή αυτήν.
Η ανάγκη της διαχρονικής κατά βάθος λαϊκής ψυχής σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης να εκφραστεί σκωπτικά, φιλοσοφικά και κριτικά, ψυχαγωγικά, αιτιολογικά, παρηγορητικά και διαπαιδαγωγικά, γέννησε τις ιστορίες και τα παραμύθια, για να μπορέσει έτσι να πραγματοποιήσει αυτό το άλμα της άρσης των ορίων που έβαζαν η φθοροποιός και αναπόφευκτη καθημερινότητα και τα δεσμά τού φυσικού κόσμου με τους ανυπέρβλητους νόμους. Κι αυτό βάδιζε πλάι πλάι με την προσπάθειά του να τοποθετηθεί απέναντι στα σημαντικά ζητήματα της κοινωνικής συμβίωσης, των διαπροσωπικών σχέσεων, της προσωπικής αναζήτησης και ανάπτυξης και άλλες φορές υπονόμευε προστατευμένα τις λογής λογής κανονικότητες και τους φορμαλιστικούς καθωσπρεπισμούς των ανθρώπινων συμπεριφορών.
Φτιάχτηκε ένα υλικό πλασμένο από στοιχεία μυθολογικά — ιερού παμπάλαιου λόγου μαζί με μοτίβα από δημοτικά τραγούδια και θέματα από αρχαίες γραμματείες από τα πέρατα του κόσμου, και λόγιες λογοτεχνικές δημιουργίες συνάντησαν συνθήκες προφορικότητας και μπολιάστηκαν με την εκφραστική μαεστρία και τη φαντασιακή σύλληψη μοναδικών παραμυθάδων. Ο λόγος που έκρυβε το ασυνείδητο πιάστηκε χέρι χέρι με τις συνθήκες τής πραγματικής ζωής τού συνειδητού, μπολιάστηκε με το εδώ και τώρα της κοινότητας ιστορικά, και το καινούριο πια αφηγηματικό χαρμάνι αποκτούσε νέα σημασία πάνω σε ξαναϋφασμένο κορμί από λέξεις, που δεν ήταν πια μόνο λέξεις. Νοηματοδοτούσε από την αρχή την ατομική και συλλογική εμπειρία και αποδείκνυε την ενοποιητική και οικουμενική λειτουργία της γλώσσας, που μπορεί να συμβολοποιεί μέσα από τις παραλλαγές των παραμυθιών αλλά και να παρουσιάζει σημαντικές κατά τόπους διαφοροποιήσεις υπηρετώντας και εκφράζοντας με τον τρόπο αυτό και τις αναγκαίες πολιτισμικές τοπικές ιδιαιτερότητες.
Αυτό το ανθρωπολογικό είδος, το παραμύθι, με την καθολική διάδοση στις άκρες του κόσμου μα και στα βαθύτερα της ανθρώπινης ψυχής βασίστηκε στη δύναμη των νοημάτων του, στις θεματικές του και στους παραμυθάδες που το κουβάλησαν ως πολύτιμο υλικό, άλλοτε ταπεινοί αυτοί ταξιδιώτες που άκουσαν μια πάλλουσα ιστορία σε κάποιο σκονισμένο χάνι ή πνιγμένο στους καπνούς καφενέ ενός ξεχασμένου λιμανιού, άλλοτε ξεχωριστοί τεχνίτες του λόγου που μιλούσαν με τα πνεύματα των ιστοριών στις βεγγέρες, άλλοτε απλές γειτόνισσες στα σπεροκαθίσματα, που ήθελαν να κάνουν πιο ευχάριστο και περαστικό τον κοινό συλλογικό χρόνο των εργασιών τους, κι άλλοτε πάλι γιαγιάδες και παππούδες δίπλα στα τζάκια ή τα μαγκάλια με λόγια που θέρμαιναν πιότερο από τις φλόγες της φωτιάς το σώμα και το νου των παρευρισκόμενων παιδιών κι ενηλίκων.
Στον 21. αιώνα, που η πρώτη του δεκαετία φαίνεται να κλείνει με αρκετά βαρύ αρνητικό απολογισμό κοινωνικά, οι άνθρωποι χρειαζόμαστε τις ιστορίες περισσότερο από ποτέ, όχι για να εθελοτυφλούμε και να ξεχνούμε τον περίγυρο που καθορίζει τις ζωές μας στο παρόν και υπονομεύει απροκάλυπτα το μέλλον των παιδιών μας, αλλά για να αντλούμε θάρρος και να διδασκόμαστε από την απόλυτα ενεργητική στάση των παραμυθιακών ηρώων σε μια αποφασιστική πορεία που αλλάζει στο τέλος τη ζωή τους θετικά. Ο λαϊκός άνθρωπος με την εκ φύσεως θετική του στάση για τη ζωή και τις δυσκολίες της, μπόλιασε την ασχήμια τής καθημερινότητας του πραγματικού με την ποιητικότητα και τη σχεδόν ονειρική διάσταση του μεταφυσικού, καταλύοντας τους αναπόδραστους νόμους του φυσικού κόσμου. Ζύμωσε το αδύνατο και το απίθανο μέσα σε όρους ρεαλιστικούς και έκανε προβολή τού εν δυνάμει στον έξω από την ψυχή του κόσμο, δημιουργώντας τη δυνατότητα αλλά και τη δυναμική μιας άλλης « ανάγνωσης ». Σε εποχές που οι κυρίαρχες αντιλήψεις μιλούν για το αναπόφευκτο των μονόδρομων και η άσκηση εντεταλμένων αντικοινωνικών πολιτικών-πανακειών και «ιεροποιημένων» ντιρεκτίβων υπονομεύουν την ίδια τη ζωή, ο λαϊκός άνθρωπος, αυτός ο άγνωστος φίλος του χτες, κλείνει το μάτι και μας λέει : «Αδέρφια, ο κόσμος που βλέπετε δεν είναι αυτός που είναι. Τα πάντα είναι δυνατά, τα πάντα μπορεί να συμβούν ! Αρκεί να το θελήσεις, αρκεί κι εσύ να τα δεις έτσι, και να τοποθετηθείς ανάλογα…» Αυτό που φαίνεται ανυπέρβλητο μπορεί να νικηθεί και η αδικία θα αποκατασταθεί, η αλήθεια θα λάμψει κι αυτό είναι μια κοινή θετική αξία και αντίληψη που τη διασώζει και την προβάλλει ο παραμυθιακός λόγος σ’ όλες τις προφορικές παραδόσεις του χτες, μήνυμα για τις κοινωνίες του σήμερα. Τα παραμύθια μάς επιτρέπουν να αντικρίζουμε τον κόσμο με άλλα μάτια και τον κάνουν σίγουρα καλύτερο.
Ο παρών τριακοστός τόμος της Απόπειρας, με την πολύχρονη, σημαντική για τους φίλους του είδους, συστηματική και με μεράκι παρουσία στην έκδοση παραμυθιακών κειμένων, μιλάει για όλον αυτόν τον υπέροχο, μαγευτικό μα και κοινωνικά και πολιτισμικά κατά τη γνώμη μας αναγκαίο κόσμο της αφήγησης κάτω από τον θεματικό τίτλο « Παραμύθια των παραμυθάδων ». Είναι μια συλλογή που κινείται έχοντας ως άξονα τις ιστορίες — το βασικό υλικό της αφήγησης, τους παραμυθάδες-υπηρέτες και διακινητές τους, τις αλήθειες και τα ψέματα προσωποποιημένα, και τέλος τα λόγια που λέμε, δηλαδή ό,τι συνιστά το περιβάλλον μέσα στο οποίο κινείται εννοιολογικά και πραγματολογικά ένας παραμυθάς τού χτες κι ένας έντεχνος νεοαφηγητής-ιστορητής τού σήμερα.
Ο τόμος αποτελείται από 66 επιλεγμένες ιστορίες από ένα αρχικά συγκεντρωμένο υλικό που ξεπέρασε τις 200 ιστορίες ύστερα από έρευνα δύο ετών, και προέρχεται από την παγκόσμια προφορική λογοτεχνία των λαών. Παρουσιάζονται για πρώτη φορά στους φίλους των παραμυθιών στη χώρα μας και συμπληρώνονται από ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες και εμπεριστατωμένες σημειώσεις που φωτίζουν το υπόβαθρο της κάθε ιστορίας. Μιλούν για τη γέννηση-προέλευση των ιστοριών και τις παραξενιές τους, τις προσωπικότητες των παραμυθάδων, τη θέση και τη λειτουργία τους στην κοινότητα, τη σχέση μεταξύ της Αλήθειας και του Ψέματος ως φυσικά πρόσωπα. Τέλος, αναφέρονται στο βάρος του εκφερόμενου λόγου που έχει τη δύναμη να ανοίγει πληγές που δεν κλείνουν.
Ανάμεσά τους απίθανες ιστορίες (Tall tales) ακραίων και κυριολεκτικά απίστευτων ψευδολογιών, μυθολογικές αναφορές και παραμύθια με θρησκευτικό πλαίσιο αναφοράς, καθώς και προφορικά corpus που προσεγγίστηκαν με λογοτεχνικές πινελιές σε σπάνιες εκδόσεις (1839). Πολλές οι ιστορίες που προέρχονται από το γεωγραφικό χώρο τής Ινδίας, δίνουν βάρος στην άποψη της μονογενετικής θεωρίας του Theodor Benfey (1809–1881) περί μιας πατρίδας-καταγωγής των παραμυθιών. Παρούσες και οι καταγραφές ακούραστων συλλογέων από τα πρώτα Δελτία της Λαογραφίας της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας στις αρχές του 20. αι. και ιστορίες που έφτασαν ως τ’ αυτιά μας « με τον αέρα » και θέλησαν να απαγκιάσουν εδώ. Είναι βέβαιο πως όσοι αγαπούν τις ιστορίες θα βρουν εδώ ένα πολύ ενδιαφέρον υλικό.
Θέλω να εκφράσω τις ευχαριστίες μου στις καλές φίλες Άννα Αγγελοπούλου και Λίλη Λαμπρέλλη, για την υποστήριξη, με τη θερμή υποδοχή της ιδέας για την παρούσα συλλογή, στη σύζυγό μου και πολύτιμη σύμβουλο Χρύσα Ε. Πορίχη καθώς και στη φίλη Ντράγκιτσα Τσίπαλο, για τις μεταφράσεις τους από ισπανικές και σέρβικες πηγές αντίστοιχα, και τέλος τους εκδότες μου, για την εμπιστοσύνη που μου δείχνουν στη συνεργασία μας.
Δημήτρης Β. Προύσαλης
Κάτω Γατζέα Πηλίου,
Αύγουστος 2010 Ιούλιος 2011
Τα τελευταία χρόνια παρουσιάζονται στην Ελλάδα με σταθερή άνθιση και αυξανόμενη ανταπόκριση ολιγοήμερα ή δεκαήμερα αφηγηματικών δράσεων με παραστατική μορφή που δημιουργούν μια πρωτοφανή και συγκινητική κινητικότητα. Γίνονται γνωστά κατά κόσμον ως Γιορτές Παραμυθιών ή Φεστιβάλ Αφήγησης και αποτελούν μια σύγχρονη προσέγγιση σε νέες συνθήκες — μιας παλιάς σχέσης που τράφηκε και αναπτύχθηκε μέσα από την τέχνη τής αφήγησης.
Άνθρωποι από τις άκρες της πατρίδας μας ταξιδεύουν για να βρεθούν στ’ αλώνια, τα ξωκλήσια και τις παραλίες της Κέας, για τη Γιορτή Παραμυθιών, σκαρφαλώνουν σε υψόμετρο 1100 περίπου μέτρων στον Κάτω Ολύμπο, για να βολευτούν στην Πατωμένη της Καλλιπεύκης, ή κουρνιάζουν στις καταπράσινες αγκαλιές της ορεινής Βυτίνας, για να ακούσουν εκεί Παραμύθια και Μουσικές του Κόσμου. Άλλα πάλι άτυπα αλλά σημαντικά για το ρόλο τους φεστιβάλ, φιλοξενούνται και στριμώχνονται δημιουργικά σε νεοκλασικά της πρωτεύουσας, ανοίγοντας διαδραστικά τις πόρτες κλειστών κοινοτήτων στο κοινό, και κάποια νεοσύστατα φεστιβάλ ιστορήσεων ξεπροβάλλουν ανήσυχα και με αξιώσεις στην Κοζάνη και το Πήλιο αφήνοντας υποσχέσεις για το μέλλον.
Τι ακριβώς συμβαίνει και για ποιαν αιτία ; Τι εξυπηρετεί και πώς δικαιολογείται αυτή η αναδυόμενη επικέντρωση σε έναν τόσο παλιό λόγο, που κανείς δεν γνωρίζει από πού έρχεται και πού τραβάει, και το κυριότερο κανένας δεν ξέρει κάτω από ποιες συνθήκες θα ταξιδέψει και πού θα φτάσει, για να πάρει καινούρια μορφή μέσα στο χρόνο, αφήνοντας ζωηρά ίχνη σ’ αυτούς που τον συνάντησαν με την καρδιά τους ανοιχτή, στο διάβα τους ως αφηγητές ή ως διψασμένο για ιστορίες κοινό ;
Η πανάρχαια τέχνη της αφήγησης σε μια νέα εποχή, αλλά πάντα λειτουργική στη ζωή του καθημερινού ανθρώπου, βασισμένη πάνω στη συμβολική διαπραγμάτευση των μεγάλων ερωτημάτων για τα μυστήρια του κόσμου που μας περιβάλλει αλλά και για όσα μας καίνε στις σκοτεινιές τού έσω εαυτού, έγινε σχέση ζωής και βήμα ενός άδηλου διαλόγου σε μια πορεία μύησης για να βρούμε τη θέση μας στη ζωή αυτήν.
Η ανάγκη της διαχρονικής κατά βάθος λαϊκής ψυχής σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης να εκφραστεί σκωπτικά, φιλοσοφικά και κριτικά, ψυχαγωγικά, αιτιολογικά, παρηγορητικά και διαπαιδαγωγικά, γέννησε τις ιστορίες και τα παραμύθια, για να μπορέσει έτσι να πραγματοποιήσει αυτό το άλμα της άρσης των ορίων που έβαζαν η φθοροποιός και αναπόφευκτη καθημερινότητα και τα δεσμά τού φυσικού κόσμου με τους ανυπέρβλητους νόμους. Κι αυτό βάδιζε πλάι πλάι με την προσπάθειά του να τοποθετηθεί απέναντι στα σημαντικά ζητήματα της κοινωνικής συμβίωσης, των διαπροσωπικών σχέσεων, της προσωπικής αναζήτησης και ανάπτυξης και άλλες φορές υπονόμευε προστατευμένα τις λογής λογής κανονικότητες και τους φορμαλιστικούς καθωσπρεπισμούς των ανθρώπινων συμπεριφορών.
Φτιάχτηκε ένα υλικό πλασμένο από στοιχεία μυθολογικά — ιερού παμπάλαιου λόγου μαζί με μοτίβα από δημοτικά τραγούδια και θέματα από αρχαίες γραμματείες από τα πέρατα του κόσμου, και λόγιες λογοτεχνικές δημιουργίες συνάντησαν συνθήκες προφορικότητας και μπολιάστηκαν με την εκφραστική μαεστρία και τη φαντασιακή σύλληψη μοναδικών παραμυθάδων. Ο λόγος που έκρυβε το ασυνείδητο πιάστηκε χέρι χέρι με τις συνθήκες τής πραγματικής ζωής τού συνειδητού, μπολιάστηκε με το εδώ και τώρα της κοινότητας ιστορικά, και το καινούριο πια αφηγηματικό χαρμάνι αποκτούσε νέα σημασία πάνω σε ξαναϋφασμένο κορμί από λέξεις, που δεν ήταν πια μόνο λέξεις. Νοηματοδοτούσε από την αρχή την ατομική και συλλογική εμπειρία και αποδείκνυε την ενοποιητική και οικουμενική λειτουργία της γλώσσας, που μπορεί να συμβολοποιεί μέσα από τις παραλλαγές των παραμυθιών αλλά και να παρουσιάζει σημαντικές κατά τόπους διαφοροποιήσεις υπηρετώντας και εκφράζοντας με τον τρόπο αυτό και τις αναγκαίες πολιτισμικές τοπικές ιδιαιτερότητες.
Αυτό το ανθρωπολογικό είδος, το παραμύθι, με την καθολική διάδοση στις άκρες του κόσμου μα και στα βαθύτερα της ανθρώπινης ψυχής βασίστηκε στη δύναμη των νοημάτων του, στις θεματικές του και στους παραμυθάδες που το κουβάλησαν ως πολύτιμο υλικό, άλλοτε ταπεινοί αυτοί ταξιδιώτες που άκουσαν μια πάλλουσα ιστορία σε κάποιο σκονισμένο χάνι ή πνιγμένο στους καπνούς καφενέ ενός ξεχασμένου λιμανιού, άλλοτε ξεχωριστοί τεχνίτες του λόγου που μιλούσαν με τα πνεύματα των ιστοριών στις βεγγέρες, άλλοτε απλές γειτόνισσες στα σπεροκαθίσματα, που ήθελαν να κάνουν πιο ευχάριστο και περαστικό τον κοινό συλλογικό χρόνο των εργασιών τους, κι άλλοτε πάλι γιαγιάδες και παππούδες δίπλα στα τζάκια ή τα μαγκάλια με λόγια που θέρμαιναν πιότερο από τις φλόγες της φωτιάς το σώμα και το νου των παρευρισκόμενων παιδιών κι ενηλίκων.
Στον 21. αιώνα, που η πρώτη του δεκαετία φαίνεται να κλείνει με αρκετά βαρύ αρνητικό απολογισμό κοινωνικά, οι άνθρωποι χρειαζόμαστε τις ιστορίες περισσότερο από ποτέ, όχι για να εθελοτυφλούμε και να ξεχνούμε τον περίγυρο που καθορίζει τις ζωές μας στο παρόν και υπονομεύει απροκάλυπτα το μέλλον των παιδιών μας, αλλά για να αντλούμε θάρρος και να διδασκόμαστε από την απόλυτα ενεργητική στάση των παραμυθιακών ηρώων σε μια αποφασιστική πορεία που αλλάζει στο τέλος τη ζωή τους θετικά. Ο λαϊκός άνθρωπος με την εκ φύσεως θετική του στάση για τη ζωή και τις δυσκολίες της, μπόλιασε την ασχήμια τής καθημερινότητας του πραγματικού με την ποιητικότητα και τη σχεδόν ονειρική διάσταση του μεταφυσικού, καταλύοντας τους αναπόδραστους νόμους του φυσικού κόσμου. Ζύμωσε το αδύνατο και το απίθανο μέσα σε όρους ρεαλιστικούς και έκανε προβολή τού εν δυνάμει στον έξω από την ψυχή του κόσμο, δημιουργώντας τη δυνατότητα αλλά και τη δυναμική μιας άλλης « ανάγνωσης ». Σε εποχές που οι κυρίαρχες αντιλήψεις μιλούν για το αναπόφευκτο των μονόδρομων και η άσκηση εντεταλμένων αντικοινωνικών πολιτικών-πανακειών και «ιεροποιημένων» ντιρεκτίβων υπονομεύουν την ίδια τη ζωή, ο λαϊκός άνθρωπος, αυτός ο άγνωστος φίλος του χτες, κλείνει το μάτι και μας λέει : «Αδέρφια, ο κόσμος που βλέπετε δεν είναι αυτός που είναι. Τα πάντα είναι δυνατά, τα πάντα μπορεί να συμβούν ! Αρκεί να το θελήσεις, αρκεί κι εσύ να τα δεις έτσι, και να τοποθετηθείς ανάλογα…» Αυτό που φαίνεται ανυπέρβλητο μπορεί να νικηθεί και η αδικία θα αποκατασταθεί, η αλήθεια θα λάμψει κι αυτό είναι μια κοινή θετική αξία και αντίληψη που τη διασώζει και την προβάλλει ο παραμυθιακός λόγος σ’ όλες τις προφορικές παραδόσεις του χτες, μήνυμα για τις κοινωνίες του σήμερα. Τα παραμύθια μάς επιτρέπουν να αντικρίζουμε τον κόσμο με άλλα μάτια και τον κάνουν σίγουρα καλύτερο.
Ο παρών τριακοστός τόμος της Απόπειρας, με την πολύχρονη, σημαντική για τους φίλους του είδους, συστηματική και με μεράκι παρουσία στην έκδοση παραμυθιακών κειμένων, μιλάει για όλον αυτόν τον υπέροχο, μαγευτικό μα και κοινωνικά και πολιτισμικά κατά τη γνώμη μας αναγκαίο κόσμο της αφήγησης κάτω από τον θεματικό τίτλο « Παραμύθια των παραμυθάδων ». Είναι μια συλλογή που κινείται έχοντας ως άξονα τις ιστορίες — το βασικό υλικό της αφήγησης, τους παραμυθάδες-υπηρέτες και διακινητές τους, τις αλήθειες και τα ψέματα προσωποποιημένα, και τέλος τα λόγια που λέμε, δηλαδή ό,τι συνιστά το περιβάλλον μέσα στο οποίο κινείται εννοιολογικά και πραγματολογικά ένας παραμυθάς τού χτες κι ένας έντεχνος νεοαφηγητής-ιστορητής τού σήμερα.
Ο τόμος αποτελείται από 66 επιλεγμένες ιστορίες από ένα αρχικά συγκεντρωμένο υλικό που ξεπέρασε τις 200 ιστορίες ύστερα από έρευνα δύο ετών, και προέρχεται από την παγκόσμια προφορική λογοτεχνία των λαών. Παρουσιάζονται για πρώτη φορά στους φίλους των παραμυθιών στη χώρα μας και συμπληρώνονται από ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες και εμπεριστατωμένες σημειώσεις που φωτίζουν το υπόβαθρο της κάθε ιστορίας. Μιλούν για τη γέννηση-προέλευση των ιστοριών και τις παραξενιές τους, τις προσωπικότητες των παραμυθάδων, τη θέση και τη λειτουργία τους στην κοινότητα, τη σχέση μεταξύ της Αλήθειας και του Ψέματος ως φυσικά πρόσωπα. Τέλος, αναφέρονται στο βάρος του εκφερόμενου λόγου που έχει τη δύναμη να ανοίγει πληγές που δεν κλείνουν.
Ανάμεσά τους απίθανες ιστορίες (Tall tales) ακραίων και κυριολεκτικά απίστευτων ψευδολογιών, μυθολογικές αναφορές και παραμύθια με θρησκευτικό πλαίσιο αναφοράς, καθώς και προφορικά corpus που προσεγγίστηκαν με λογοτεχνικές πινελιές σε σπάνιες εκδόσεις (1839). Πολλές οι ιστορίες που προέρχονται από το γεωγραφικό χώρο τής Ινδίας, δίνουν βάρος στην άποψη της μονογενετικής θεωρίας του Theodor Benfey (1809–1881) περί μιας πατρίδας-καταγωγής των παραμυθιών. Παρούσες και οι καταγραφές ακούραστων συλλογέων από τα πρώτα Δελτία της Λαογραφίας της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας στις αρχές του 20. αι. και ιστορίες που έφτασαν ως τ’ αυτιά μας « με τον αέρα » και θέλησαν να απαγκιάσουν εδώ. Είναι βέβαιο πως όσοι αγαπούν τις ιστορίες θα βρουν εδώ ένα πολύ ενδιαφέρον υλικό.
Θέλω να εκφράσω τις ευχαριστίες μου στις καλές φίλες Άννα Αγγελοπούλου και Λίλη Λαμπρέλλη, για την υποστήριξη, με τη θερμή υποδοχή της ιδέας για την παρούσα συλλογή, στη σύζυγό μου και πολύτιμη σύμβουλο Χρύσα Ε. Πορίχη καθώς και στη φίλη Ντράγκιτσα Τσίπαλο, για τις μεταφράσεις τους από ισπανικές και σέρβικες πηγές αντίστοιχα, και τέλος τους εκδότες μου, για την εμπιστοσύνη που μου δείχνουν στη συνεργασία μας.
Δημήτρης Β. Προύσαλης
Κάτω Γατζέα Πηλίου,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου