Γράφει η Ελένη Γκίκα | Έθνος, Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2009 »»
Πωλ Μπόουλς, Ψηλά πάνω από τον κόσμο
Μετάφραση: Χίλντα Παπαδημητρίου
Απόπειρα, σελ. 243, € 16.
Γοτθικός τρόμος, σκοτεινοί ερωτεύσιμοι χαρακτήρες, ανθρώπινες σχέσεις στα όρια και μια ακατανόητη για τον «πολιτισμένο» Δυτικό ηθική, από τον Πολ Μπόουλς «Ψηλά πάνω από τον κόσμο». Σε συνέντευξή του είχε πει «Πάντα ήθελα να πάω όσο πιο μακριά μπορούσα από τον τόπο που γεννήθηκα».
Και το έκανε, φυσικά. Εγκαταλείποντας πίσω του την Αμερική, τη δουλειά του συνθέτη, συνδέοντας τη ζωή και τα έργα του με την Ταγγέρη. Στο Μαρόκο, το ζεύγος Μπόουλς, θα επιλέξει να κάνει «στάση ζωής».
Οι περισσότεροι τον γνωρίζουμε από το Τσάι στη Σαχάρα. Στη μεγάλη οθόνη αλλά και στο πρώτο του μυθιστόρημα που τον έκανε διάσημο. Αυτοβιογραφικό, εν μέρει. Ένα ζευγάρι Αμερικανών ταξιδιωτών, φορτωμένοι με τα μπαγκάζια τους, ξεκινάνε και «όπου τους βγάλει».
«Δε νομίζω ότι θα μπορούσε να μας πει κανείς τουρίστες», είπε η κυρία Σλέιντ. «Πηγαίνουμε όπου μας αρέσει, όποτε μας αρέσει. Είναι ο μόνος τρόπος για να δει κανείς μια χώρα. Ο ομαδικός τουρισμός είναι εξευτελιστικός. Η ουσία του ταξιδιού είναι να νιώθεις ελεύθερος. Όχι να πρέπει να κάνεις κρατήσεις από νωρίτερα». Το μυθιστόρημα γράφτηκε το 1966 και κυκλοφόρησε στη γλώσσα μας από τις εκδόσεις «Απόπειρα», πρόσφατα.
Και εδώ, ένα τυπικό ζευγάρι Αμερικανών τουριστών ταξιδεύει. Ο γιατρός Σλέιντ και η νεαρή γυναίκα του Ντέυ. Αλλά δεδομένου του γεγονότος ότι ένα ταξίδι είναι πάντοτε μια περιπέτεια, και τίποτε και ποτέ «Δεν είναι ακριβώς αυτό που νομίζετε» — φράση κλειδί τελικά και της ιστορίας — η κυρία Ρέινμαντλ, μια ηλικιωμένη κυρία που τους έχει κολλήσει τσιμπούρι στο ταξίδι, θα αποτελέσει την αρχή του τρόμου. Καναδέζα, μόνιμη κάτοικος Λονδίνου, που ερχόταν τακτικά στη χώρα για να δει τον γιο της. Θα την εγκαταλείψουν στο ξενοδοχείο, φεύγοντας σαν τους κλέφτες, το πρωί που κοιμάται.
Κι όταν θα φτάσουν πια στον προορισμό τους, ο γιατρός Σλέιντ με δέος και τύψεις από τοπική εφημερίδα θα πληροφορηθεί για την πυρκαγιά που ξέσπασε στο ξενοδοχείο, κάνοντας στάχτη την... ενοχλητική γριούλα.
Στο μεταξύ θα γνωρίσουν και έναν μυστηριώδη γοητευτικό νεαρό, ο οποίος θα τους φιλοξενήσει στο αλλόκοτο σπίτι του.
Κατά τη διάρκεια αυτής της φιλοξενίας, μια σειρά από παράξενα γεγονότα θ’ αρχίσουν να τους συμβαίνουν αλυσιδωτά: πέτρες που ζωντανεύουν και βρίσκονται σε διαρκή... αναμονή. Περίεργες ασθένειες με ψευδαισθήσεις και κενά μνήμης.
Κάθε φορά, φαίνεται ότι τους φροντίζουν στοργικά ο γοητευτικός οικοδεσπότης τους και η όμορφη ερωμένη του. Το ζευγάρι θ’ αναγκαστεί να αποκτήσει μια δεύτερη, κρυφή ζωή: «Ηταν σαφές ότι είχε κι αυτός κενό στη μνήμη του, δεν μπορούσε να θυμηθεί τίποτα απ’ όσα είχαν συμβεί μετά τις πρώτες δυο τρεις ημέρες από τον απόπλου του πλοίου τους από το Σαν Φρανσίσκο.
Αλλά δεν σκόπευε να το παραδεχτεί στην Ντέυ, θα της στερούσε την υποστήριξη που χρειαζόταν πάρα πολύ αυτήν την ώρα. Επιπλέον, ήταν σίγουρος ότι θα μπορούσαν και οι δυο μαζί να συναρμολογήσουν τα ετερόκλητα κομμάτια. Κάθε μέρα, πότε ο ένας και πότε ο άλλος θα πρόσθεταν κι άλλες λεπτομέρειες, μέχρι να αποκτήσουν και οι δυο μια πλήρη εικόνα».
«Αυτό που με απασχολεί περισσότερο αυτήν τη στιγμή είναι να ξαναβρώ τις χαμένες ημέρες», είπε ο δρ Σλέιντ.
«Θα τα ξαναθυμηθεί όλα, με κάθε λεπτομέρεια». Ο Γκροβ…
Αλλά «οι χαμένες ημέρες» της διαμονής τους στο Πουέρτο Φαρόλ μοιάζουν να έχουν διαλυθεί οριστικά στις ρωγμές της πρόσφατης μνήμης.
Και παρά τα τσιτάτα του στυλ «Σ’ αυτή τη χώρα, λένε ότι όποιος δίνει συμβουλή που δεν του έχουν ζητήσει είναι σαν να βγάνει πολιτικό λόγο. Κανείς δεν τον ακούει, ούτε στη μια ούτε στην άλλην περίπτωση». Και «Λοιπόν, εγώ είμαι σίγουρη ότι δεν θα ευτυχίσεις ποτέ, μέχρι να κάνεις αυτό που ξέρεις ότι είναι το σωστό.
Αυτό είναι το νόημα της ζωής άλλωστε», το νόημα για τη ζωή του καθενός, θα σταθεί άλλο. Και ο καθένας, ο μεγάλος άγνωστος, ενδεχομένως και απειλητικός εχθρός, για τον άλλον.
Ατμόσφαιρα γοτθικού τρόμου, ερωτεύσιμοι χαρακτήρες, ιδιαίτερα εκείνοι οι πιο... σκοτεινοί, ανθρώπινες σχέσεις στα όρια, η ηθική σε εκείνους τους μακρινούς άλλους πολιτισμούς τόσο πολύ ακατανόητη για τον μέσο Αμερικανό.
Το ανθρώπινο σκοτάδι και οι τρομακτικές εξωτερικές δυνάμεις: του τόπου, της αλλόκοτης φιέστας, της χρονικής -τελικά- συγκυρίας. Όλοι μας μπορεί κάποια στιγμή να βρεθούμε εκεί, ακριβώς, όπου δεν πρέπει! Μια γοητευτική ιστορία από έναν στιλίστα της γραφής.
Η έκδοση το 1949 του πρώτου του μυθιστορήματος «Τσάι στη Σαχάρα» τού χάρισε μεγάλη φήμη και η συγγραφική του δραστηριότητα επισκίασε όλες τις άλλες.
Την επόμενη εικοσαετία ο Μπόουλς έγραψε τρία ακόμη μυθιστορήματα, Καλώς να πέσει (1952), The Spider’s House (1955) και Ψηλά πάνω από τον κόσμο (1966). Στη συνέχεια, αφιερώθηκε στα διηγήματα, τις μεταφράσεις και τα ταξιδιωτικά κομμάτια. Στο έργο του χαρτογραφεί τη σύγκρουση ανάμεσα στον «πολιτισμένο» Δυτικό και τις κοινωνίες που επισκέπτεται, τις οποίες δεν θα μπορέσει ποτέ του να καταλάβει.
Πωλ Μπόουλς, Ψηλά πάνω από τον κόσμο
Μετάφραση: Χίλντα Παπαδημητρίου
Απόπειρα, σελ. 243, € 16.
Γοτθικός τρόμος, σκοτεινοί ερωτεύσιμοι χαρακτήρες, ανθρώπινες σχέσεις στα όρια και μια ακατανόητη για τον «πολιτισμένο» Δυτικό ηθική, από τον Πολ Μπόουλς «Ψηλά πάνω από τον κόσμο». Σε συνέντευξή του είχε πει «Πάντα ήθελα να πάω όσο πιο μακριά μπορούσα από τον τόπο που γεννήθηκα».
Και το έκανε, φυσικά. Εγκαταλείποντας πίσω του την Αμερική, τη δουλειά του συνθέτη, συνδέοντας τη ζωή και τα έργα του με την Ταγγέρη. Στο Μαρόκο, το ζεύγος Μπόουλς, θα επιλέξει να κάνει «στάση ζωής».
Οι περισσότεροι τον γνωρίζουμε από το Τσάι στη Σαχάρα. Στη μεγάλη οθόνη αλλά και στο πρώτο του μυθιστόρημα που τον έκανε διάσημο. Αυτοβιογραφικό, εν μέρει. Ένα ζευγάρι Αμερικανών ταξιδιωτών, φορτωμένοι με τα μπαγκάζια τους, ξεκινάνε και «όπου τους βγάλει».
Ελεύθερος
Μοτίβο που επαναλαμβάνει ο Μπόουλς και στο μυθιστόρημά του Ψηλά πάνω από τον κόσμο:«Δε νομίζω ότι θα μπορούσε να μας πει κανείς τουρίστες», είπε η κυρία Σλέιντ. «Πηγαίνουμε όπου μας αρέσει, όποτε μας αρέσει. Είναι ο μόνος τρόπος για να δει κανείς μια χώρα. Ο ομαδικός τουρισμός είναι εξευτελιστικός. Η ουσία του ταξιδιού είναι να νιώθεις ελεύθερος. Όχι να πρέπει να κάνεις κρατήσεις από νωρίτερα». Το μυθιστόρημα γράφτηκε το 1966 και κυκλοφόρησε στη γλώσσα μας από τις εκδόσεις «Απόπειρα», πρόσφατα.
Και εδώ, ένα τυπικό ζευγάρι Αμερικανών τουριστών ταξιδεύει. Ο γιατρός Σλέιντ και η νεαρή γυναίκα του Ντέυ. Αλλά δεδομένου του γεγονότος ότι ένα ταξίδι είναι πάντοτε μια περιπέτεια, και τίποτε και ποτέ «Δεν είναι ακριβώς αυτό που νομίζετε» — φράση κλειδί τελικά και της ιστορίας — η κυρία Ρέινμαντλ, μια ηλικιωμένη κυρία που τους έχει κολλήσει τσιμπούρι στο ταξίδι, θα αποτελέσει την αρχή του τρόμου. Καναδέζα, μόνιμη κάτοικος Λονδίνου, που ερχόταν τακτικά στη χώρα για να δει τον γιο της. Θα την εγκαταλείψουν στο ξενοδοχείο, φεύγοντας σαν τους κλέφτες, το πρωί που κοιμάται.
Κι όταν θα φτάσουν πια στον προορισμό τους, ο γιατρός Σλέιντ με δέος και τύψεις από τοπική εφημερίδα θα πληροφορηθεί για την πυρκαγιά που ξέσπασε στο ξενοδοχείο, κάνοντας στάχτη την... ενοχλητική γριούλα.
Στο μεταξύ θα γνωρίσουν και έναν μυστηριώδη γοητευτικό νεαρό, ο οποίος θα τους φιλοξενήσει στο αλλόκοτο σπίτι του.
Κατά τη διάρκεια αυτής της φιλοξενίας, μια σειρά από παράξενα γεγονότα θ’ αρχίσουν να τους συμβαίνουν αλυσιδωτά: πέτρες που ζωντανεύουν και βρίσκονται σε διαρκή... αναμονή. Περίεργες ασθένειες με ψευδαισθήσεις και κενά μνήμης.
Κάθε φορά, φαίνεται ότι τους φροντίζουν στοργικά ο γοητευτικός οικοδεσπότης τους και η όμορφη ερωμένη του. Το ζευγάρι θ’ αναγκαστεί να αποκτήσει μια δεύτερη, κρυφή ζωή: «Ηταν σαφές ότι είχε κι αυτός κενό στη μνήμη του, δεν μπορούσε να θυμηθεί τίποτα απ’ όσα είχαν συμβεί μετά τις πρώτες δυο τρεις ημέρες από τον απόπλου του πλοίου τους από το Σαν Φρανσίσκο.
Αλλά δεν σκόπευε να το παραδεχτεί στην Ντέυ, θα της στερούσε την υποστήριξη που χρειαζόταν πάρα πολύ αυτήν την ώρα. Επιπλέον, ήταν σίγουρος ότι θα μπορούσαν και οι δυο μαζί να συναρμολογήσουν τα ετερόκλητα κομμάτια. Κάθε μέρα, πότε ο ένας και πότε ο άλλος θα πρόσθεταν κι άλλες λεπτομέρειες, μέχρι να αποκτήσουν και οι δυο μια πλήρη εικόνα».
«Αυτό που με απασχολεί περισσότερο αυτήν τη στιγμή είναι να ξαναβρώ τις χαμένες ημέρες», είπε ο δρ Σλέιντ.
«Θα τα ξαναθυμηθεί όλα, με κάθε λεπτομέρεια». Ο Γκροβ…
Αλλά «οι χαμένες ημέρες» της διαμονής τους στο Πουέρτο Φαρόλ μοιάζουν να έχουν διαλυθεί οριστικά στις ρωγμές της πρόσφατης μνήμης.
Και παρά τα τσιτάτα του στυλ «Σ’ αυτή τη χώρα, λένε ότι όποιος δίνει συμβουλή που δεν του έχουν ζητήσει είναι σαν να βγάνει πολιτικό λόγο. Κανείς δεν τον ακούει, ούτε στη μια ούτε στην άλλην περίπτωση». Και «Λοιπόν, εγώ είμαι σίγουρη ότι δεν θα ευτυχίσεις ποτέ, μέχρι να κάνεις αυτό που ξέρεις ότι είναι το σωστό.
Αυτό είναι το νόημα της ζωής άλλωστε», το νόημα για τη ζωή του καθενός, θα σταθεί άλλο. Και ο καθένας, ο μεγάλος άγνωστος, ενδεχομένως και απειλητικός εχθρός, για τον άλλον.
Ατμόσφαιρα γοτθικού τρόμου, ερωτεύσιμοι χαρακτήρες, ιδιαίτερα εκείνοι οι πιο... σκοτεινοί, ανθρώπινες σχέσεις στα όρια, η ηθική σε εκείνους τους μακρινούς άλλους πολιτισμούς τόσο πολύ ακατανόητη για τον μέσο Αμερικανό.
Το ανθρώπινο σκοτάδι και οι τρομακτικές εξωτερικές δυνάμεις: του τόπου, της αλλόκοτης φιέστας, της χρονικής -τελικά- συγκυρίας. Όλοι μας μπορεί κάποια στιγμή να βρεθούμε εκεί, ακριβώς, όπου δεν πρέπει! Μια γοητευτική ιστορία από έναν στιλίστα της γραφής.
Tαυτότητα
Ο Πολ Μπόουλς (1910-1999) ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1920 γράφοντας ποίηση, συνέχισε τη δεκαετία του 1930 συνθέτοντας μουσική και τη δεκαετία του 1940 μεταπήδησε στον πεζό λόγο.Η έκδοση το 1949 του πρώτου του μυθιστορήματος «Τσάι στη Σαχάρα» τού χάρισε μεγάλη φήμη και η συγγραφική του δραστηριότητα επισκίασε όλες τις άλλες.
Την επόμενη εικοσαετία ο Μπόουλς έγραψε τρία ακόμη μυθιστορήματα, Καλώς να πέσει (1952), The Spider’s House (1955) και Ψηλά πάνω από τον κόσμο (1966). Στη συνέχεια, αφιερώθηκε στα διηγήματα, τις μεταφράσεις και τα ταξιδιωτικά κομμάτια. Στο έργο του χαρτογραφεί τη σύγκρουση ανάμεσα στον «πολιτισμένο» Δυτικό και τις κοινωνίες που επισκέπτεται, τις οποίες δεν θα μπορέσει ποτέ του να καταλάβει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου