Δύο μουσικές — και ουσιαστικές — βιογραφίες για τους Beatles και τους Clash
Γράφει ο Γιάννης Κολοβός Καθημερινή, 14 Μαρτίου 2004 »»
Χίλντα Παπαδημητρίου,
The Beatles: Here, There and Everywhere,
The Clash: The Only Band that Matters,
Απόπειρα, 2003
Πώς θα μπορούσε να γράψει κανείς την ιστορία του 20ού αιώνα χωρίς να αφιερώσει ένα ολόκληρο κεφάλαιο στη λαϊκή (ποπ) κουλτούρα, το φαινόμενο που διαμόρφωσε την τέχνη, τις νοοτροπίες και το κοινό γούστο στα όρια όχι μόνο του δυτικού κόσμου αλλά και ολόκληρου του πλανητικού χωριού; Και τι θα ήταν η ποπ κουλτούρα χωρίς τη βιομηχανία του κινηματογράφου και της μουσικής, των οποίων τα προϊόντα ήταν τα πρώτα που απευθύνθηκαν σε όλους — πριν ακόμα εφευρεθεί ο όρος παγκοσμιοποίηση;
Όσον αφορά στη σύγχρονη μουσική, είχαμε συνηθίσει να βρίσκουμε στα ράφια των βιβλιοπωλείων βιβλία είτε ακαδημαϊκού περιεχομένου που απευθύνονταν στον ερευνητή είτε αγοραία συμπιλήματα στίχων και κακοτυπωμένων φωτογραφιών, προοριζόμενα για τον οπαδό του ενός ή του άλλου συγκροτήματος. Έτσι η κυκλοφορία των μικρών τόμων «The Beatles, Here, There and Everywhere» και «The Clash, The Only Band that Matters» της Χίλντας Παπαδημητρίου αποτελούν σίγουρα μια ευχάριστη έκπληξη.
Tομή για τη νεανική κουλτούρα
Δεν είναι και λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν πως οι Beatles υπήρξαν οι σημαντικότεροι μουσικοί-συνθέτες των τελευταίων εκατό ετών. Παρ’ ότι τέτοιες αποτιμήσεις θα ήταν καλό να αποφεύγονται στο πλαίσιο της ιστορίας της τέχνης, εν τούτοις η ρήση δεν στερείται βάσεως. Τα «Σκαθάρια» προσέφεραν αθάνατες συνθέσεις (ανακαλύπτοντας την ουσία στην απλότητα των κιθαριστικών συγχορδιών και μιλώντας στην καρδιά του ανθρώπου μέσα από ολιγοσύλλαβα τετράστιχα), αγαπήθηκαν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης οδηγώντας τους οπαδούς τους σε υστερικές καταστάσεις και (ακούσια) μετέτρεψαν τη ζωή τους σε περιπετειώδες αφήγημα, δίνοντας άλλη διάσταση σε αυτό που ονομάζουμε «δημόσιο πρόσωπο». Αρκεί λοιπόν να ρωτήσουμε «τι θα ήταν η μουσική χωρίς τους Beatles;» για να κατανοήσουμε το ειδικό βάρος των τεσσάρων μουσικών από το Λίβερπουλ και του έργου τους.Οι Clash ανήκουν σίγουρα σε άλλη κατηγορία μουσικών. Οι τέσσερις νεαροί από τις παμπ του Λονδίνου εκμεταλλεύτηκαν τη νεανική κουλτούρα του πανκ που εξερράγη στα μέσα της δεκαετίας του ’70 και αναδιατύπωσαν το περιεχόμενο και τα χαρακτηριστικά του ροκ. Μίλησαν άμεσα για κοινωνικά θέματα όπως η ανεργία, έσπασαν το «φράγμα της σκηνής», την απόσταση δηλαδή που όλο και πιο πολύ έως τότε χώριζε τον μουσικό απ’ το κοινό, ανέμιξαν τα μουσικά στυλ και έδωσαν υβρίδια που δεν ήταν ούτε ροκ εν ρολ ούτε ρέγκε ούτε φανκ ούτε πανκ, δημιουργώντας ήχους γνήσια αστικούς και παγκόσμιους. Συνέδεσαν δε την «τελετουργία» της συναυλίας με τα εικονικά ξεσπάσματα της μητροπολιτικής νεολαίας που αναζητούσε μια ταυτότητα πέρα από τον κόσμο των πολιτικών κομμάτων και των παραδοσιακών ιδεολογιών. Η μουσική, δηλαδή, και των δύο συγκροτημάτων, με διαφορετικό τρόπο για το καθένα, αποτέλεσε τομή στο φαινόμενο που ονομάζουμε «νεανική κουλτούρα».
Oυσιώδες υλικό
Η Χίλντα Παπαδημητρίου εργάστηκε πολύ και συγκέντρωσε ουσιώδες υλικό το οποίο τη βοήθησε να γράψει τις εν λόγω μουσικές «βιογραφίες». Eτσι, ο αναγνώστης (είτε είναι απλός οπαδός είτε σοβαρότερος μελετητής) μπορεί να αποκτήσει ευσύνοπτη εικόνα των καλλιτεχνών, του έργου τους, καθώς και του κοινωνικού περιβάλλοντος που το παρήγαγε.Στο τέλος κάθε τόμου η παράθεση δισκογραφίας, βιβλιογραφίας και φιλμογραφίας γίνεται εφαλτήριο για όποιον επιθυμεί να εμβαθύνει… Θα μπορούσαμε να περιμένουμε περισσότερα από δύο καλαίσθητα βιβλία τσέπης 127 σελίδων;