18.8.02

Γυμνό γεύμα • Ένα κλασικό παραλήρημα

Γράφει ο Φίλιππος Φιλίππου | Το Βήμα,
Κυριακή 18 Αυγούστου 2002

Ουίλιαμ Μπάροουζ • Γυμνό γεύμα,
Μετάφραση-Σημειώσεις Γιώργος Γούτας,
Απόπειρα, 2003, σελ. 320

Γυμνό γεύμα (Μπάροουζ) Ο Ουίλιαμ Μπάροουζ (1914–1997), γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας, προσωποποίηση της έκρηξης των Μπίτνικς της δεκαετίας του ’50, της επαναστατικής αντικουλτούρας και των χίπις συνέχεια, στο Γυμνό γεύμα, το πιο τολμηρό, το πιο αλλόκοτο και ταυτόχρονα το πιο μυθικό από τα βιβλία του, ξεπερνά τον εαυτό του.

Το Γυμνό γεύμα (ο τίτλος δόθηκε από τον Τζακ Κέρουακ, σύντροφο του συγγραφέα στις περιπέτειες και στο κίνημα των Μπίτνικς), σημειώσεις ενός ναρκομανούς σε κατάσταση παραληρήματος, είναι σύμφωνα με τον ίδιο το συγγραφέα, «μια παγωμένη στιγμή μέσα στο χρόνο, όταν οι πάντες βλέπουν τι υπάρχει στην άκρη του πιρουνιού». To βιβλίο γράφτηκε στην Ταγγέρη το 1959 και αποτελείται από μια Εισαγωγή (περιέχει την Κατάθεση, μια προσωπική μαρτυρία αναφορικά με μια αρρώστια, το κυρίως κείμενο, το Παράρτημα (περιέχει την επιστολή ενός πολυεθισμένου σε επικίνδυνες ουσίες) και τις σημειώσεις του μεταφραστή.


Τι είναι, τελικά, το Γυμνό γεύμα; Σε αυτό ο Μπάροουζ μιλάει για την Αρρώστια, λέξη που χαρακτηρίζει την τοξικομανία, δεδομένου ότι επί δεκαπέντε χρόνια ήταν τοξικομανής. Κι όταν λέει τοξικομανής εννοεί «κολλημένος στην πρέζα», την οποία χρησιμοποίησε σε κάθε της μορφή (μορφίνη, ηρωίνη, όπιο κλπ). Την κάπνισε, εξομολογείται, την κάπνισε, τη σνίφαρε, την έριξε στην φλέβα και στη σάρκα, την πήρε ως υπόθετο. Μιλώντας για ναρκωτικά, εξαιρεί τη μαριχουάνα και κάθε άλλη παραλλαγή του χασίς που τα αποκαλεί απλώς παραισθησιογόνα. Θεωρεί τους ναρκομανείς αρρώστους που δεν μπορούν να λειτουργήσουν με άλλο τρόπο, παρά μόνο με τη λήψη τοξικών ουσιών. Οι τοξικομανείς, μας λέει, μπορούν να θεραπευτούν μ’ ένα εμβόλιο που ανακαλύφθηκε από έναν άγγλο γιατρό: το ανακάλυψε στην Ταγγέρη, όταν βρισκόταν στο τέρμα της διαδρομής της πρέζας.

Το Γυμνό γεύμα είναι ένα συνεχές και αδιάλειπτο παραλήρημα, συχνά ακατανόητο, ενώ ορισμένα αποσπάσματα του βιβλίου την εποχή που εκδόθηκε χαρακτηρίστηκαν ως πορνογραφικά. Σύμφωνα με το συγγραφέα, το βιβλίο του είναι σκληρό, αισχρό και αηδιαστικό, όσο σκληρή, αισχρή, βάρβαρη και αναχρονιστική είναι η θανατική ποινή. Το κείμενο του βιβλίου αρχίζει με μια περιδιάβαση στους δρόμους της Νέας Υόρκης. Ο ήρωας/αφηγητής βρίσκεται στο σταθμό του υπόγειου της Ουάσινγκτον Σκουέαρ, καταδιωκόμενος από έναν αστυνομικό, επειδή τον υποψιάζεται ως εμπλεκόμενο σε αγοραπωλησία ναρκωτικών. Σύντομα συλλαμβάνεται σε μια πλατεία του Γκρίνουιτς Βίλατζ και κλείνεται σ’ ένα κελί μαζί με άλλα πρεζόνια. Στη συνέχεια τον βρίσκουμε μέσα σε μια σακαράκα να περιπλανάται στην Αμερική με τους φίλους του: Σεντ Λούις, Κάνσας Σίτι, Χιούστον, Νέα Ορλεάνη. Αφού προμηθευτούν με αρκετή ποσότητα σκόνης, οι παράξενοι ταξιδιώτες τραβάνε για το Μεξικό. Οι άνθρωποι που συναναστρέφεται ο ήρωας/αφηγητής είναι ναρκομανείς, πόρνες, νταβατζήδες, αδελφές, μπάτσοι, παιδεραστές, κοπροφάγοι, που πίνουν, κάνουν ενέσεις, ξενυχτάνε, κι επιδίδονται σε σεξουαλικά όργια.

Η γραφή του Μπάροουζ είναι ασθματική, παρανοϊκή, ενδέχεται να κουράσει τον αναγνώστη, ο οποίος όμως απολαμβάνει την ποιητικότητα του κειμένου ενός πρεζάκια, που φτάνει συχνά στα σύνορα του θανάτου και δηλώνει ότι «οι συγγραφείς μιλάνε για κείνη τη γλυκερή μυρουδιά του θανάτου που σου φέρνει αναγούλα, τη στιγμή που το οποιοδήποτε πρεζάκι μπορεί να σε διαβεβαιώσει πως ο θάνατος δεν έχει μυρωδιά…»

Κατά τον συγγραφέα, «Το Γυμνό Γεύμα είναι ένα μηχανολογικό σχεδιάγραμμα, ένα Εγχειρίδιο Πλεύσης…Λάγνες ορέξεις μαυριδερών εντόμων απλώνονται σε απέραντα τοπία άλλων πλανητών…Αφηρημένες έννοιες, γυμνές όσο η άλγεβρα, στενεύουν και γίνονται σφιχτή μαύρη κουράδα ή ένα ζευγάρι γέρικα αρχίδια… Οδηγός για να διευρύνεις το πεδίο εμπειρίας, ο οποίος σου ανοίγει την πόρτα στο βάθος του διαδρόμου…Το Γυμνό Γεύμα απαιτεί τη σιωπή του Αναγνώστη. Ειδάλλως ομφαλοσκοπεί μετρώντας το σφυγμό του…»

Περαιτέρω περιγραφές, αναλύσεις ή σχόλια του βιβλιοπαρουσιαστή είναι περιττές. Το κείμενο μιλάει από μόνο του και λέει τα πάντα, ή δεν λέει τίποτα, για τις περιπλανήσεις του συγγραφέα, τους εφιάλτες και τις παραισθήσεις του, που προσπαθεί να μεταφέρει στην ελληνική γλώσσα — και τα καταφέρνει στην εντέλεια —, ο Γιώργος Γούτας.

Τελικά, το Γυμνό γεύμα είναι μια καταγγελία κατά των ναρκωτικών ουσιών και ιδιαίτερα κατά των εμπόρων. Γι’ αυτό στην Εισαγωγή του ο Μπάροουζ, παραφράζοντας το κομμουνιστικό μανιφέστο, έχει την εξής φράση: «Μωράκια της παρηγοριάς όλου του κόσμου ενωθείτε. Δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε παρά μονάχα τους εμπόρους.»

Δεν υπάρχουν σχόλια: