11.11.01

Σελίδες από το χάος που ονομάζεται Ουίλιαμ Μπάροουζ

Γράφει ο Ηλίας Μαγκλίνης | Καθημερινή,
Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2001 »»

Ουίλιαμ Μπάροουζ, Σελίδες από το χάος, Απόπειρα, σσ. 208,
Το Σοκάκι των Ανεμοστρόβιλων, Απόπειρα, σσ. 96

Η ενασχόληση με το έργο του Ουίλιαμ Μπάροουζ δεν είναι πάντα μια ευχάριστη υπόθεση. Ίσως γιατί η σχεδόν εξωπραγματική ζωή του επεσκίασε έως ένα βαθμό το έργο του, δηλαδή την ουσία· ίσως γιατί μετά το εξαιρετικό «Γυμνό γεύμα» (1959), αναλώθηκε σε ασυνάρτητες αφηγήσεις που αποτελούνται κυρίως από θεωρίες συνωμοσιών και σαδομαζοχιστικά συμπλέγματα.



Η συλλογή διηγημάτων «Το σοκάκι των ανεμοστρόβιλων», που κυκλοφόρησε πρόσφατα (σε μετάφραση των Δημήτρη Kουμανιώτη και Νίκου Ρέγκα) διαφέρει ελαφρώς. Φαίνεται ότι προς το τέλος της ζωής του (το βιβλίο εκδόθηκε το 1989) ο Μπάροουζ ανέτρεξε σε τεχνικές αφήγησης που ακολούθησε στα δύο πρώτα του βιβλία, το «Junky» (1953) και το «Queer» (γράφτηκε το 1953, εκδόθηκε το 1985), που κατά την ταπεινή μου άποψη είναι μέχρι σήμερα τα πιο ενδιαφέροντα έργα του.

Από το «Σοκάκι» δεν λείπουν, δυστυχώς, οι δήθεν ανατρεπτικού χαρακτήρα καταγγελίες όπως η σκηνή στο διήγημα «Ο Τζέρι και ο χρηματιστής», με το γυμνό αγόρι να κραυγάζει «Πουλήστε!» μέσα στο κατάμεστο χρηματιστήριο. Αντίθετα, τα διηγήματα «Εκεί που πήγαινε» και «Το βιβλίο των σκιών» θυμίζουν τον παλιό δυνατό Μπάροουζ της δεκαετίας του '50, ενώ το «Αδιέξοδο που βρωμάει» είναι μια γνήσια ιστορία τρόμου με ιδιαίτερα ελλειπτική γραφή. Μακάρι να έλειπε το «Ημέρα των Ευχαριστιών, 28 Νοεμβρίου 1986», ένας ανελέητος βομβαρδισμός από κοινοτοπίες στο παρωχημένο ύφος του «Ουρλιαχτού» του Γκίνσμπεργκ.

Το άλλο βιβλίο του Μπάροουζ που κυκλοφόρησε τελευταία, μια συλλογή από διάφορα κείμενα με τίτλο «Σελίδες από το χάος» (η μετάφραση των κειμένων ανήκει στους Γιώργο Γούτα, Νίκο Μπαλή, Ανδρέα Μάχο, Δημήτρη Kουμανιώτη, Νίκο Ρέγκα, Αγγελο Μαστοράκη και Ιουλία Ραλλίδη) είναι όντως ένα συνονθύλευμα «από το χάος» της μπαροουζικής μυθοπλασίας: ετερόκλητα κείμενα τόσο θεματικά όσο και μορφικά, που ενδεχομένως να καλύπτουν τις ανάγκες των «φαν» του Μπάροουζ, οι οποίοι είναι διατεθειμένοι να του συγχωρήσουν τα πάντα. Αυτό όμως δεν είναι λογοτεχνία. Είναι απλώς ένας φρικτά επαναλαμβανόμενος Μπάροουζ, ο οποίος αναμασάει τα σχήματα του «Γυμνού γεύματος». Kαι οι δύο εκδόσεις, πάντως, είναι ιδιαίτερα προσεγμένες και καλά επιμελημένες.

Κάτι που δεν γίνεται εύκολα αντιληπτό είναι ότι ο Μπάροουζ ήταν ένα παράδοξο είδος ηθικολόγου. Αν μη τι άλλο, η περίπτωσή του καταδεικνύει με ποιον τρόπο η ανατρεπτικότητα ακουμπά πάνω στο αντίθετό της άκρο, τον συντηρητισμό. Ο Μπάροουζ αντιμετώπιζε την ομοφυλοφιλία του ως κατάρα και εξέφραζε ένα ενοχικό σύνδρομο για τις σαρκικές ηδονές. Ωστόσο, αυτός ο νοσηρός αισθησιασμός του είναι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία του έργου του, καθώς αποπνέει ένα υπαρξιακό, αρχέγονο αίσθημα ενοχής. Με αυτή την έννοια, ο Μπάροουζ υπήρξε όντως ένας ριζοσπάστης καθώς στις κορυφαίες του στιγμές μίλησε για τη σχέση μας με το σώμα μας και τις μύχιες φοβίες μας, συνδυάζοντας τη βιωμένη γραφή με μιαν εξαντλητική γλωσσική επεξεργασία.

Έχω λοιπόν την αίσθηση ότι αυτός είναι ο Μπάροουζ που παρουσιάζει ενδιαφέρον και όχι κάποιος κατασκευασμένος μύθος που βολεύει τον ελληνικό αντιαμερικανισμό. Φαίνεται ότι στην Ελλάδα εξαντλούμε τον θαυμασμό μας σε Αμερικανούς συγγραφείς, οι οποίοι εκφράζουν κάθε τόσο μια απέχθεια για τον τόπο τους και τους συμπατριώτες τους.

Αυτό που υποψιαζόμαστε
Υποτίθεται ότι μας αποκαλύπτουν αυτό που τόσο καιρό υποψιαζόμαστε (διότι από καταβολής κόσμου, από τον Έλληνα δεν ξεφεύγει καμία — μα καμία — κρυφή αλήθεια, πλεκτάνη ή συνωμοσία): τη «φασίζουσα Αμερική» με τα πολιτικά αδαή, αλαζονικά, ανιστόρητα «αμερικανάκια» (ενώ το μείζον ζήτημα σχετικά με το αν οι μουσουλμάνοι στη χώρα μας πρέπει ή όχι να αποκτήσουν τζαμί αποδεικνύει την εκπληκτική δημοκρατική μας κουλτούρα ή η αντιμετώπιση του «μακεδονικού ζητήματος», με τα συλλαλητήρια και τις υστερίες, αποδεικνύει πόσο σοφή αίσθηση της Ιστορίας έχει ο ελληνικός «περιούσιος» λαός που όλες οι «ξένες δυνάμεις» υπονομεύουν).

Μπορεί, τέλος πάντων, αυτή η αντιαμερικανική ρητορική να μας βόλευε κατά τη δεκαετία του ’70, και να ήταν μια εξίσου βολική ανάγνωση του Μπάροουζ. Όχι όμως πια.
______________________
Copyright: http://www.kathimerini.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: