Γράφει ο Απόστολος Θηβαίος | Βακχικόν »»
Είναι τα πιο τολμηρά κορίτσια αυτά που ξυπνούν μες στις ιστορίες των Κενών καταστάσεων. Το θάρρος τους μετριέται με ένα βλέμμα εντός, η ζωή τους όλη μια προσευχή και μια ελπίδα για την μοιραία συνάντηση, την αμετάφραστη και ιδιότυπη βαρύτητα των σωμάτων. Μιλούν με τρόπο αστείο, οι σκέψεις τους είναι πικρές, πρόκειται για κούκλες που κρατούν με χάρη τη θέση τους στις φωτισμένες βιτρίνες, όμως από μέσα φυσούν άνεμοι που θολώνουν τα βλέματα. Στους καθρέφτες της Καϊδόγλου και στην προφορικότητα του ρυθμού της επαληθεύεται μια φυσική γραφή, ένα είδος ημερολογίου για τις μικρές και τις μεγάλες περιπέτειες, τις τυχαίες γνωριμίες, τη συντριβή και την θηριωδία της ελπίδας, το μοίρασμα που συνιστά την μεγάλη και άλυτη εξίσωση του κόσμου.
Οι ποιητές το είπαν, πως το ζήτημα ήταν πάντα το σώμα και πως στις γραμμές του στηρίζονται ένα σωρό θεωρήματα. Εκείνη, δίχως όνομα αγοράζει και πουλά τις νύχτες και τις μέρες της, ερωτεύεται, προσμένει, απελπίζεται, γίνεται κομμάτια προτού φωτιστεί, προτού περάσει σαν προβολή παντού στην πόλη, καταλαμβάνοντας ναούς και ψυχές. Πώς σε λένε, πώς σε λένε, όσο και να ρωτώ ποτέ δεν θ’ ακούσω τη φωνή της, γιατί ίσως να είναι όπως το είπαν τα τραγούδια, ίσως ο άνεμος να είναι άγριος και αυτές οι κιθάρες που παίζουν καθώς περνά από παντού μέσα της να είναι συρμάτινα κύμβαλα, ο ήχος της αγάπης σήμερα, σκληρός, τραχύς χειμώνας που αξίζει όλο το δόσιμο, όλες τις κλίμακες. Σκηνογραφίες της ζωής, καταστάσεις δίχως οξυγόνο, σ’ επικίνδυνες ατμόσφαιρες. Κενές επειδή η αφοσίωση ήταν πάντα ένα μουσικό ολόκληρο, δίχως άλλη σημασία.
Κάπως έτσι το δίχως όνομα κορίτσι της Θέδας μαθαίνει ν’ αγαπά και μεγαλώνει, μες στον άλλον, τον μυστικό χρόνο. Αυτόν που εξελίσσεται εντός μας, που ξοδεύεται μες στον δικό μας πόλεμο, για να δώσει ένα σπασμένο, ένα απέραντα ευτυχισμένο κρίνο. Οι μνήμες έρχονται και φεύγουν, σαν να τις φωτίζουν ξαφνικές πνοές, σαν σήματα φθάνουν από κομμάτια καθρέφτες. Ερμηνεύουν και δικαιολογούν, στήνουν τα οδοφράγματα που είπαμε φόβους. Ακόμη και αν η πρόθεση επιδιώκει να ταυτίζεται με το αποτέλεσμα, είναι παράξενος και τρυφερός ο κώδικας που χρησιμοποιεί η Θέδα Καϊδόγλου. Φέγγει μαζί με το υπέροχο, πληθυντικό μας φεγγάρι. Το ίδιο που λούζει το πρόσωπο της δημιουργού στο βιογραφικό της έκδοσης.
Πάει να πει πως οι αισθήσεις αφορούν ζωές οξυμένες, έξω και πέρα απ’ την μονομέρεια της γυναικείας γραφής που με μια επιπρόσθετη, αυτοδίδακτη αίσθηση επιβεβαιώνει τη βαθιά σύλληψη της εποχής. Μια προικισμένη γραφή και η αρχή που μας θέλει παρανάλωμα του έρωτα υπερβαίνουν όλες αυτές τις φράξιες που θέτουν οι αφοπλιστικές κατηγοριοποιήσεις κειμένων και συμπεριφορών. Μια ιστορία οικεία για τις ανθρώπινες σχέσεις, ένα ωραίο στερεότυπο που όμως δεν επαναλαμβάνεται ποτέ, ντύνοντας με τα πιο ιδιαίτερα χρώματα όλες αυτές τις μυθολογίες που βαδίζουν, αγαπούν, μισούν και πεθαίνουν με τον πιο καταιγιστικό τρόπο.
Όλοι οι έρωτες μας αφήνουν σημάδια. Η Θέδα Καϊδόγλου βρήκε τον τρόπο να πει το τραγούδι της. Μα είναι στιγμές που περισσότερο νιώθεται, που φέγγει το λάθος και όλοι γονατίζουμε κάτω από την ίδια σημαία.Η μνήμη αυτού του βιβλίου – η συγγραφέας το γράφει καθαρά – μοιάζει με πλάσμα μυστήριο, που κάτι άφαντο περιπολεί. Ίσως αυτή να οπλίζει την γοητευτική γραφίδα της.
Οι Κενές καταστάσεις των εκδόσεων Απόπειρα φέρνουν στο φως την πρωτότυπη, άμεση και φυσική εκφορά μιας νέας δημιουργού που έτσι ειλικρινά και άδολα διασώζει τις πιο σκληρές της μέρες, τις πιο τρυφερές μνήμες. Μόνο για αυτήν την εξομολόγηση οφείλουμε την προσοχή μας στη Θέδα Καϊδόγλου.
…Τη γνώρισε μέσα στην έξαλλη πόλη. Τη γνώρισε και την ξεχώρισε από την αρχή, έτσι σπασμένη όπως περιφερόταν μες στα καταθλιπτικά πρωινά, έτοιμη για την δόξα. Την είχε δει χιλιάδες φορές μες στο αστικό πεδίο να διέρχεται κομψή και αιθέρια, ν’ ανοίγει μια πόρτα κάπου στην πόλη, ν’ ακολουθεί μια σταθερή τροχιά. Τέτοια κορίτσια δεν ανήκουν σε αυτόν τον κόσμο…Τέτοιες γυναίκες, όπως οι αναρίθμητες ηρωίδες της Θέδας Καϊδόγλου που ενσαρκώνουν τα γνήσια αυτόματα των καιρών, φέρουν τα αντιπροσωπευτικότερα στοιχεία του φύλλου τους. Συνιστούν ένα άλλο πρότυπο, μια άλλη εκδοχή του γυναικείου ρόλου που μεταβάλλεται διαρκώς, θεμελιώνοντας έναν άλλο βαθμό ισότητας και εσωτερικότητας. Δίχως ονόματα, χωρίς ξεχωριστές σημασίες οι πιθανότητες της Θέδας Καϊδόγλου μιλούν τη γλώσσα της εποχής, ερωτεύονται και επιθυμούν, περνούν τον περισσότερο καιρό τους ολομόναχες σ’ ατέλειωτους συρμούς, σπάνε και πάλι από έρωτα γελούν και καίγονται.
Είναι τα πιο τολμηρά κορίτσια αυτά που ξυπνούν μες στις ιστορίες των Κενών καταστάσεων. Το θάρρος τους μετριέται με ένα βλέμμα εντός, η ζωή τους όλη μια προσευχή και μια ελπίδα για την μοιραία συνάντηση, την αμετάφραστη και ιδιότυπη βαρύτητα των σωμάτων. Μιλούν με τρόπο αστείο, οι σκέψεις τους είναι πικρές, πρόκειται για κούκλες που κρατούν με χάρη τη θέση τους στις φωτισμένες βιτρίνες, όμως από μέσα φυσούν άνεμοι που θολώνουν τα βλέματα. Στους καθρέφτες της Καϊδόγλου και στην προφορικότητα του ρυθμού της επαληθεύεται μια φυσική γραφή, ένα είδος ημερολογίου για τις μικρές και τις μεγάλες περιπέτειες, τις τυχαίες γνωριμίες, τη συντριβή και την θηριωδία της ελπίδας, το μοίρασμα που συνιστά την μεγάλη και άλυτη εξίσωση του κόσμου.
Οι ποιητές το είπαν, πως το ζήτημα ήταν πάντα το σώμα και πως στις γραμμές του στηρίζονται ένα σωρό θεωρήματα. Εκείνη, δίχως όνομα αγοράζει και πουλά τις νύχτες και τις μέρες της, ερωτεύεται, προσμένει, απελπίζεται, γίνεται κομμάτια προτού φωτιστεί, προτού περάσει σαν προβολή παντού στην πόλη, καταλαμβάνοντας ναούς και ψυχές. Πώς σε λένε, πώς σε λένε, όσο και να ρωτώ ποτέ δεν θ’ ακούσω τη φωνή της, γιατί ίσως να είναι όπως το είπαν τα τραγούδια, ίσως ο άνεμος να είναι άγριος και αυτές οι κιθάρες που παίζουν καθώς περνά από παντού μέσα της να είναι συρμάτινα κύμβαλα, ο ήχος της αγάπης σήμερα, σκληρός, τραχύς χειμώνας που αξίζει όλο το δόσιμο, όλες τις κλίμακες. Σκηνογραφίες της ζωής, καταστάσεις δίχως οξυγόνο, σ’ επικίνδυνες ατμόσφαιρες. Κενές επειδή η αφοσίωση ήταν πάντα ένα μουσικό ολόκληρο, δίχως άλλη σημασία.
…Όλη την ημέρα καμουφλάζ. Όλη τη μέρα τρέλα. Έκανα άλματα ξανά και ξανά, σαν να πηδούσα πάνω από λασπολακκούβες, πάνω απ' τις κενές ώρες, μέχρι τη μεγάλη ώρα. Έφτανα μόνη μου πολλές φορές και πολύ νωρίτερα στο σημείο, στην επαφή, πρόσωπο με πρόσωπο, στο φιλί, στα χείλη με χείλη, το ζούσα και το ξαναζούσα, μέχρι που εξαντλήθηκα να το περιμένω, ώσπου, όταν έφτασε η ώρα να πάνω στο ραντεβού, ήμουν ήδη κουρασμένη, φιλημένη, ζαλισμένη, τα είχα κάνει όλα πάλι από μόνη μου, τα είχα σκηνοθετήσει…
Κάπως έτσι το δίχως όνομα κορίτσι της Θέδας μαθαίνει ν’ αγαπά και μεγαλώνει, μες στον άλλον, τον μυστικό χρόνο. Αυτόν που εξελίσσεται εντός μας, που ξοδεύεται μες στον δικό μας πόλεμο, για να δώσει ένα σπασμένο, ένα απέραντα ευτυχισμένο κρίνο. Οι μνήμες έρχονται και φεύγουν, σαν να τις φωτίζουν ξαφνικές πνοές, σαν σήματα φθάνουν από κομμάτια καθρέφτες. Ερμηνεύουν και δικαιολογούν, στήνουν τα οδοφράγματα που είπαμε φόβους. Ακόμη και αν η πρόθεση επιδιώκει να ταυτίζεται με το αποτέλεσμα, είναι παράξενος και τρυφερός ο κώδικας που χρησιμοποιεί η Θέδα Καϊδόγλου. Φέγγει μαζί με το υπέροχο, πληθυντικό μας φεγγάρι. Το ίδιο που λούζει το πρόσωπο της δημιουργού στο βιογραφικό της έκδοσης.
Πάει να πει πως οι αισθήσεις αφορούν ζωές οξυμένες, έξω και πέρα απ’ την μονομέρεια της γυναικείας γραφής που με μια επιπρόσθετη, αυτοδίδακτη αίσθηση επιβεβαιώνει τη βαθιά σύλληψη της εποχής. Μια προικισμένη γραφή και η αρχή που μας θέλει παρανάλωμα του έρωτα υπερβαίνουν όλες αυτές τις φράξιες που θέτουν οι αφοπλιστικές κατηγοριοποιήσεις κειμένων και συμπεριφορών. Μια ιστορία οικεία για τις ανθρώπινες σχέσεις, ένα ωραίο στερεότυπο που όμως δεν επαναλαμβάνεται ποτέ, ντύνοντας με τα πιο ιδιαίτερα χρώματα όλες αυτές τις μυθολογίες που βαδίζουν, αγαπούν, μισούν και πεθαίνουν με τον πιο καταιγιστικό τρόπο.
Όλοι οι έρωτες μας αφήνουν σημάδια. Η Θέδα Καϊδόγλου βρήκε τον τρόπο να πει το τραγούδι της. Μα είναι στιγμές που περισσότερο νιώθεται, που φέγγει το λάθος και όλοι γονατίζουμε κάτω από την ίδια σημαία.Η μνήμη αυτού του βιβλίου – η συγγραφέας το γράφει καθαρά – μοιάζει με πλάσμα μυστήριο, που κάτι άφαντο περιπολεί. Ίσως αυτή να οπλίζει την γοητευτική γραφίδα της.
…Έγραψε παραληρηματικά. Γέμισε το ημερολόγιό της μ’ όλες τις πιθανότητές του. Σημείωσε κάθε χαρακτηριστικό του, τις λεπτές γραμμές, τα ψαλιδισμένα φτερά, αφοσιώθηκε σημαίνει υποσχέθηκε πως για χάρη του θα ξοδευτεί. Τώρα και πάντα σε κάθε ιστορία, σε κάθε εποχή, τα κομμάτια ενός θρόνου που μοιράστηκε στους σφετεριστές…
Οι Κενές καταστάσεις των εκδόσεων Απόπειρα φέρνουν στο φως την πρωτότυπη, άμεση και φυσική εκφορά μιας νέας δημιουργού που έτσι ειλικρινά και άδολα διασώζει τις πιο σκληρές της μέρες, τις πιο τρυφερές μνήμες. Μόνο για αυτήν την εξομολόγηση οφείλουμε την προσοχή μας στη Θέδα Καϊδόγλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου