Η Καίτη Βασιλάκου, με αφορμή το βιβλίο της Το επίμονο φαινόμενο (εκδόσεις Απόπειρα) μιλάει στον Δημήτρη Αργασταρά και το Diavasame.gr »»
Κυρία Βασιλάκου, το τελευταίο σας βιβλίο, Το επίμονο φαινόμενο, περιλαμβάνει ένα διήγημα και δύο νουβέλες. Τι είναι αυτό που σας παρότρυνε να γράψετε αυτές τις τρεις ιστορίες;
Μολονότι πρόκειται εδώ για ιστορίες φαντασίας, οι αφορμές ξεκινούν από την πραγματικότητα, όπως έχει σήμερα διαμορφωθεί, με την οικονομική κρίση να απειλεί όχι μόνο τη χώρα μας αλλά και την παγκόσμια ισορροπία, με την κλιματική αλλαγή να μας προετοιμάζει για χειρότερες μέρες και με το κύρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αμφισβητείται από ακροδεξιά κόμματα που αυξάνουν τους οπαδούς τους, όσο περνά ο καιρός. Και στις τρεις περιπτώσεις, αν αφεθούν τα πράγματα στην τύχη τους, μπορεί κάποια μέρα να βρεθούμε μπροστά σε δυσάρεστες εκπλήξεις, όπως περίπου αυτές που περιγράφω στο βιβλίο μου, πράγμα που απεύχομαι εννοείται. Να προσθέσω ωστόσο ότι μου αρέσουν τα σενάρια τρόμου, τα οποία όμως θέλω να μένουν στο χαρτί και ο κόσμος να συνεχίζει ειρηνικά την πορεία του προς τα εμπρός.
Σε κάθε ιστορία οι ήρωες έχουν να αναμετρηθούν με τις προσωπικές τους αποφάσεις, με το τι πραγματικά θέλουν οι ίδιοι, αλλά και με τον κοινωνικό τους περίγυρο. Η απόφαση του κυρίου Σόρενσον στην πρώτη ιστορία είναι και ένα μήνυμα προς τον σημερινό αναγνώστη;
Έτσι δεν συμβαίνει πάντα; Υπάρχει ο κοινωνικός περίγυρος που καθορίζει κατά μεγάλο μέρος τη συμπεριφορά και τις αξίες μας και υπάρχει και ο εαυτός μας που πρέπει να πάρει τις αποφάσεις του μέσα σε αυτό πλαίσιο. Μερικές φορές οι αποφάσεις μας δε συμφωνούν με τον κοινωνικό περίγυρο, όπως γίνεται εδώ με τον κ. Σόρενσον.
Ο κ. Σόρενσον ανακαλύπτει προς το τέλος της ζωής του ότι υπηρέτησε ένα απάνθρωπο σύστημα. Κάνει την επανάστασή του έστω και την τελευταία στιγμή, επειδή καταλαβαίνει ότι η ζωή έχει τελικά μεγαλύτερη αξία από την οικονομική ευρωστία μιας κοινωνίας που για να την πετύχει παραβλέπει τον ανθρώπινο παράγοντα.
Θα έλεγα λοιπόν ότι μια υγιής, δημοκρατική κοινωνία στοχεύει στην ευημερία του ανθρώπου και όχι στην ευημερία των αριθμών. Σε αντίθετη περίπτωση, το δημοκρατικό πολίτευμα διαστρέφεται και θυμίζει δικτατορία και τότε ο πολίτης πρέπει να πάρει τις δικές του αποφάσεις.
Στο «Επίμονο φαινόμενο», την ομότιτλη νουβέλα της συλλογής, παρακολουθούμε ένα χάσμα γενεών ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά τους, που επιβιώνουν σε πρωτόγονες συνθήκες σε έναν μετα-αποκαλυπτικό κόσμο. «Ο κόσμος είναι σκληρός και πρέπει να επιβιώσουν» λέει ένας από τους γηραιότερους χαρακτήρες...
Η φύση είναι σκληρή σε αντίθεση με τον πολιτισμό που προσπαθεί να απαλύνει όσο γίνεται αυτή τη σκληρότητα. Αν ποτέ τύχει και βγούμε από αυτό το προστατευτικό κουκούλι του πολιτισμού, θα βρεθούμε, εμείς οι πολιτισμένοι άνθρωποι, άοπλοι μέσα σε ένα κόσμο θηριώδη που θα μας συντρίψει. Είμαστε τόσο καλά βολεμένοι μέσα στις ανέσεις της σύγχρονης τεχνολογίας, που μας είναι αδύνατο να επιβιώσουμε έξω από αυτήν. Παράλληλα οι ενήλικες, όπως συμβαίνει πάντα σε όλες τις εποχές, περνούν στους νεότερους τη γνώση και τη σοφία τους, τις δεξιότητές τους και όλα όσα είναι χρήσιμα για να ζήσουν στο οικείο περιβάλλον τους. Για το λόγο αυτό οι νεότεροι σέβονται τους μεγαλύτερους.
Στο «Επίμονο φαινόμενο» παρουσιάζω την αναστροφή αυτού του κοινωνικού φαινομένου: οι πολιτισμένοι γονείς δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα, τώρα που είναι εκτεθειμένοι στη φύση. Αντίθετα τα παιδιά τους που θα γεννηθούν και θα μεγαλώσουν σε πρωτόγονες συνθήκες θα τα καταφέρουν μια χαρά, εφόσον μέσα στον άνθρωπο υπάρχει πάντα εν υπνώσει η θηριώδης φύση. Το τραγικό σε μια τέτοια υποθετική περίπτωση είναι ότι οι γονείς δεν είναι άξιοι σεβασμού, εφόσον δεν μπορούν να διδάξουν στα παιδιά τους τίποτε χρήσιμο για την επιβίωση.
Από το βιογραφικό σας σημείωμα μπορούμε να καταλάβουμε ότι υπάρχουν κάποια αυτοβιογραφικά στοιχεία στην τρίτη ιστορία, «Το Κράτος». Πόσα στοιχεία μοιράζεστε πραγματικά με την Ζωή Ιωάννου;
Είναι η πρώτη φορά που περνώ τόσα πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία σε μια ιστορία μου και μάλιστα σε ένα χαρακτήρα που δεν είναι συμπαθής. Ο λόγος ήταν μάλλον πρακτικής φύσης: αντί να εφευρίσκω λεπτομέρειες της καθημερινής ζωής της Ιωάννου, προτίμησα να περάσω έτοιμες πληροφορίες από τη δική μου ζωή. Έτσι η καθηγήτρια Ζωή Ιωάννου διορίστηκε στο επαρχιακό σχολείο που διορίστηκα κι εγώ, μετατέθηκε στην Αθήνα λίγα χρόνια αργότερα, όπως κι εγώ, έμεινε σε ένα δυάρι στην Αγία Παρασκευή, όπως κι εγώ, δίδαξε σε ένα σχολείο της Ανατολικής Αττικής, όπως κι εγώ, και κινήθηκε σε περιοχές της Αθήνας και της Αττικής που μου είναι γνώριμες. Κατά τα άλλα, η Ζωή Ιωάννου ανέπτυξε ένα χαρακτήρα που μου είναι ξένος.
«Τι ναρκωτικό και αυτή η δημοκρατία», λέει η Ζωή Ιωάννου στο «Κράτος». Πώς βλέπετε την σημερινή συνθήκη μέσα στην οποία ζούμε;
Η Ζωή Ιωάννου δεν πιστεύει στη δημοκρατία σε αντίθεση με τον Αριστείδη Σταυρόπουλο που είναι ένθερμος οπαδός της. Οι δυο αυτοί χαρακτήρες ήταν ανάγκη να διασταυρωθούν και να ανταλλάξουν τις απόψεις τους – αυτό συμβαίνει σχεδόν σε όλη την έκταση της αφήγησης – ώστε ο αναγνώστης να μπορεί να παρακολουθήσει το βάθος της σκέψης δυο ανθρώπων που ο καθένας τους πέρα από συμφέροντα πιστεύει ειλικρινά το πολιτικό σύστημα που υπηρετεί.
Η Ζωή Ιωάννου εκπλήσσεται και ενοχλείται, όταν βλέπει ότι ο κόσμος προτιμά τη δημοκρατία από τη δικτατορία. Αυτό είναι κάτι που δυσκολεύεται να καταλάβει. Από την άλλη όμως, βλέπει αυτό που εμείς που πιστεύουμε στη δημοκρατία αποφεύγουμε να παραδεχτούμε: ότι συχνά στο όνομά της κάποιοι κάνουν πράγματα που την προσβάλλουν, την αναιρούν και την αποδυναμώνουν, ενώ εμείς οι υπόλοιποι δεν αντιδρούμε, επειδή φοβόμαστε μήπως χαρακτηριστούμε αντιδημοκράτες και φασίστες. Νομίζω ότι σήμερα αυτό συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις.
Διατηρείτε ενεργό προσωπικό ιστολόγιο και σελίδα στο facebook. Πώς βιώνετε αυτή την διαδραστική επικοινωνία στο διαδίκτυο ; Πιστεύετε ότι είναι ωφέλιμη για έναν συγγραφέα σήμερα;
Η διαδραστική επικοινωνία μέσω του διαδικτύου είναι ένα ακόμα βήμα για να έρθουν οι άνθρωποι πιο κοντά καταργώντας τα εμπόδια του χρόνου και των μακρινών αποστάσεων. Τη θεωρώ πολύ σημαντική.
Με το προσωπικό μου ιστολόγιο και τη σελίδα μου στο facebook ήρθα σε επαφή με πολύ κόσμο που διαφορετικά θα παρέμενε για μένα απρόσιτος και άγνωστος και η συγγραφική δουλειά μου έγινε ευρύτερα γνωστή. Καθώς μάλιστα εκτός από το λογοτεχνικό μου έργο καταπιάνομαι στο ιστολόγιό μου και με άλλα θέματα ιστορικά, κοινωνικά κλπ, έχω τη χαρά να μοιράζομαι τα κείμενά μου με τους αναγνώστες του διαδικτύου και να ανταλλάσσω απόψεις μαζί τους.
Πιστεύω ωστόσο ότι ο συγγραφέας που δημοσιεύει στο διαδίκτυο πρέπει να έχει και το νου του. Να μην παρασυρθεί δηλαδή σε γραφές που ξέρει ότι θα ευχαριστήσουν το κοινό του, αλλά θα προδώσουν τον ίδιο. Με άλλα λόγια πρέπει να είναι σταθερός στις ιδέες του και αυτές να προβάλλει είτε αρέσουν είτε όχι στον πολύ κόσμο.
Παρατηρώντας το έργο σας, βλέπουμε ότι προτιμάτε κυρίως το διήγημα ή την νουβέλα. Θεωρείτε ότι σας ταιριάζει περισσότερο αυτό το είδος απ' ότι ένα πιο πολυφωνικό μυθιστόρημα, για παράδειγμα;
Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορώ να αφιερώσω ένα, δύο, τρία χρόνια για να γράψω ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα, καθώς αυτό που έχω στο μυαλό μου είναι μια συγκεκριμένη ιδέα που θέλω να αναδείξω και αυτή η ιδέα περνά άνετα μέσα από ένα διήγημα. Δεν με ενδιαφέρει ιδιαίτερα η αναπαράσταση μιας εποχής ή ενός συγκεκριμένου κοινωνικού περιβάλλοντος.
Έχω γράψει μερικά μικρά μυθιστορήματα που περιμένουν τη σειρά τους για να εκδοθούν, αλλά και αυτά στοχεύουν στην ανάδειξη μιας ιδέας. Η ιδέα με παρέσυρε σε μια πιο εκτεταμένη αφήγηση, όταν διαπίστωσα ότι αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει μέσα στις περιορισμένες σελίδες ενός διηγήματος. Βασικά πάντως ανήκω στους διηγηματογράφους και όχι στους μυθιστοριογράφους.
Ποια η σχέση σας με την κριτική; Πώς την αντιμετωπίζετε όταν αφορά στο έργο σας;
Φυσιολογικά, θα έλεγα. Χαίρομαι, όταν πρόκειται για καλή κριτική, λυπάμαι, όταν πρόκειται για αρνητική.
Επόμενα συγγραφικά σας σχέδια;
Περιμένουν τη σειρά τους να εκδοθούν μια σειρά διηγημάτων, μια ποιητική συλλογή και τα μυθιστορήματα που σας ανέφερα. Αν και για τα τελευταία ποτέ δεν θεωρώ ότι είναι τελείως έτοιμα. Όποτε τα κοιτάξω, βρίσκω πράγματα να διορθώσω.
Μια ευχή για την νέα χρονιά;
Τι να ευχηθώ; Μήπως το 2017 θα ακούσει τις ευχές μας; Ωστόσο θα ήθελα να τελειώσει πια αυτός ο πόλεμος στην καθημαγμένη Συρία και να γυρίσουν οι άνθρωποι στον τόπο τους να ζήσουν ειρηνικά.
Κυρία Βασιλάκου, το τελευταίο σας βιβλίο, Το επίμονο φαινόμενο, περιλαμβάνει ένα διήγημα και δύο νουβέλες. Τι είναι αυτό που σας παρότρυνε να γράψετε αυτές τις τρεις ιστορίες;
Μολονότι πρόκειται εδώ για ιστορίες φαντασίας, οι αφορμές ξεκινούν από την πραγματικότητα, όπως έχει σήμερα διαμορφωθεί, με την οικονομική κρίση να απειλεί όχι μόνο τη χώρα μας αλλά και την παγκόσμια ισορροπία, με την κλιματική αλλαγή να μας προετοιμάζει για χειρότερες μέρες και με το κύρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αμφισβητείται από ακροδεξιά κόμματα που αυξάνουν τους οπαδούς τους, όσο περνά ο καιρός. Και στις τρεις περιπτώσεις, αν αφεθούν τα πράγματα στην τύχη τους, μπορεί κάποια μέρα να βρεθούμε μπροστά σε δυσάρεστες εκπλήξεις, όπως περίπου αυτές που περιγράφω στο βιβλίο μου, πράγμα που απεύχομαι εννοείται. Να προσθέσω ωστόσο ότι μου αρέσουν τα σενάρια τρόμου, τα οποία όμως θέλω να μένουν στο χαρτί και ο κόσμος να συνεχίζει ειρηνικά την πορεία του προς τα εμπρός.
Σε κάθε ιστορία οι ήρωες έχουν να αναμετρηθούν με τις προσωπικές τους αποφάσεις, με το τι πραγματικά θέλουν οι ίδιοι, αλλά και με τον κοινωνικό τους περίγυρο. Η απόφαση του κυρίου Σόρενσον στην πρώτη ιστορία είναι και ένα μήνυμα προς τον σημερινό αναγνώστη;
Έτσι δεν συμβαίνει πάντα; Υπάρχει ο κοινωνικός περίγυρος που καθορίζει κατά μεγάλο μέρος τη συμπεριφορά και τις αξίες μας και υπάρχει και ο εαυτός μας που πρέπει να πάρει τις αποφάσεις του μέσα σε αυτό πλαίσιο. Μερικές φορές οι αποφάσεις μας δε συμφωνούν με τον κοινωνικό περίγυρο, όπως γίνεται εδώ με τον κ. Σόρενσον.
Ο κ. Σόρενσον ανακαλύπτει προς το τέλος της ζωής του ότι υπηρέτησε ένα απάνθρωπο σύστημα. Κάνει την επανάστασή του έστω και την τελευταία στιγμή, επειδή καταλαβαίνει ότι η ζωή έχει τελικά μεγαλύτερη αξία από την οικονομική ευρωστία μιας κοινωνίας που για να την πετύχει παραβλέπει τον ανθρώπινο παράγοντα.
Θα έλεγα λοιπόν ότι μια υγιής, δημοκρατική κοινωνία στοχεύει στην ευημερία του ανθρώπου και όχι στην ευημερία των αριθμών. Σε αντίθετη περίπτωση, το δημοκρατικό πολίτευμα διαστρέφεται και θυμίζει δικτατορία και τότε ο πολίτης πρέπει να πάρει τις δικές του αποφάσεις.
Στο «Επίμονο φαινόμενο», την ομότιτλη νουβέλα της συλλογής, παρακολουθούμε ένα χάσμα γενεών ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά τους, που επιβιώνουν σε πρωτόγονες συνθήκες σε έναν μετα-αποκαλυπτικό κόσμο. «Ο κόσμος είναι σκληρός και πρέπει να επιβιώσουν» λέει ένας από τους γηραιότερους χαρακτήρες...
Η φύση είναι σκληρή σε αντίθεση με τον πολιτισμό που προσπαθεί να απαλύνει όσο γίνεται αυτή τη σκληρότητα. Αν ποτέ τύχει και βγούμε από αυτό το προστατευτικό κουκούλι του πολιτισμού, θα βρεθούμε, εμείς οι πολιτισμένοι άνθρωποι, άοπλοι μέσα σε ένα κόσμο θηριώδη που θα μας συντρίψει. Είμαστε τόσο καλά βολεμένοι μέσα στις ανέσεις της σύγχρονης τεχνολογίας, που μας είναι αδύνατο να επιβιώσουμε έξω από αυτήν. Παράλληλα οι ενήλικες, όπως συμβαίνει πάντα σε όλες τις εποχές, περνούν στους νεότερους τη γνώση και τη σοφία τους, τις δεξιότητές τους και όλα όσα είναι χρήσιμα για να ζήσουν στο οικείο περιβάλλον τους. Για το λόγο αυτό οι νεότεροι σέβονται τους μεγαλύτερους.
Στο «Επίμονο φαινόμενο» παρουσιάζω την αναστροφή αυτού του κοινωνικού φαινομένου: οι πολιτισμένοι γονείς δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα, τώρα που είναι εκτεθειμένοι στη φύση. Αντίθετα τα παιδιά τους που θα γεννηθούν και θα μεγαλώσουν σε πρωτόγονες συνθήκες θα τα καταφέρουν μια χαρά, εφόσον μέσα στον άνθρωπο υπάρχει πάντα εν υπνώσει η θηριώδης φύση. Το τραγικό σε μια τέτοια υποθετική περίπτωση είναι ότι οι γονείς δεν είναι άξιοι σεβασμού, εφόσον δεν μπορούν να διδάξουν στα παιδιά τους τίποτε χρήσιμο για την επιβίωση.
Από το βιογραφικό σας σημείωμα μπορούμε να καταλάβουμε ότι υπάρχουν κάποια αυτοβιογραφικά στοιχεία στην τρίτη ιστορία, «Το Κράτος». Πόσα στοιχεία μοιράζεστε πραγματικά με την Ζωή Ιωάννου;
Είναι η πρώτη φορά που περνώ τόσα πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία σε μια ιστορία μου και μάλιστα σε ένα χαρακτήρα που δεν είναι συμπαθής. Ο λόγος ήταν μάλλον πρακτικής φύσης: αντί να εφευρίσκω λεπτομέρειες της καθημερινής ζωής της Ιωάννου, προτίμησα να περάσω έτοιμες πληροφορίες από τη δική μου ζωή. Έτσι η καθηγήτρια Ζωή Ιωάννου διορίστηκε στο επαρχιακό σχολείο που διορίστηκα κι εγώ, μετατέθηκε στην Αθήνα λίγα χρόνια αργότερα, όπως κι εγώ, έμεινε σε ένα δυάρι στην Αγία Παρασκευή, όπως κι εγώ, δίδαξε σε ένα σχολείο της Ανατολικής Αττικής, όπως κι εγώ, και κινήθηκε σε περιοχές της Αθήνας και της Αττικής που μου είναι γνώριμες. Κατά τα άλλα, η Ζωή Ιωάννου ανέπτυξε ένα χαρακτήρα που μου είναι ξένος.
«Τι ναρκωτικό και αυτή η δημοκρατία», λέει η Ζωή Ιωάννου στο «Κράτος». Πώς βλέπετε την σημερινή συνθήκη μέσα στην οποία ζούμε;
Η Ζωή Ιωάννου δεν πιστεύει στη δημοκρατία σε αντίθεση με τον Αριστείδη Σταυρόπουλο που είναι ένθερμος οπαδός της. Οι δυο αυτοί χαρακτήρες ήταν ανάγκη να διασταυρωθούν και να ανταλλάξουν τις απόψεις τους – αυτό συμβαίνει σχεδόν σε όλη την έκταση της αφήγησης – ώστε ο αναγνώστης να μπορεί να παρακολουθήσει το βάθος της σκέψης δυο ανθρώπων που ο καθένας τους πέρα από συμφέροντα πιστεύει ειλικρινά το πολιτικό σύστημα που υπηρετεί.
Η Ζωή Ιωάννου εκπλήσσεται και ενοχλείται, όταν βλέπει ότι ο κόσμος προτιμά τη δημοκρατία από τη δικτατορία. Αυτό είναι κάτι που δυσκολεύεται να καταλάβει. Από την άλλη όμως, βλέπει αυτό που εμείς που πιστεύουμε στη δημοκρατία αποφεύγουμε να παραδεχτούμε: ότι συχνά στο όνομά της κάποιοι κάνουν πράγματα που την προσβάλλουν, την αναιρούν και την αποδυναμώνουν, ενώ εμείς οι υπόλοιποι δεν αντιδρούμε, επειδή φοβόμαστε μήπως χαρακτηριστούμε αντιδημοκράτες και φασίστες. Νομίζω ότι σήμερα αυτό συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις.
Διατηρείτε ενεργό προσωπικό ιστολόγιο και σελίδα στο facebook. Πώς βιώνετε αυτή την διαδραστική επικοινωνία στο διαδίκτυο ; Πιστεύετε ότι είναι ωφέλιμη για έναν συγγραφέα σήμερα;
Η διαδραστική επικοινωνία μέσω του διαδικτύου είναι ένα ακόμα βήμα για να έρθουν οι άνθρωποι πιο κοντά καταργώντας τα εμπόδια του χρόνου και των μακρινών αποστάσεων. Τη θεωρώ πολύ σημαντική.
Με το προσωπικό μου ιστολόγιο και τη σελίδα μου στο facebook ήρθα σε επαφή με πολύ κόσμο που διαφορετικά θα παρέμενε για μένα απρόσιτος και άγνωστος και η συγγραφική δουλειά μου έγινε ευρύτερα γνωστή. Καθώς μάλιστα εκτός από το λογοτεχνικό μου έργο καταπιάνομαι στο ιστολόγιό μου και με άλλα θέματα ιστορικά, κοινωνικά κλπ, έχω τη χαρά να μοιράζομαι τα κείμενά μου με τους αναγνώστες του διαδικτύου και να ανταλλάσσω απόψεις μαζί τους.
Πιστεύω ωστόσο ότι ο συγγραφέας που δημοσιεύει στο διαδίκτυο πρέπει να έχει και το νου του. Να μην παρασυρθεί δηλαδή σε γραφές που ξέρει ότι θα ευχαριστήσουν το κοινό του, αλλά θα προδώσουν τον ίδιο. Με άλλα λόγια πρέπει να είναι σταθερός στις ιδέες του και αυτές να προβάλλει είτε αρέσουν είτε όχι στον πολύ κόσμο.
Παρατηρώντας το έργο σας, βλέπουμε ότι προτιμάτε κυρίως το διήγημα ή την νουβέλα. Θεωρείτε ότι σας ταιριάζει περισσότερο αυτό το είδος απ' ότι ένα πιο πολυφωνικό μυθιστόρημα, για παράδειγμα;
Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορώ να αφιερώσω ένα, δύο, τρία χρόνια για να γράψω ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα, καθώς αυτό που έχω στο μυαλό μου είναι μια συγκεκριμένη ιδέα που θέλω να αναδείξω και αυτή η ιδέα περνά άνετα μέσα από ένα διήγημα. Δεν με ενδιαφέρει ιδιαίτερα η αναπαράσταση μιας εποχής ή ενός συγκεκριμένου κοινωνικού περιβάλλοντος.
Έχω γράψει μερικά μικρά μυθιστορήματα που περιμένουν τη σειρά τους για να εκδοθούν, αλλά και αυτά στοχεύουν στην ανάδειξη μιας ιδέας. Η ιδέα με παρέσυρε σε μια πιο εκτεταμένη αφήγηση, όταν διαπίστωσα ότι αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει μέσα στις περιορισμένες σελίδες ενός διηγήματος. Βασικά πάντως ανήκω στους διηγηματογράφους και όχι στους μυθιστοριογράφους.
Ποια η σχέση σας με την κριτική; Πώς την αντιμετωπίζετε όταν αφορά στο έργο σας;
Φυσιολογικά, θα έλεγα. Χαίρομαι, όταν πρόκειται για καλή κριτική, λυπάμαι, όταν πρόκειται για αρνητική.
Επόμενα συγγραφικά σας σχέδια;
Περιμένουν τη σειρά τους να εκδοθούν μια σειρά διηγημάτων, μια ποιητική συλλογή και τα μυθιστορήματα που σας ανέφερα. Αν και για τα τελευταία ποτέ δεν θεωρώ ότι είναι τελείως έτοιμα. Όποτε τα κοιτάξω, βρίσκω πράγματα να διορθώσω.
Μια ευχή για την νέα χρονιά;
Τι να ευχηθώ; Μήπως το 2017 θα ακούσει τις ευχές μας; Ωστόσο θα ήθελα να τελειώσει πια αυτός ο πόλεμος στην καθημαγμένη Συρία και να γυρίσουν οι άνθρωποι στον τόπο τους να ζήσουν ειρηνικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου