Το βιβλίο της Καίτης Βασιλάκου Το επίμονο φαινόμενο παρουσιάζεται τη Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2017, στο Polis Art-Café, στις 7.30 το βράδυ.
Event στο Facebook.
___________
Polis Art-Café, Πεσμαζόγλου 5, τηλ. 210/3249588.
[Απόσπασμα από την ομώνυμη νουβέλα.]
Όταν αποφασίσαμε να φύγουμε από το σπίτι μας, είχαμε εξαντλήσει όλες τις πιθανότητες. Χιόνιζε ασταμάτητα επί μέρες, επί εβδομάδες, είχαμε χάσει το λογαριασμό. Το χιόνι είχε φτάσει ως τη στέγη και τα πάντα γύρω είχαν νεκρωθεί. Το ηλεκτρικό είχε από μέρες κοπεί. Τα ξύλα για το τζάκι είχαν σωθεί. Πετρέλαιο δεν είχαμε. Πόσο καιρό ακόμα μπορούσαμε να ζήσουμε σ’ ένα σπίτι παγωμένο, χωμένο στο χιόνι με τρόφιμα που κάποια στιγμή θα τέλειωναν ;
Ένα βράδυ σήκωσα την Ελίζα από το κρεβάτι.
« Φεύγουμε αύριο πρωί πρωί » της είπα. Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί είχαν σιγήσει εδώ και λίγες μέρες και αυτό ήταν το πιο ανησυχητικό. Δεν είχαμε πια καμιά πληροφορία για το τι γινόταν στον κόσμο. Μέχρι την περασμένη εβδομάδα ακούγαμε αλληλοσυγκρουόμενες ειδήσεις. Οι αρμόδιοι προσπαθούσαν να μας καθησυχάσουν. Μας συμβούλευαν να έχουμε προμήθειες στα σπίτια μας, τρόφιμα, φάρμακα και θέρμανση. Ισχυρίζονταν ότι ο κρατικός μηχανισμός είχε κινητοποιηθεί και ότι ο στρατός απεγκλώβιζε όσους είχαν αποκλειστεί από τα χιόνια. Οι μετεωρολόγοι μιλούσαν για ακραία καιρικά φαινόμενα που θα διαρκούσαν μερικές εβδομάδες. Όταν κόπηκαν τα τηλέφωνα, μας είπαν ότι αυτό ήταν τοπικό πρόβλημα και ότι σύντομα θα αποκαθιστούσαν τις τηλεφωνικές επικοινωνίες. Όμως τα τηλέφωνα έμειναν βουβά ως το τέλος, ως την ημέρα που εγκαταλείψαμε το σπίτι μας. Τα κινητά είχαν αχρηστευθεί εντελώς.
Μετά αρχίσαμε να πιάνουμε κάτι περίεργους ραδιοφωνικούς σταθμούς που μας έλεγαν τα πράγματα διαφορετικά. Τα νέα δεν ήταν καθόλου καλά. Χιόνιζε, έλεγαν, ασταμάτητα σε ολόκληρο το βόρειο ημισφαίριο που τώρα πια είχε καλυφθεί από τα χιόνια. Πιο νότια είχαν ξεκινήσει καταρρακτώδεις βροχές. Τα πάντα εκεί πέρα είχαν πλημμυρίσει, οι άνθρωποι πνίγονταν αβοήθητοι, η στάθμη του νερού ανέβαινε ολοένα, οι πόλεις είχαν σκεπαστεί από τα νερά. Οι επιστήμονες εξηγούσαν με το δικό τους τρόπο ο καθένας το φαινόμενο, άλλοι μιλούσαν για το ελ νίνιο, άλλοι για τις γνωστές περιοδικές μεταβολές του καιρού που συμβαίνουν κάθε εκατό χρόνια, άλλοι πάλι υποστήριζαν ότι ο άξονας της γης είχε μετακινηθεί. Όλοι συμφωνούσαν πάντως ότι τα ακραία αυτά καιρικά φαινόμενα δεν θα ήταν προσωρινά. Ο πλανήτης μας είχε μπει σε μια περίοδο αστάθειας και ήταν άγνωστο πόσο θα κρατούσε. Μετά τους επιστήμονες εμφανίστηκαν οι ιεροκήρυκες με τα γνωστά οράματά τους. Αυτοί ωρύονταν ότι είχε έρθει η συντέλεια του κόσμου. Οι επίσημοι ραδιοφωνικοί σταθμοί είχαν σιγήσει τελείως.
— Τζορτζ, δεν υπάρχει πια κράτος, μου είπε η Ελίζα. Αν θέλουμε να σωθούμε, πρέπει να φύγουμε από το σπίτι.
Ήταν χλωμή, αλλά προσπαθούσε να μη δείξει πόσο φοβόταν.
— Ας περιμένουμε ακόμα ένα εικοσιτετράωρο, είπα.
Μέσα στη νύχτα το πήρα απόφαση. Πήγα και την ξύπνησα. « Αύριο πρωί πρωί φεύγουμε » της είπα. Ετοιμάσαμε τα πράγματά μας, τρόφιμα, φάρμακα, ζεστά ρούχα, ένα φακό, μπαταρίες, γυαλιά για το χιόνι, αναπτήρες και μερικά μπουκάλια αλκοόλ για να μας κρατούν ζεστούς στη διαδρομή. Πήρα και το περίστροφό μου και όσες σφαίρες είχα. Το άλλο πρωί το ραδιόφωνο ήταν νεκρό. Ακόμα και οι ιεροκήρυκες είχαν εξαφανιστεί.
— Πού πάμε, μπαμπά ; γκρίνιαξε ο Άλεκ, όταν τον σήκωσα από το κρεβάτι.
— Δεν ξέρω, Άλεκ. Φεύγουμε για να σωθούμε.
[…]
Event στο Facebook.
___________
Polis Art-Café, Πεσμαζόγλου 5, τηλ. 210/3249588.
[Απόσπασμα από την ομώνυμη νουβέλα.]
Όταν αποφασίσαμε να φύγουμε από το σπίτι μας, είχαμε εξαντλήσει όλες τις πιθανότητες. Χιόνιζε ασταμάτητα επί μέρες, επί εβδομάδες, είχαμε χάσει το λογαριασμό. Το χιόνι είχε φτάσει ως τη στέγη και τα πάντα γύρω είχαν νεκρωθεί. Το ηλεκτρικό είχε από μέρες κοπεί. Τα ξύλα για το τζάκι είχαν σωθεί. Πετρέλαιο δεν είχαμε. Πόσο καιρό ακόμα μπορούσαμε να ζήσουμε σ’ ένα σπίτι παγωμένο, χωμένο στο χιόνι με τρόφιμα που κάποια στιγμή θα τέλειωναν ;
Ένα βράδυ σήκωσα την Ελίζα από το κρεβάτι.
« Φεύγουμε αύριο πρωί πρωί » της είπα. Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί είχαν σιγήσει εδώ και λίγες μέρες και αυτό ήταν το πιο ανησυχητικό. Δεν είχαμε πια καμιά πληροφορία για το τι γινόταν στον κόσμο. Μέχρι την περασμένη εβδομάδα ακούγαμε αλληλοσυγκρουόμενες ειδήσεις. Οι αρμόδιοι προσπαθούσαν να μας καθησυχάσουν. Μας συμβούλευαν να έχουμε προμήθειες στα σπίτια μας, τρόφιμα, φάρμακα και θέρμανση. Ισχυρίζονταν ότι ο κρατικός μηχανισμός είχε κινητοποιηθεί και ότι ο στρατός απεγκλώβιζε όσους είχαν αποκλειστεί από τα χιόνια. Οι μετεωρολόγοι μιλούσαν για ακραία καιρικά φαινόμενα που θα διαρκούσαν μερικές εβδομάδες. Όταν κόπηκαν τα τηλέφωνα, μας είπαν ότι αυτό ήταν τοπικό πρόβλημα και ότι σύντομα θα αποκαθιστούσαν τις τηλεφωνικές επικοινωνίες. Όμως τα τηλέφωνα έμειναν βουβά ως το τέλος, ως την ημέρα που εγκαταλείψαμε το σπίτι μας. Τα κινητά είχαν αχρηστευθεί εντελώς.
Μετά αρχίσαμε να πιάνουμε κάτι περίεργους ραδιοφωνικούς σταθμούς που μας έλεγαν τα πράγματα διαφορετικά. Τα νέα δεν ήταν καθόλου καλά. Χιόνιζε, έλεγαν, ασταμάτητα σε ολόκληρο το βόρειο ημισφαίριο που τώρα πια είχε καλυφθεί από τα χιόνια. Πιο νότια είχαν ξεκινήσει καταρρακτώδεις βροχές. Τα πάντα εκεί πέρα είχαν πλημμυρίσει, οι άνθρωποι πνίγονταν αβοήθητοι, η στάθμη του νερού ανέβαινε ολοένα, οι πόλεις είχαν σκεπαστεί από τα νερά. Οι επιστήμονες εξηγούσαν με το δικό τους τρόπο ο καθένας το φαινόμενο, άλλοι μιλούσαν για το ελ νίνιο, άλλοι για τις γνωστές περιοδικές μεταβολές του καιρού που συμβαίνουν κάθε εκατό χρόνια, άλλοι πάλι υποστήριζαν ότι ο άξονας της γης είχε μετακινηθεί. Όλοι συμφωνούσαν πάντως ότι τα ακραία αυτά καιρικά φαινόμενα δεν θα ήταν προσωρινά. Ο πλανήτης μας είχε μπει σε μια περίοδο αστάθειας και ήταν άγνωστο πόσο θα κρατούσε. Μετά τους επιστήμονες εμφανίστηκαν οι ιεροκήρυκες με τα γνωστά οράματά τους. Αυτοί ωρύονταν ότι είχε έρθει η συντέλεια του κόσμου. Οι επίσημοι ραδιοφωνικοί σταθμοί είχαν σιγήσει τελείως.
— Τζορτζ, δεν υπάρχει πια κράτος, μου είπε η Ελίζα. Αν θέλουμε να σωθούμε, πρέπει να φύγουμε από το σπίτι.
Ήταν χλωμή, αλλά προσπαθούσε να μη δείξει πόσο φοβόταν.
— Ας περιμένουμε ακόμα ένα εικοσιτετράωρο, είπα.
Μέσα στη νύχτα το πήρα απόφαση. Πήγα και την ξύπνησα. « Αύριο πρωί πρωί φεύγουμε » της είπα. Ετοιμάσαμε τα πράγματά μας, τρόφιμα, φάρμακα, ζεστά ρούχα, ένα φακό, μπαταρίες, γυαλιά για το χιόνι, αναπτήρες και μερικά μπουκάλια αλκοόλ για να μας κρατούν ζεστούς στη διαδρομή. Πήρα και το περίστροφό μου και όσες σφαίρες είχα. Το άλλο πρωί το ραδιόφωνο ήταν νεκρό. Ακόμα και οι ιεροκήρυκες είχαν εξαφανιστεί.
— Πού πάμε, μπαμπά ; γκρίνιαξε ο Άλεκ, όταν τον σήκωσα από το κρεβάτι.
— Δεν ξέρω, Άλεκ. Φεύγουμε για να σωθούμε.
[…]
1 σχόλιο:
Ένα εξαιρετικό βιβλίο, που καλό θα ήταν να διαβαστεί από όλους όσους νομίζουν πως τα
γνωρίζουν όλα. Η αξία της ανθρώπινης ζωής αλλάζει σύμφωνα με τη νοοτροπία της εποχής;
Υπάρχουν ορατά όρια μεταξύ ανθρώπου και κτήνους; Υπάρχει η "κοινή λογική";... και πώς ορίζεται; Η Καίτη Βασιλάκου σε οδηγεί στο αρχέγονο σταυροδρόμι,σε απογυμνώνει από φτηνές δικαιολογίες, σε εξαναγκάζει να διαλέξεις (κι είναι πολύ δύσκολο) μήπως και γνωρίσεις ποτέ τον εαυτό σου.
Δημοσίευση σχολίου