Καλύπτει με σοβαρότητα ένα μεγάλο κενό στην ελληνική βιβλιογραφία (το πρώτο στο είδος του) και φλερτάρει με αξιώσεις να συμπληρώσει τη διεθνή.
Γράφει ο Κώστας Γ. Καρδερίνης | MIC
Στο εξώφυλλο διαβάζουμε επίσης αναλυτικά επί του περιεχομένου: φουτουριστικές και ντανταϊστικές ρίζες, happening, event, fluxus, body art, aktionen, performance, Josef Beuys, το σώμα του καλλιτέχνη, οι Εικαστικές Δράσεις ως μνημείο. Στο οπισθόφυλλο πληροφορούμαστε πως μια από τις πρώτες Δράσεις είναι αυτή του Διογένη του Λαέρτιου που γύριζε την αγορά κι έψαχνε για άνθρωπο, με το φανάρι αναμμένο στο καταμεσήμερο. Η μελετήτρια Δανάη Χονδρού έχει πτυχίο αρχαιολογίας και ιστορίας της τέχνης της φιλοσοφικής σχολής του ΑΠΘ κι έχει ασχοληθεί και εκθέσει ζωγραφική, φωτογραφία, μουσική σύνθεση και κόμικ. Είναι όμως και γόνος του πασίγνωστου για τα ανατρεπτικά εικαστικά δρώμενα ζεύγους Θανάση Χονδρού και Αλεξάνδρας Κατσιάνη (Δημοσιοϋπαλληλικό Ρετιρέ, Άλλη Πόλη, Μπιτόνι, Αδελφότητα της Άμωμης Απελευθέρωσης).
Και όντας από γεννησιμιού της μέσα σε τέτοιο «εναλλακτικό» περιβάλλον, έχει ζήσει και βιώσει ουκ ολίγες ανάλογες εκδηλώσεις επικοινωνίας — είτε «οικογενειακές» είτε φιλικές, αλλά πάντα εκ του σύνεγγυς ή εκ των έσω — και συνεπώς είναι ίσως το πλέον κατάλληλο πρόσωπο, φύσει και θέσει, να μιλήσει περί του θέματος. Σκεφτείτε μόνο πως ζούσε τέτοιες «καταστάσεις» πριν καλά-καλά τις συνειδητοποιήσει βιωματικά. Η δομή της μελέτης είναι κλασική. Ξεκινά μ’ έναν ορισμό και θέτει τα «όρια» εξερεύνησης του θέματός της. Κατόπιν παραμετροποιεί το υλικό της έρευνάς της και το διαχειρίζεται με ζήλο και ωριμότητα θαυμαστή για το νεαρόν της ηλικίας της. Παράλληλα επιχειρεί και μια ιστορική αναδρομή, η οποία εκτυλίσσεται σε ομόκεντρους κύκλους, ταράζοντας τα νερά από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, καταργώντας τη γραμμική παράθεση και δειγματίζοντας εύστοχα την κατηγοριοποίηση των Εικαστικών Δράσεων στο πέρασμα του χρόνου. Σε όλη αυτή τη «διαδρομή», βασικό της όπλο είναι η αντιπαραβολή των Δράσεων με την αριστοτελική Αρχαία Ελληνική Τραγωδία. Η Εικαστική Δράση δεν είναι μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας, είναι άμεση ή προμελετημένη πράξη και στάση ζωής, είναι ατελής [συχνά τερματίζει απρόσμενα] και η σπουδαιότητά της είναι μάλλον αμφιλεγόμενη. Δεν έχει πάντα συγκεκριμένο μέγεθος ή περιεχόμενο ή διάρκεια προκαθορισμένη, ούτε ωραία λόγια, μπορεί να μην έχει καν λόγια. Δεν έχει σχέση με μόρια, αλλά με άτομα. Μπορεί να απαγγέλλεται μπορεί και όχι. Δεν προϋποθέτει και δεν προσδοκά να εμφυσήσει έλεος ή φόβο. Να ξαφνιάσει, να προκαλέσει, να ξεβολέψει ίσως. Οι δρώντες δεν παθαίνουν για να συμπάσχει, να μαθαίνει και να καθαίρεται το κοινό. Παθαίνουν ό,τι παθαίνουν (αν παθαίνουν) χωρίς υστεροβουλία και δίχως προσδοκίες και πιθανόν χωρίς δικαίωση. Το εφήμερο και το ανεπανάληπτο είναι χαρακτηριστικά πιο κοντά στη Δράση απ’ ό,τι σ’ ένα έργο. Το έργο που παράγεται από μια Δράση μπορεί να εξανεμιστεί άμα τη λήξη της. Υπάρχει όμως και μια κοινή εφαπτομένη, όπως ίσως θα καταλάβατε. Είναι το κοινό. Κι είναι η συμμετοχή του που καθορίζει και διασώζει την ανάμνηση και την επίδραση, την ανάδραση ή την αντίδραση. Η χαρά της συμμετοχής είναι αμφίδρομη ή δεν είναι καν. Και είναι και δεν είναι ούτ’ είναι ούτε δεν είναι. Υπάρχει και μια ασύμπτωτη: αν δεν είχε γεννηθεί η θέση, η κατάφαση, η αναπαράσταση, δεν θα υπήρχε καν η άρνησή της και οι παραλλαγές αυτής. Τα περαιτέρω σχόλια τα αφήνω στον Κώστα Γεωργουσόπουλο. Θεωρώ λοιπόν, κλείνοντας εδώ, πως τούτο το βιβλίο [ως πρώτη απόπειρα] πετυχαίνει το σκοπό της ύπαρξής του. Καλύπτει με σοβαρότητα ένα μεγάλο κενό στην ελληνική βιβλιογραφία [το πρώτο στο είδος του] και φλερτάρει με αξιώσεις να συμπληρώσει τη διεθνή.
Κώστας Γ. Καρδερίνης (MIC »»).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου