30.4.13

Κατερίνα Έσσλιν «Ο μισός βέσπα»

Γράφει η Γεωργία Μανάφη | Bookstand,
30 Απριλίου 2013 »»

Κατερίνα Έσσλιν

Τα βιβλία που διαβάζω τα επιλέγουν λίγο ώς πολύ άλλοι και όχι εγώ. Αυτό ίσως να μαρτυρά μια τάση για ετεροκαθορισμό, ίσως όμως και, πιο απλά, έναν ενθουσιώδη χαρακτήρα που επιθυμεί να ανακαλύπτει και να εκπλήσσεται με τον τρόπο που το κάνουν τα μικρά παιδιά. Ίσως ακόμα και έναν νεοφώτιστο βιβλιόφιλο, που αναγνωρίζει «παλιούς» και ειδήμονες, γιατί έκαστος στο είδος του και ο Λουμίδης στους καφέδες.  Ή απλά «γιατί έτσι», όπως πολύ εύστοχα και αφοπλιστικά λένε ενίοτε τα τρίχρονα – ώστε να αποφύγω να επεκταθώ στην ανάγκη μου να μοιράζομαι τον ίδιο μου τον εαυτό με αυτόν τον ιδιόρρυθμο τρόπο. Δεν έχουν όμως όλοι, προς Θεού, την τιμή να επηρεάζουν τα διαβάσματά μου. Είναι ένα δικαίωμα για λίγους και εκλεκτούς. Ένα δικαίωμα που κατακτάται, που κερδίζεται ή και χάνεται. Κάπως έτσι έφτασε λοιπόν και αυτό το βιβλίο στο κομοδίνο μου, ήταν… ας πούμε «επιλογή  ενός φίλου. Και το διάβασα σχεδόν ολόκληρο μισοξαπλωμένη στο κρεβάτι μου, αν εξαιρέσω τις τελευταίες σελίδες. Αυτές διαβάστηκαν στον προθάλαμο ενός ιατρείου. Το τελευταίο κείμενο όμως, για να είμαι άσκοπα ακριβής, ολοκληρώθηκε σε ένα μικρό βιβλιοκαφέ λίγο πιο κάτω. Με καφέ και τσιγάρο. Και ιδού οι εντυπώσεις…

Λίνα Φυτιλή «Μόνιμη επιστροφή»

Λίνα Φυτιλή

Από το μπλογκ Regarding Poetry |
Τρίτη 30 Απριλίου 2013 »»

Δύσκολα γράφω πια
Είναι άνιση η αναμέτρηση με τις λέξεις
Η τρομερή διάθεση που είχα κάποτε
Για τα ποιήματα,
Κόπηκε μαχαίρι.

Να φταίει η αταξία του μυαλού,
Η αίσθηση ότι όλα είναι λάθος,
Η οικονομική συγκυρία,
Τα ελλείμματα του έρωτα;
Ίσως φταίει που μου ήρθε
Το εκκαθαριστικό της εφορίας,
Κι έχω μόνιμη επιστροφή ποίησης.

Λίνα Φυτιλή

26.4.13

Ο μεταφραστής και ποιητής Λουκάς Θεοδωρακόπουλος

Λουκάς Θεοδωρακόπουλος

Έναν φίλο και πολύτιμο συνεργάτη χάσαμε σήμερα Παρασκευή 26 Απριλίου 2013. Ο ποιητής και πεζογράφος Λουκάς Θεοδωρακόπουλος πέθανε σε ηλικία 88 ετών. Ιδρυτικό μέλος του ΑΚΟΕ και εκδότης του περιοδικού Αμφί, μετέφρασε από τη γαλλική και αγγλική γλώσσα δεκάδες βιβλία, ανάμεσά τους και πολλά βιβλία της Απόπειρας (Πωλ Μπόουλς, Υβάν Γκολλ, Τσαρλς Μπουκόβσκι κ.ά.)

«Έφυγε» ο ποιητής και πεζογράφος Λουκάς Θεοδωρακόπουλος (Τα Νέα, 26 Απριλίου 2013) »»

21.4.13

Γιώργος Στόγιας • Εαρινό Εξάμηνο

Μυθιστόρημα
σσ. 443, σχήμα 13 × 20,5 εκ.,
Εικονογράφηση: moican »»
έκδοση χαρτόδετη, I S B N 978-960-537-169-2,
έκδοση ηλεκτρονική, I S B N 978-960-537-170-8,
Απόπειρα, Απρίλιος 2013
(Η πρώτη έκδοση κυκλοφορεί με το soundtrack σε CD.)

Γιώργος Στόγιας • Εαρινό Εξάμηνο

Η εικοσάχρονη Ντίνα θα έπρεπε να είναι ευχαριστημένη με την ελευθερία κινήσεων που απολαμβάνει, αλλά όλα τής φταίνε. Ο πατέρας της, η φοιτητική ζωή στο Ρέθυμνο, ο εαυτός της ο ίδιος. Νιώθοντας ότι οι καιροί αλλάζουν και οι μελλοντικές ευκαιρίες λιγοστεύουν, βιάζεται για άμεσες λύσεις. Ενώ η πολιτική επιτείνει τη σύγχυση, η τέχνη φαντάζει ως ο βασιλικός δρόμος για την ευτυχία. Στην παράσταση που οι άλλοι ονομάζουν πραγματικότητα, η Ντίνα θα πρωταγωνιστήσει με τη δική της εκδοχή της ροκ μυθολογίας. Ένα μικρό πρόβλημα: η σκηνοθεσία είναι εκτός ελέγχου.

17.4.13

Ντίνος Σιώτης • Μια επιδρομή στον λόγο

Γράφει ο Παναγιώτης Βούζης
e-poema.eu ||| poetry e-zine »»

Ντίνος Σιώτης, Ξεφλουδίζοντας το ποίημα: Ποιήματα για το ποίημα, την ποίηση, τον ποιητή, Απόπειρα, Αθήνα 2010

Ντίνος Σιώτης • Ξεφλουδίζοντας το ποίημαΗ ποίηση του Ντίνου Σιώτη, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί από τη συλλογή Το ηλιοστάσιο των αγγέλων[i] και ύστερα, χαρακτηρίζεται από λυρισμό, ρεαλισμό, ένα χιούμορ το οποίο σχετίζεται με το «πνεύμα», το wit της αγγλικής ποίησης, κομψότητα και μια ελαφρότητα που κατάγεται από τον αγγλικό light verse. Ο πραγματιστικός μοντερνισμός στην ποίηση της Αμερικής άσκησε μεγάλη επίδραση στην ποιητική τη δική του καθώς και σε αυτή του Νάνου Βαλαωρίτη με τον οποίο συνδέθηκε εκεί. Ο βασικότερος παράγοντας επιρροής από τον συγκεκριμένο μοντερνισμό είναι η προφορικότητα, ο αυτοσχεδιασμός, τα ποιήματα τα φτιαγμένα για απαγγελία. Έτσι ο Βαλαωρίτης και ο Σιώτης συγκροτούν μια ποίηση όπου η γλώσσα ξετυλίγεται μόνη της αποστασιοποιούμενη από τον ποιητή. Ο τελευταίος επεμβαίνει μόνο με την «ακουστική φαντασία» του — ο όρος ανήκει στον Έλιοτ — δηλαδή δίνει σχήμα στην προφορική ροή της γλώσσας βάσει του τόνου, του ρυθμού, των επαναλήψεων και των δισταγμών που διακρίνει σε αυτή. Σε όλα τα προηγούμενα παίζει ρόλο, βέβαια, και η ακουστική του καθημερινού λόγου. Καθημερινές εκφράσεις ενσωματώνονται σε ένα ποίημα· ο ρυθμός μιας τέτοιας έκφρασης μπορεί ακόμη να το ξεκινήσει.[ii]

16.4.13

Νίκος Μπελάνε: «Όταν γράφω δεν με απασχολεί τι θ’ απογίνει ο κόσμος»

Συνέντευξη στη Χρυσάνθη Ιακώβου
Vakxikon, Τεύχος #21 »»

Ένας συγγραφέας που μικρός δεν φανταζόταν ποτέ ότι θα γίνει συγγραφέας, μια γραφομηχανή που στάθηκε η αφορμή για να γράψει δεκάδες ευφάνταστες ιστορίες που μετουσιώθηκαν σιγά σιγά σε λέξεις στο χαρτί, ήρωες με τους οποίους συμπάσχουμε, ο Jack Manuel που βρίσκεται ακόμα παγιδευμένος στο μυαλό του συγγραφέα.
Ο Νίκος Μπελάνε, στο πρώτο του εκδοτικό εγχείρημα Το χαμόγελο της Πολαρόιντ (Απόπειρα), συστήνεται με μια ντουζίνα και κάτι διηγήματα και αφηγείται γλαφυρά για τη μέχρι τώρα πορεία του στο χώρο της συγγραφής.

Το 2012 εκδίδεις Το χαμόγελο της Πολαρόιντ. Τι προηγήθηκε; Πώς έφτασες στη συγγραφή του πρώτου σου βιβλίου;

Αν γυρίσω αρκετά χρόνια πίσω και κοιτάξω τον εαυτό μου θα δω ένα μικρό αγόρι, γεννημένο σε μια άχρωμη επαρχιακή πόλη, να παίζει με τις λάσπες και τα ψηλά χορτάρια στο χωριό της μάνας του, να σπάει άθελά του κεραμίδια στις στέγες των σπιτιών και να κυνηγά όνειρα με ματωμένα γόνατα. Πίσω στην πόλη δεν υπήρχαν λάσπες και οι αλάνες ήταν συνήθως κατειλημμένες απ’ τους «μεγάλους», οπότε όλα έπαιρναν τη μορφή που ήθελα με μοναδικό μέσο τη φαντασία μου, πάνω σε μια γκρι μοκέτα, μέσα σ’ ένα τετράγωνο δωμάτιο με δυο κρεβάτια και κατά μήκος των διαδρόμων ενός σπιτιού που για κάποιες ώρες της ημέρας ήταν ολότελα δικό μου. Δεν έγραφα ποτέ. Ούτε καν ημερολόγιο. Ζήλευα κάποιους φίλους που το έκαναν και μάλιστα μια φορά επιχείρησα να παραβιάσω την κλειδαριά μιας ατζέντας για να δω τι βρίσκει και γράφει εκεί μέσα ο κολλητός μου. Δεν κατάφερα να την παραβιάσω κι έμεινα τελικά με την απορία. Αυτό κράτησε μέχρι την εφηβεία μου. Τότε, κατά την διάρκεια αυτής, άρχισα να διαβάζω ξεφεύγοντας από τα βιβλία που ανήκαν στην παιδική μου βιβλιοθήκη. Άγγιξα τον Λουντέμη, τον Καζαντζάκη, τον Μίσσιο, τον Καββαδία και κάποιους ακόμη που άλλαξαν τη σκέψη μου, σαν να δημιουργήθηκε ένας νέος νους μέσα στο μικρό μου κεφάλι. Ήταν, μάλιστα, τη χρονιά που πήγαινα ακόμη στην πρώτη λυκείου που η τότε Ελευθεροτυπία δημοσίευσε μία επιστολή μου, ως πρώτη από τις υπόλοιπες και με έντονη γραμματοσειρά, και καμάρωνα που είδα τυπωμένο κάτι δικό μου. Το είχα κορνιζάρει μάλιστα. Τόση ήταν η χαρά μου. Το γιατί χάρηκα τόσο δεν μπόρεσα να το διευκρινίσω ποτέ κι ούτε ήταν αυτό που συνέβαλε ώστε να εισχωρήσει μέσα μου το μικρόβιο της γραφής. Ακόμη και μετά απ’ αυτήν τη δημοσίευση εγώ εξακολουθούσα να μη γράφω. Δεν ήμουν γραφιάς κι ούτε ήθελα να γίνω. Τις φορές που λέρωνα τα δάχτυλά μου με μελάνη ήταν όταν αλληλογραφούσα με φίλους που ζούσαν μακριά μου. Ναι, τότε έγραφα και έγραφα πολύ. Σελίδες επί σελίδων, αλλά αυτό δεν έχει να κάνει με τη συγγραφή. Δεν έχει την παραμικρή συγγένεια. Κάποια χρονική στιγμή, πολύ αργότερα – περίπου εφτά χρόνια μετά – βρέθηκα να νοικιάζω ένα διαμέρισμα στις Σέρρες, στην οδό Βενιζέλου, όπου και είχα διαμορφώσει ένα χώρο ολότελα δικό μου με τα απολύτως απαραίτητα αντικείμενα μέσα του. Ανάμεσα σ’ αυτά ήταν και μια Triumph Tippa, μια λευκή γραφομηχανή που δανείστηκα από έναν αγαπημένο μου άνθρωπο. Δεν ήξερα τι να την κάνω. Μου άρεσε και μόνο που υπήρχε στο χώρο μου. Μια μεγάλη μέρα την πήρα αγκαλιά και πήγα στην αγορά. Της έβαλα καινούρια μελανοταινία κι αγόρασα ένα πακέτο κόλλες Α4. Πίσω στο σπίτι πέρασα την πρώτη κόλλα στο γυμνό κορμί της γραφομηχανής κι άρχισα να γράφω. Έτσι απλά. Μου φάνηκε, από τη μια στιγμή στην άλλη, ότι οι λέξεις – πρώτον – κατέκλυζαν το κεφάλι μου και  – δεύτερον – η γραφομηχανή ήταν το καλύτερο μέσο για να τις γράψω. Άρχισα να γράφω ποιήματα, δύο από τα οποία δημοσιεύθηκαν σε ένα λογοτεχνικό περιοδικό με τρύπα στο κέντρο του, το Εν βρασμώ. Έπειτα έγραψα ένα μυθιστόρημα που δεν το είδε ποτέ κανένας εκδότης κι ούτε θα το δει. Το έχω πετάξει. Ήταν απαράδεκτο. Κράτησα μόνο τον τίτλο του που μου φαίνεται ακόμη και τώρα ελκυστικός. Όλο αυτό ήταν η αρχή που κάποια στιγμή με οδήγησε στο Χαμόγελο, αν εξαιρέσεις όλες εκείνες τις άκαρπες μέρες που δεν κάνω τίποτα και που βαριέμαι αφόρητα να γράψω. Προτιμώ ακόμη και σήμερα όλα αυτά που έχω στο κεφάλι μου να τα κρατώ εκεί. Είναι πολύ καλά οργανωμένα κι αυτό μου αρκεί. Ακόμη κι αν ακουστεί κλισέ, τις ιστορίες που υπάρχουν μέσα στο βιβλίο μου, αν τις ξανάγραφα, θα τις έγραφα διαφορετικά. Κάθε φορά. Ανάλογα τι σχήμα θα είχαν μέσα μου. Σχήμα που αλλάζει καθημερινά. Μόνο κάποιες εμμονές παραμένουν ίδιες κι απαράλλαχτες.

15.4.13

Μικρο-μυθιστορήματα

Γράφει η Τιτίκα Δημητρούλια | «Αποκρίσεις»
Καθημερινή, Κυριακή 14 Απριλίου 2013 »»

Κατερίνα Έσσλιν
«Γαμ.»
εκδ. Απόπειρα

Κατερίνα Έσσλιν • Γαμ.Πολύς λόγος για τη μικρή φόρμα τελευταία: από τη μια η επιστροφή στο διήγημα, με πολλούς νέους συγγραφείς να δίνουν πολύ αξιόλογα δείγματα δουλειάς· από την άλλη, η επιβεβλημένη συνοπτικότητα του Διαδικτύου που μεταβάλλει τις κειμενικές και αναγνωστικές πρακτικές. Πολύς λόγος για κάτι που ανέκαθεν θεωρούνταν όμορφο, όπως έλεγε ο Χριστόφορος Μηλιώνης πριν από κάμποσα χρόνια, «το μικρό είναι όμορφο». Η βραχυλογία, η λιτότητα, η πύκνωση είναι όμορφα. Και συχνά λένε πολύ περισσότερα από τις σχοινοτενείς αναλύσεις.

Σ’ αυτό το κλίμα εντάσσονται και τα «μυθιστορήματα του ενός λεπτού» της Κατερίνας Έσσλιν, που εμφανίστηκε στη λογοτεχνία το 2011 με άλλα μυθιστορήματα του ενός λεπτού, που είχαν τίτλο «Ο μισός βέσπα». Η νέα συλλογή μικρο-μυθιστορημάτων έχει έναν ακόμη πιο προκλητικό τίτλο: «Γαμ.», που εξηγείται στη συνέχεια στο πιο σύντομο κείμενο του βιβλίου. Στο μεταξύ αφήνει τον αναγνώστη να συμπληρώσει τη λέξη, όχι και πολύ δύσκολα προφανώς.

Ιστορίες πρωτοπρόσωπες, εσωτερικοί μονόλογοι, ροή της συνείδησης, μοιάζουν να παίζουν με τις λέξεις, που γίνονται ανάλαφρες μέσα σε αλλόκοτες συνομιλίες, φανταστικές περιγραφές, μέσα σε έναν κόσμο που στροβιλίζεται διαρκώς, πολύχρωμος, για να κρύψει μέσα στην κίνησή του αυτό που δεν ομολογείται, αλλά αποτελεί τον κεντρικό πυρήνα του: τη θλίψη που κλίνεται συνεχώς από την αρχή, για αυτά που έγιναν κι εκείνα που δεν έγιναν, για αυτούς που λείπουν, για τη ματαίωση, τα απωθημένα, την έλλειψη αγάπης, το φόβο, τη μοναξιά, τη μοναξιά, τη μοναξιά... Απέναντί της, η μεγάλη χαρά που θα μπορούσε να υπάρξει. Μια χαρά που όταν χαρίζεται είναι τόσο δυνατή που μετακινεί ακόμη και πόλεις: φέρνει το Λονδίνο και το ακουμπά πάνω στην Αθήνα λόγου χάρη, όπως στο «Αθίνο» το πρώτο διήγημα, γραμμένο μισό αγγλικά μισό ελληνικά, στακάτο, γρήγορο, γεμάτο υποσχέσεις που, όπως πάντα, δύσκολα τηρούνται, αλλά τουλάχιστον αφηγηματικά δικαιώνονται. Ένας μεγάλος έρωτας που θα μπορούσε να υπάρξει και να ανθίσει, εάν...

10.4.13

«Η αλήθεια είναι ένα κουβάρι που ξετυλίγεται αργά…»

Λίνα Φυτιλή, Τώρα είναι αργά.
Γράφει ο Στέφανος Ξένος | Διαβάσαμε,
3 Απριλίου 2013 »»

Τώρα είναι αργάΤο θέμα που έχει απασχολήσει περισσότερο τους συγγραφείς – πέρα από τον έρωτα και την αγάπη –, είναι φυσικά ο άνθρωπος. Η ζωή του ατόμου, η ψυχοσύνθεσή του, οι ανάγκες και οι πράξεις του.
Στο βιβλίο της Λίνας Φυτιλή «Τώρα είναι αργά», συναντάμε πρόσωπα που με φόντο μια πανσιόν κατά την καλοκαιρινή ραστώνη, θυμούνται, νοσταλγούν, ελπίζουν. Ανθρώπινες σχέσεις που έχουν πάψει από καιρό να υφίστανται, επαφές που αγωνίζονται να διατηρήσουν την ισορροπία τους, ψυχές που κατατρύχονται από τις ενοχές και καταπραΰνονται από τη γλυκιά μελωδία των αναμνήσεων.

5.4.13

Οι αιχμάλωτοι του εστεμμένου παιδιού

Γράφει η Μαρία Κατσοπούλου »»

Cost Sigaret
Pseudografica: Οι Αιχμάλωτοι του Εστεμμένου Παιδιού
Απόπειρα
Για τον Cost Sigaret δεν χρειάζονται συστάσεις. Εξάλλου, οι λέξεις είναι περιττές για τον ιδρυτή της Βοληκροκίνησης. Εν αρχή του έτους του Όφεως, οι εκδόσεις Απόπειρα παρουσιάζουν το δεύτερο κατά σειρά λογοτεχνικό πόνημα του Σιγαρέτ, “Pseudografica – Οι αιχμάλωτοι του Εστεμμένου Παιδιού”, κλείνοντας έτσι τον κύκλο του Παλαιού Αιώνα.
Στο πολυσυλλεκτικό αυτό έργο συνυπάρχουν μακάβριο χιούμορ και ερωτισμός, ’pataphysique διδαχές και αφορισμοί, αυτόματη γραφή, b-movies, Magick Theatre και χαρούμενη απόγνωση. Cult figures, χαρακτήρες space και drug addicts πρωταγωνιστούν σε μια χαοτική νουβέλα αποκρυφιστικής ψευδογραφής, με πορνογραφικά διαλείμματα και λετριστικά κείμενα μιας (ξε)περασμένης αεροπατερικής νεότητος.
Με τη φιλοτέχνηση ενός αινιγματικού μωσαϊκού από cut-ups, ο Cost Sigaret αποδεικνύει γι’ άλλη μια φορά πως τίποτα και κανείς δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο στο Θέλημά του. Όταν η poverty poetry φλερτάρει με την αριστοκρατία των  αισθήσεων, η υπέρβαση του Volikrok βρίσκεται κάπου ανάμεσα σε Frank Zappa και χαβιάρι βατράχου.

Artistbook
3/4/2013

2.4.13

Καιρός για μυθιστόρημα στη σχολή Βεάκη


Η Απόπειρα και το Βιβλιοπωλείο Η Γνώση παρουσιάζουν το βιβλίο του Γιώργου Ρουσόπουλου Καιρός για μυθιστόρημα το Σάββατο 6 Απριλίου 2013, στις 8 το βράδυ, στο χώρο μαθημάτων τής Ανώτερης Σχολής Δραματικής Τέχνης Βεάκη (Μοργκεντάου 11, στο Βύρωνα).
Για το βιβλίο θα μιλήσουν ο Τάσος Πατρώνης, η Σουσάνα Χείλαρη και ο ίδιος ο συγγραφέας, και θα διαβάσουν αποσπάσματα οι ηθοποιοί Αλέξης Βιδαλάκης, Γιώργος Πέππας, Σοφία Μπότση και Στέλλα Σειραγάκη.

Βιβλιοπωλείο Η Γνώση • Ιλιάδος 1–3, Βύρωνας τηλ. 6989/888591
Απόπειρα • Ναυαρίνου18–20, τηλ. 210/3640817